Το σύγχρονο έπος του Quentin Tarantino που “άλλαξε” τα φώτα στο σινεμά και η προσωπική εμπειρία ενός συντάκτη.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που είδα το Reservoir Dogs. Πρέπει να ήμουν 16 χρονών και μόλις είχα αρχίσει να παίρνω στα σοβαρά τον κινηματογράφο. Ένας κολλητός μου από το σχολείο με είχε μυήσει προσφάτως στο Kids του Larry Clark και τώρα μου πρότεινε αυτό: “Φίλε πραγματικά δεν έχεις ξαναδεί κάτι τέτοιο. Είναι η καλύτερη ταινία που έχω δει” μου λέει ενθουσιασμένος ο Νίκος ο κολλητός. Εγώ επειδή εμπιστευόμουν από πάντα το γούστο του στη μουσική και στις ταινίες, είπα ναι μέσα. Άλλωστε το Kids του Clark είχε όντως αποδειχθεί άλλη μία προσωπική μου αποκάλυψη. Οπότε είπα ναι φίλε πάμε, κανονίζουμε προβολή στο σπίτι σου με τα όλα της, VHS και πίτσα. Φυσικά η όλη φάση έγινε στο πατρικό του Νίκου, τον Ναό της Τέχνης όπως τον λέγαμε τότε, ένα μικρό διαμέρισμα γεμάτο ταινίες, cd και κόμικς.

 

 
 

Δεν είχα ξαναδεί Tarantino μιας και ουσιαστικά δεν τον γνώριζε ακόμη πολύς κόσμος στην Ελλάδα, πρόσφατα είχε βγει και το Pulp Fiction στις αίθουσες με το οποίο είχε προκαλέσει διφορούμενο πανικό στους κριτικούς μας. Στην Κρήτη τότε όταν έλεγες Tarantino οι περισσότεροι σε κοιτούσανε περίεργα λες και τους ζητούσες κάποια εξωτική μάρκα φέτας από την Τασμανία. Πήγαμε λοιπόν ένα ωραίο απόγευμα Σαββάτου σπίτι του με την παρέα και νοικιάσαμε το Reservoir Dogs από το βίντεο κλαμπ της γειτονιάς μας. Μάλιστα στην αρχή ο υπάλληλος μας έκανε και νούμερα, λέγοντας πως είναι σκληρή ταινία και δεν ξέρει αν θα έπρεπε να μας την δώσει. Τελικά τον καταφέραμε μιας και γνώριζε καλά τον πιο μεγάλο αδερφό του Νίκου.

Pulp Fiction: Όλα όσα δεν γνώριζες για το έπος του Quentin Tarantino

Σκάμε στο σπίτι και ευτυχώς λείπανε οι γονείς του. Βάζουμε την ταινία και το χάος αρχίζει. Τρία άτομα είμαστε στον καναπέ, τρία άτομα με γουρλωμένα μάτια και κάτι χαμόγελα μέχρι τα αυτιά. Απλά δεν υπήρχε αυτό που βλέπαμε στην οθόνη και τίποτα μέχρι τότε δεν συγκρινόταν με αυτή την splatter απόλαυση. Ατάκες που σου έμεναν για πάντα και κινηματογραφική μαεστρία βγαλμένη από ταινίες τις οποίες θα ανακαλύπταμε πολλά χρόνια μετά. Τι βία ήταν αυτή; Όχι μία βία που είχαμε ξαναδεί, μία βία κάπως αστεία, κωμική, βγαλμένη από τα κόμικ και τα pulp μυθιστορήματα. Αμέσως το όλο στυλ και το όλο ύφος κόλλησε με τα κύτταρα μας και η ιστορία είχε ήδη γραφτεί στις καρδιές μας. Το Reservoir Dogs ήταν η νέα μας κινηματογραφική βίβλος και τίποτα δεν θα έμπαινε ανάμεσα στην παρέα μας και τον θεό Tarantino. Σκέψου μία παρέα αγοριών που ακόμη πάνε λύκειο και δεν έχουν ιδέα από σινεμά, ζουν σε ένα νησί και γύρω τους επικρατεί μία συντηρητική και βαρετή αντίληψη όλων των πραγμάτων, ξαφνικά να έρθουν αντιμέτωποι με το σινεμά του Tarantino. Κι εδώ μη ξεχνάμε πως μιλάμε για το τέλος της δεκαετίας του ενενήντα έτσι. Πρώιμος μεσαίωνας όσο αφορά τα πολιτισμικά στο νησί.

