Μπορεί να μην έχει την αίγλη της Σαντορίνης ή το nightlife της Πάρου, αλλά η Τζια (ή Κέα) έχει κάτι που δεν βρίσκεις εύκολα πια στις Κυκλάδες: κομψή ηρεμία. Και μόνο το γεγονός ότι βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την Αθήνα την καθιστά ιδανική για ένα long weekend ή και για μια αυθόρμητη τριήμερη απόδραση όταν η πόλη αρχίζει να καίει επικίνδυνα. Ναι ξέρω ότι μίλησα στην ιδρωμένη και ταλαιπωρημένη ψυχούλα σου.
Αλλά η Τζια δεν είναι απλώς κοντά. Είναι και ωραία. Πολύ ωραία. Μυρίζει θυμάρι, έχει πετρόκτιστα χωριά με νεοκλασικά σπίτια, παραλίες με αλμυρίκια και βουτιές χωρίς συνωστισμό. Είναι ένα νησί που αγαπάς αργά, αλλά βαθιά και που δύσκολα θα μείνει σε μία μόνο επίσκεψη. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της Τζιας είναι η ευκολία. Μέσα σε μία από το Λαύριο, βρίσκεσαι σε άλλο κόσμο. Ούτε πολύωρα δρομολόγια, ούτε στριμωξίδι σε λιμάνια. Αρκεί να μπεις στο πλοίο με ένα σακίδιο και το mood των διακοπών έχει ήδη ξεκινήσει. Είναι το ιδανικό νησί για όσους θέλουν να περάσουν ένα αυθεντικό, κυκλαδίτικο τριήμερο χωρίς να χρειαστεί να πάρουν άδεια μια ολόκληρη εβδομάδα.
Ιστορία και πολιτισμός με γήινο αποτύπωμα
Η Τζια έχει κάτι το αρχοντικό, σχεδόν μυστικιστικό. Είναι το νησί όπου σύμφωνα με τον μύθο ζούσαν οι νύμφες μέχρι που τις έδιωξε ο θεός Απόλλωνας, προκαλώντας ξηρασία. Η αρχαία Καρθαία είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά και ταυτόχρονα παραγνωρισμένα αρχαιολογικά σημεία των Κυκλάδων: ένας ολόκληρος αρχαίος οικισμός πάνω στο κύμα, προσβάσιμος μόνο με πεζοπορία ή με καΐκι. Η Ιουλίδα, η χώρα του νησιού, είναι από τα πιο καλοδιατηρημένα κυκλαδίτικα χωριά, χωρίς να έχει χάσει την ταυτότητά της. Τα βράδια, μπορείς να ακούσεις μόνο το θρόισμα των φύλλων και τα πηγαδάκια των κατοίκων στην πλατεία. Περπατώντας στα στενά της, θα συναντήσεις μικρές γκαλερί, σπίτια με καμάρες και το θρυλικό πέτρινο λιοντάρι της Κέας, ένα από τα αρχαιότερα λαξευμένα αγάλματα της Ελλάδας, που «φυλάει» την Ιουλίδα εδώ και χιλιετίες.
Παραλίες με χαρακτήρα
Η Τζια δεν έχει τις αχανείς παραλίες άλλων νησιών, αλλά προσφέρει κάτι πιο ιδιαίτερο: παραλίες με προσωπικότητα. Ο Οτζιάς είναι ιδανικός για οικογένειες, με αμμουδιά και ρηχά νερά, ενώ η Γαλησσά ή η Ποισσές προσφέρουν την αίσθηση του ελεύθερου κάμπινγκ χωρίς να χρειαστείς σκηνή. Ο Κούνδουρος είναι το πιο κοσμικό σημείο του νησιού, με beach bars, πέτρινα σπίτια και ένα αρχιτεκτονικά εντυπωσιακό σκηνικό που θυμίζει Σικελία. Αντίθετα, η Συχάδα ή η Σπαθί προσφέρουν περισσότερη απομόνωση, τέλεια για να διαβάσεις βιβλίο ή να κάνεις snorkeling. Για τους πιο τολμηρούς, υπάρχουν και μυστικές παραλίες που απαιτούν περπάτημα ή μονοπάτι αλλά αξίζουν κάθε βήμα.
Ρωτήσαμε το ChatGPT ποιο είναι το ομορφότερο κυκλαδίτικο νησί
Φαγητό με ψυχή
Από τις ψαροταβέρνες του Βουρκαρίου μέχρι τις μοντέρνες κουζίνες της Ιουλίδας, το φαγητό στην Τζια είναι απλό αλλά ουσιαστικό. Θα βρεις τοπικές λιχουδιές όπως λουκάνικα Κέας, μέλι θυμαρίσιο, χορτόπιτες και την παραδοσιακή «παστουρμαδόπιτα». Μην παραλείψεις να δοκιμάσεις φρέσκο ψάρι δίπλα στο κύμα, ή να κλείσεις το βράδυ σου με ένα ρακί στα ταβερνάκια της χώρας.
Πεζοπορία, βόλτες, σιωπή
Αν θες απλώς να αράξεις, το νησί σου το επιτρέπει. Αλλά αν έχεις διάθεση να το εξερευνήσεις, η Τζια έχει πολλά να αποκαλύψει. Διαθέτει ένα από τα πιο οργανωμένα δίκτυα μονοπατιών στις Κυκλάδες, που συνδέουν χωριά, παραλίες και αρχαιολογικά σημεία. Η πεζοπορία εδώ δεν είναι καταναγκασμός, είναι βίωμα. Οι απογευματινές βόλτες στην Ιουλίδα, η πανοραμική θέα από τον Φάρο, το περπάτημα μέχρι την Καρθαία, όλα έχουν αυτή τη σπάνια ποιότητα της σιωπηλής εμπειρίας.
Αυθεντικότητα με chic χαρακτήρα
Η Τζια έχει τη χάρη να είναι «ψαγμένη» χωρίς να το παίζει. Δεν θα βρεις VIP σκηνικά ή πολυτελή resorts, αλλά θα δεις σπίτια αρχιτεκτονικά εναρμονισμένα με το τοπίο, μικρές boutique κατοικίες, διακριτική αισθητική και ανθρώπους που πάνε εκεί για να ξεκουραστούν, όχι να εντυπωσιάσουν. Το κοινό της Τζιας δεν είναι απαραίτητα κοσμικό, είναι πιο πολύ οικογένειες, ζευγάρια, λάτρεις της ησυχίας, καλλιτέχνες, ή απλώς άνθρωποι που αναζητούν ποιότητα χωρίς περιττές φιοριτούρες.
Εν κατακλείδι, μπορεί να περάσεις ένα τριήμερο στην Τζια χωρίς να κάνεις τίποτα και να φύγεις με το κεφάλι σου γεμάτο εικόνες, ηρεμία και πιο μαυρισμένος από ποτέ. Είναι ένα νησί που δεν προσπαθεί να αποδείξει κάτι. Απλώς είναι. Και αυτό, στην εποχή του «φαίνεσθαι», είναι ίσως η μεγαλύτερη πολυτέλεια.