Υπάρχουν πίτσες που σε χορταίνουν. Και υπάρχουν πίτσες που σε δοκιμάζουν. Η Diavola ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Δεν είναι πίτσα για ραντεβού ή για Netflix και τσιλάρισμα. Είναι πίτσα για τύπους που δεν ψάχνουν το εύκολο. Για εκείνους που όταν μυρίσουν τη φωτιά, πάνε πιο κοντά όχι πιο πίσω. Καυτερό σαλάμι, κόκκινη σάλτσα που στάζει υποσχέσεις, μοτσαρέλα που λιώνει πάνω σε λεπτή, καψαλισμένη ζύμη. Το τέλειο φαγητό ή έστω snack.
Η Diavola δεν προσπαθεί να σε γοητεύσει με ισορροπία. Σε προκαλεί. Σε κοιτά στα μάτια και σου λέει: «Αντέχεις την ένταση;».
Η πρώτη μπουκιά είναι πάντα προειδοποίηση. Η δεύτερη, παραδοχή. Από εκεί και πέρα, είσαι μέσα στο παιχνίδι της γεύσης που καίει, ξυπνάει, σε κάνει να νιώθεις πως έχεις ακόμα φλόγα μέσα σου. Η Diavola είναι φτιαγμένη για εκείνον που θέλει την πίτσα αλλιώς. Η Diavola είναι η πίτσα του ανθρώπου που ξέρει τι θέλει.
Γιατί ξετρελαινόμαστε τόσο με την πίτσα πεπερόνι;
Είναι μία πίτσα με προσωπικότητα
Τρώγεται με τα χέρια, χωρίς μαχαίρια και χωρίς συζητήσεις. Με μπίρα παγωμένη, φίλους που γελάνε δυνατά, και μουσική στο τέρμα. Έχει ένταση, πώς να το κάνουμε; Κάθε της μπουκιά κουβαλά κάτι πρωτόγονο. Ένα μείγμα φωτιάς, αλατιού και ιδρώτα.
Είναι η γεύση του να είσαι ζωντανός -όχι τέλειος, όχι άψογος, απλώς αληθινός. Δεν προσπαθεί να σε ευχαριστήσει. Σε προκαλεί να σταθείς απέναντί της.
Και όταν τελειώσει, μένει εκείνη η αίσθηση στο στόμα λίγο κάψιμο, λίγη ζέστη, λίγη ικανοποίηση που δεν εξηγείται.
To πιστεύεις ή όχι, η βάση αυτής της πίτσας είναι η Μαργαρίτα. Τα βασικά συστατικά είναι τα ίδια, αλλά προστίθενται σαλάμι ή τσορίθο και μια πινελιά μπαχαρικών και πικάντικου λαδιού. Η πίτσα Μαργαρίτα είναι μια από τις πιο ευέλικτες πίτσες, και στην περίπτωση της Diavola χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει μια πικάντικη παραλλαγή των κλασικών ιταλικών και ναπολιτάνικων πίτσες.
Η πίτσα όπως πρέπει: Γιατί η Ναπολιτάνικη είναι το απόλυτο original;
Πικάντικη πρόκληση
Το ιταλικό της όνομα αναφέρεται κυρίως στην πικάντικη γεύση που μοιάζει με φωτιά ή φλόγες. Το σαλάμι ή το τσορίθο δίνει στην πίτσα ένα κοκκινωπό χρώμα. Ομοίως, στην αμερικανική κουζίνα, η έκφραση «a la diabla» χρησιμοποιείται για να περιγράψει πιάτα με πικάντικα ή έντονα συστατικά.
Σε αντίθεση με άλλα ιταλικά πιάτα όπως το τιραμισού, δεν υπάρχει επίσημη ιστορία για την προέλευση ή την εφεύρεση της πίτσας diávola. Είναι πιθανώς μια δημοφιλής εκδοχή που έχει μεταδοθεί τοπικά σε ιταλικές περιοχές όπως η Νάπολη ή η Ρώμη. Η δημοτικότητά της και η ξεχωριστή της γεύση την έχουν καταστήσει μια γνωστή πίτσα παγκοσμίως, χρησιμεύοντας ως μια πικάντικη εναλλακτική λύση στις συμβατικές γεύσεις.
Διάφορες πηγές και σεφ πιστεύουν ότι η πίτσα diávola μπορεί να έχει τις ρίζες της στην αμερικανική κουζίνα και εισήχθη «κρυφά» από Ιταλούς για να την διαθέσουν στην αγορά με την ονομασία «pepperoni». Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι οι Αμερικανοί ήταν αυτοί που αντέγραψαν τη συνταγή από τους Ιταλούς, καθώς η μετανάστευση Ιταλών στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τα έτη 1890 έως 1900 επηρέασε την προσαρμογή της συνταγής με τοπικά υλικά.
Diavola και η Pepperoni: Πόσο μοιάζουν και πόσο διαφέρουν;
Η Diavola και η Pepperoni μοιάζουν με την πρώτη ματιά, αλλά είναι δύο εντελώς διαφορετικές πίτσες. Η Diavola είναι η πίτσα για όσους θέλουν τη «φλόγα» στο στόμα: Χρησιμοποιεί καυτερό ιταλικό σαλάμι ή τσορίθο, με μπαχαρικά που καίνε ελαφρά και δίνουν ένταση σε κάθε μπουκιά.
Η Pepperoni, αντίθετα, είναι η αμερικανική εκδοχή του σαλαμιού στην πίτσα: Πιο μαλακή, αρωματική και ήπια, χωρίς την καψάλα της Diavola, ιδανική για πιο «φιλικό» αποτέλεσμα. Η Diavola έχει χαρακτήρα, πρόκληση και καυτερή προσωπικότητα, ενώ η Pepperoni είναι εύκολη, κλασική και αγαπητή σε όλα τα γούστα.
Με λίγα λόγια, αν θέλεις να νιώσεις τη φωτιά, επιλέγεις Diavola· αν θέλεις απλώς γεύση χωρίς καψίματα, η Pepperoni είναι για σένα.