intime Ολυμπιακοί Αγώνες: Μήπως ζούμε την απόλυτη απαξίωσή τους;

Με το 2004 να ανήκει και επίσημα στην ύστερη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, είναι ίσως η ώρα για μια σοβαρή συζήτηση για το μέλλον της κορυφαίας αθλητικής διοργάνωσης.

Όσο στην Ελλάδα θυμώναμε, και δικαίως, για την έλλειψη συνεννόησης στην τηλεοπτική κάλυψη της προσπάθειας των Πετρούνια και Γκιώνη, φαίνεται πως δεν ήταν και τόσο καθολική αυτή η δίψα για ολυμπιακό θέαμα. Είναι σίγουρα πολύ νωρίς για να μετρήσουμε το ενδιαφέρον του κοινού για τους Ολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο, όμως η τηλεθέαση της τελετής έναρξης είναι ένας καλός πρώτος δείκτης.

Σύμφωνα με το NBC μόλις 17 εκ. είδαν την τελετή έναρξης στην Αμερική, λιγότεροι από τους μισούς σε σχέση με αυτούς που είδαν την αντίστοιχη τελετή στο Λονδίνο το 2012 και κατά 36% λιγότεροι σε σχέση με αυτούς που παρακολούθησαν την τελετή των χειμερινών αγώνων του 2018 στην PyeongChang. Η σύγκριση με αυτούς τους χειμερινούς είναι η πιο χρήσιμη καθώς είχε την ίδια διαφορά ώρας με την Αμερική, γιατί μπορεί να υπολογιστεί και η επίδραση αυτού του παράγοντα δυσκολίας. Σαν ένα ακόμα μέτρο σύγκρισης, 17 εκ τηλεθεατές σύγκεντρώνουν περίπου οι πιο ενδιαφέροντες αγώνες των κολλεγιακών πρωταθλημάτων σε αμερικάνικο ποδόσφαιρο και μπάσκετ. 

Η έλλειψη κοινού και το άδειο στάδιο της τελετής έναρξης, σίγουρα δεν ήταν και το πιο θελκτικό θέαμα και αυτό είναι κάτι που συνέβη σε πολλά αθλητικά γεγονότα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Εκεί που θα περίμενε κανείς η τηλεοπτική μετάδοση να γίνει πιο δημοφιλής, αφού απαγορεύτηκε η είσοδος θεατών, τα αποτελέσματα της τηλεθέασης έδειξαν πως ο κόσμος δεν θέλει να βλέπει άδεια γήπεδα. 

 

 

Το 2004 που αναφέραμε και στην αρχή μόνο τυχαίο δεν ήταν. Για εμάς τους Έλληνες μπορεί να ήταν το ορόσημο της ύστερης ιστορίας μας, όμως μια πιο προσεκτική ανάγνωση των όσων ακολούθησαν γύρω από τον θεσμό των Ολυμπιακών Αγώνων δείχνει ότι ήταν κι ένα σημείο καμπής. 

Όταν η Αθήνα κέρδισε την ψηφοφορία για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων είχε να ανταγωνιστεί άλλες 11 πόλεις. Το Πεκίνο για να πάρει τη διοργάνωση του 2008 νίκησε 9 και το Λονδίνο για το 2012, άλλες 8. Το πτωτικό μοτίβο του ενδιαφέροντος για την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων μοιάζει με την πορεία μέτριων κινηματογραφικών sequel που χάνουν συνεχώς το ενδιαφέρον του κοινού. Το Παρίσι που θα διοργανώσει τους Αγώνες του 2024 είχε να ανταγωνιστεί μόνο μια χώρα, ενώ μόλις ανακοινώθηκε ότι οι Αγώνες του 2032 θα γίνουν στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας, μια ανακοίνωση που δεν περιμέναμε με καμία αγωνία καθώς ήταν και μοναδική υποψηφιότητα.

Ο εύκολος ένοχος για την έλλειψη ενδιαφέροντος για την ανάληψη της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων είναι φυσικά το κόστος. Η σπατάλη του 2004 φαίνεται δια γυμνού οφθαλμού στις πολλές παρατημένες αθλητικές εγκαταστάσεις, αν και τώρα τελευταία έχουν χορταριάσει τόσο πολύ που κρύβονται κάπως. Όμως ακόμα κι αν γίνει συνετή χρήση των χρημάτων και κατασκευαστούν μόνο πραγματικά χρήσιμες εγκαταστάσεις που θα μπορέσουν με κάποιον τρόπο να αξιοποιηθούν στο μέλλον, αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Η οικονομική εκμετάλλευση των Αγώνων έχει γίνει πολύ πιο συγκεντρωτική από τη ΔΟΕ με αποτέλεσμα τα όποια έσοδα στις χώρες διοργάνωσης να έχουν περιοριστεί δραματικά.