 

 
 

Το ντεμπούτο film αυτού του γιγαντιαίου ογκόλιθου της έβδομης τέχνης θα μείνει για πάντα κλασικό και θα προσδιορίζει ένα ολόκληρο είδος σινεμά, που ναι μεν είναι αναχρονιστικό και vintage, από την άλλη όμως έκανε ένα σπουδαίο κοινωνικό έργο που δεν έχει κάνει ουσιαστικά κανένα κράτος και καμία κυβέρνηση ποτέ: Έβαλε στον πολιτισμό μία μεγάλη απόκεντρη μερίδα ανθρώπων που αλλιώς δεν θα είχαν μπει ποτέ στον κόπο να ψαχτούν για το σινεμά, την τέχνη και τα βιβλία. Γιατί το Reservoir Dogs τα είχε όλα. Ήταν σαν αστυνομικό μυθιστόρημα, ήταν βίαιο, έξυπνο, είχε αναφορές και διεξόδους σε μία απίστευτη μουσική συλλογή (από εκεί κόλλησα άσχημα με το αμερικάνικο ραδιόφωνο άλλωστε, το Little Green Bag είναι ίσως ένα από τα πιο εμληματικά κομμάτια σε opening scene ever) αλλά ήταν και σχεδόν εικαστική τέχνη. Μία ολοκληρωμένη εμπειρία. Δεν θα μπω στον κόπο να περιγράψω την υπόθεση. Όλοι μας γνωρίζουμε την ταινία και όλοι μας την έχουμε δει. Ελπίζω μόνο αν το διαβάζεις αυτό και όντως δεν την έχει δει, το πρώτο που θα κάνεις μόλις τελειώσεις το άρθρο είναι να πας να το δεις χωρίς δεύτερη σκέψη.

reservoirdogs

O Keanu Reeves επιστρέφει για δεύτερη ταινία Constantine

Αν η πρώτη δουλειά του Tarantino ήταν πραγματικά σε ένα παρακμιακό βίντεο κλαμπ του Manhattan Beach κάπου στην California, τότε εμείς οι βιντεοκλαμπάκηδες οπαδοί του μέσα μας νιώθουμε ακόμη και σήμερα πλήρεις. Εκεί μεγαλώσαμε κι εκεί νοικιάσαμε πρώτη φορά το ντεμπούτο του.

 

 
 

Για την ιστορία να πούμε πως στην αρχή ο Quentin θα γύριζε την ταινία με 30.000 δολάρια budget, το οποίο το είχε μαζέψει δολάριο δολάριο, αλλά τελικά με κάποιον μαγικό τρόπο το σενάριο έφτασε στα χέρια του θεού Harvey Keitel και αυτός βρήκε εκείνο το μαγικό 1.5 εκατομμύριο για να γυριστεί το φιλμ. Και μην ξεχνάμε κάτι βασικό. Στον Tarantino, στον Keitel και στο Reservoir Dogs χρωστάμε τρία από τα πιο κουλ ονόματα του κινηματογράφου σήμερα: Tim Roth, Steve Buscemi και Michael Madsen. Χωρίς αυτή την ταινία δεν θα τους είχε ανακαλύψει ποτέ το Hollywood.

Reservoir Dogs σε ευχαριστούμε που μας έσωσες από τη βαρετή μας ζωή. Χρόνια σου πολλά!

©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved