Κάποτε λέγαμε για τον Μπιέλσα, τον Σιμεόνε, στην Ελλάδα θα έχουμε να λέμε για τον Αλμέιδα. Γιατί τελικά, ο άνθρωπος δεν ήταν απλώς ένας προπονητής για την ΑΕΚ, αλλά ένα φαινόμενο για τα ελληνικά δεδομένα. Ένας χαρακτήρας που δεν μπορούσες να αγνοήσεις – ένας τύπος που ένιωθες πως, ακόμα κι αν τον πετύχαινες απέναντί σου σε μια αλάνα, θα έμπαινε στο ματς με τα δόντια σφιγμένα και το βλέμμα να φλέγεται. Ήταν το πάθος προσωποποιημένο Κι αυτό το σέβεσαι. Το αναγνωρίζεις. Όπως το αναγνώριζαν μέχρι και οι απέναντι. Γιατί μπορεί να μη στήριζες την ΑΕΚ, αλλά για τον Ματίας δεν μπορούσες να πεις κουβέντα, εκτός κι αν ήσουν εμπαθής ή απλώς βαριόσουν να δεις την αλήθεια.
Ο Αλμέιδα δεν ήρθε απλώς να κάνει μια δουλειά. Ήρθε και έφερε μαζί του μια νέα πνοή, ένα ποδόσφαιρο έντασης, συνοχής, ένα μοντέλο ομάδας που θύμιζε ευρωπαϊκές συνθήκες. Πήρε την ΑΕΚ από τα «μετριότατα» και την πήγε στα «μεγάλα». Τίτλοι, νταμπλ, επιστροφή στην κορυφή. Της ξαναθύμισε πώς είναι να νικάς και να μην απολογείσαι.
Υπάρχει κανείς που θέλει να φύγει ο Αλμέιδα;
Και να 'μαστε τώρα στο φινάλε
Όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα σε μια ιστορία - του ελληνικού ποδοσφαίρου- ο κύκλος κάποια στιγμή κλείνει. Όχι επειδή έπαψε να είναι ικανός ή παθιασμένος. Αλλά γιατί η ίδια η σχέση του με το σύστημα και τις απαιτήσεις άρχισε να φθείρεται. Κι εκεί, αντί να υπάρξει ένα τίμιο «αντίο», άρχισε η κλασική κατρακύλα: οι αφορισμοί, η κριτική στις επιλογές του, το «δεν κάνει», «το έχασε», «μα γιατί έβαλε αυτόν κι όχι τον άλλον».
Με τους αρκετούς να βρίζουν επειδή «δεν τους έκατσε το ρόστερ» ή «κακώς έπαιζε με τριάδα» ή επειδή ο «Γκατσίνοβιτς δεν είναι αριστερό μπακ», λες και παρακολουθούσαν Μπαρτσελόνα ή ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει την πολυτέλεια να πετάει στα σκουπίδια ανθρώπους που ήρθαν να το πάνε ένα βήμα παραπέρα.
Λες και δεν ήταν ο ίδιος που πριν λίγο καιρό είχε φτιάξει μια από τις πιο θελκτικές ομάδες της τελευταίας δεκαετίας. Λες και δεν ήταν αυτός που, σε κάθε ματς, έζησε το παιχνίδι σαν να ήταν ο τελευταίος του. Και κάπου εδώ τίθεται και το μεγάλο ερώτημα: Αν αύριο μεθαύριο ο Μεντιλίμπαρ κάνει μια κακή σεζόν στον Ολυμπιακό, θα ξεχάσουν και το ευρωπαϊκό που τους χάρισε; Θα τον πετάξουν σαν στιμμένη λεμονόκουπα; Αν ναι, τότε το πρόβλημα δεν είναι στους προπονητές. Είναι σε εμάς.
Σε τελική ανάλυση, ο Αλμέιδα ήταν ένας ρομαντικός, ένας coach με καρδιά ποδοσφαιριστή, όχι λογιστή. Και ναι -μπορεί το τακτικό του manual να είχε τρύπες- αλλά είχε αρχές, όραμα και τρέλα. Και το ελληνικό ποδόσφαιρο, πέρα από πολύ τακτική και γκρίνια, χρειάζεται ακόμα λίγη τρέλα.
Σε έναν κόσμο γεμάτο «προπονητές καναπέ», ο Αλμέιδα υπήρξε ένας αυθεντικός. Και αυτό δεν ξεχνιέται εύκολα. Hasta luego, Ματίας.