 

 

Τα παράπλευρα οφέλη των Ολυμπιακών Αγώνων έχουν εξανεμιστεί και αυτά. Όλοι ξέρουμε ότι έργα όπως η Αττική Οδός, το μετρό και το αεροδρόμιο στα Σπάτα ήταν έργα που λίμναζαν για δεκαετίες και η ανάληψη των αγώνων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην υλοποίησή τους. Αυτό είναι κάτι που δεν συμβαίνει πια καθώς ελάχιστες είναι οι πόλεις οι οποίες αναλαμβάνουν τη διοργάνωση χωρίς έτοιμες αυτές τις βασικές υποδομές.

Το Λονδίνο και το Ρίο είδαν τη διοργάνωση ως μια ευκαιρία αναβάθμισης των υποβαθμισμένων τους περιοχών. Οι αποτυχημένες απόπειρες gentrification δεν ήταν κάτι το πρωτόγνωρο, όμως ήταν οι πρώτες που έγιναν σε αυτό το ογκώδες οικονομικό μέγεθος. Δεν είναι παράξενο που ο ενθουσιασμός του 2004 είναι πλέον ανάμνηση. Πριν από κάθε υποψηφιότητα γίνονται σφυγμομετρήσεις και τοπικά δημοψηφίσματα. Στο Σικάγο έγιναν ογκώδεις διαδηλώσεις που απαιτούσαν την απόσυρση της υποψηφιότητας για το 2016, στο Μόντρεαλ οι κάτοικοι βγήκαν στους δρόμους να πανηγυρίσουν την απόσυρση της δικής τους υποψηφιότητας και μοιραία η συζήτηση γύρω από την επόμενη πόλη που θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες έχει μετατραπεί σε μία καυτή πατάτα.

 

 

Μία καυτή πατάτα μεταξύ ανεπτυγμένων πόλεων που έχουν σχεδόν έτοιμες όλες τις υποδομές και βρίσκονται όλες στον ανεπτυγμένο κόσμο. Το gentrification των αναπτυσσόμενων χωρών μέσω μεγάλων αθλητικών εκδηλώσεων όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες ή το Μουντιάλ απέτυχαν πριν καν γίνει η αποτίμησή τους και ήρθε η ώρα να δούμε την επόμενη μέρα.

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των πόλεων που ήθελαν να καταπλήξουν την παγκόσμια κοινότητα ανέβασαν το κόστος σε δυσθεώρητα επίπεδα. Τα 51 δις δολάρια που δαπάνησε η Ρωσία για τους χειμερινούς αγώνες στο Sochi το 2014 θα έπρεπε να είναι το καμπανάκι ότι κάτι δεν πάει καλά και όχι το άσπαστο ρεκόρ προϋπολογισμού που πρέπει να σπάσει η επόμενη πόλη. 

 

 

Οι χορηγίες είναι απαραίτητες για τη διοργάνωση, όμως έγιναν αυτοσκοπός. Ίσως η ΔΟΕ και οι χώρες που αναλαμβάνουν πλέον τη διοργάνωση των Αγώνων να έχουν ξεχάσει τις αρχές με τις οποίες αναστήθηκαν οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες το 1896, εδώ στην Ελλάδα. Τα ιδεώδη του Ολυμπισμού, όπως η ευγενής άμιλλα μεταξύ αθλητών και ο ουτοπικός, μα πάντα πολύτιμος, στόχος της ειρήνης μεταξύ των εθνών έχουν παραγκωνιστεί.

Εμείς οι Έλληνες πονάμε λίγο περισσότερο την υπόθεση των Ολυμπιακών Αγώνων, δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε και αλλιώς. Ίσως γι’αυτό μας πείραξε και λίγο παραπάνω που δεν είδαμε σε ζωντανή σύνδεση την προσπάθεια του Πετρούνια. Η κακή τηλεοπτική κάλυψη είναι απλά το σύμπτωμα μιας χρόνιας απαξίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων που έχουν χάσει την ταυτότητά τους. Ας είναι αυτή η οργή η αφετηρία και όχι ο αυτοσκοπός. Ας γίνει η αφορμή για επαναφορά των Ολυμπιακών Αγώνων σε αυτό που αξίζει να είναι, η κορυφαία αθλητική διοργάνωση του κόσμου και μια παγκόσμια γιορτή.



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved