Γιατί ο στρατηγός Grant αποτελεί έμπνευση για τον σύγχρονο άντρα

O νικητής του Αμερικανικού Εμφυλίου φτιάχτηκε από το κράμα των αντρών που χρειαζόμαστε σήμερα.

Πρέπει να ήταν φθινόπωρο του 1838 όταν ο πιτσιρικάς Ulysses Grant, το μεγαλύτερο από τα πέντε παιδιά, συνειδητοποιούσε ότι δεν ήξερε να κάνει τίποτα σωστά. Δεν του άρεσε το βυρσοδεψείο που είχε ο πατέρας του, δεν καταλάβαινε όπως άλλοι τα μαθηματικά και την ιστορία, ενώ ακόμη και στο κουβάλημα δεν είχε και την εξέχουσα μυική δύναμη ώστε να βοηθήσει. Το μόνο που άρεσε στο νεαρό Grant ήταν τα άλογα. Ήξερε να τα ιππεύει, να τα τιθασεύει, να τους φέρεται με σεβασμό χωρίς να τα αγριεύει. Τους φερόταν τόσο καλά που ο πατέρας του έλεγε πως «αν μάθει να σέβεται τους ανθρώπους το ίδιο, θα κατακτήσει τον κόσμο».

 

Η κοινή γνώμη για τον Grant που θα διαβάσει κανείς εκεί έξω, εστιάζει σε δύο πράγματα. Ότι ο Grant κέρδισε τους Νότιους στον Εμφύλιο και ότι ήταν μεθύστακας. Παρότι το πρώτο είναι πολύ απλό για να συνειδητοποιήσει κανείς το μεγαλείο του Ulysses Grant, το δεύτερο δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας μύθος που κατάφεραν να κυκλοφορήσουν οι Νότιο μετά τον πόλεμο, ώστε να θίξουν την υπόληψη του στρατηγού. Για τις μάχες του, την εφευρετικότητα του και την ικανότητα να παραμένει ψύχραιμος κάτω από υπερβολική πίεση ώστε να κερδίζει τις μάχες, μπορεί κανείς να την μάθει με λεπτομέρεια παρακολουθώντας το ντοκιμαντέρ Grant, του οποίου παραγωγός υπήρξε ο Leonardo DiCaprio. Όμως ο άντρας Grant, ο άνθρωπος χωρίς την στολή, είναι εκείνος που πρέπει να πασχίζει να είναι ο σύγχρονος άντρας.

 

 

Στον Grant δεν άρεσε να τριγυρνάει σε πορνεία. Πίστευε πως το μυαλό του θόλωνε και πως κάτι τέτοιο όσο διασκεδαστικό και αν ήταν για έναν άντρα, καταδυναστεύει την ψυχή μίας γυναίκας. «Η μοίρα την έριξε σε αυτό, όχι η θέληση της» έλεγε όσο ήταν ακόμη αξιωματικός. Στον Μεξικανικό Πόλεμο διακρίθηκε για την ανδρεία του. Η ανταμοιβή του ήταν να υπηρετήσει στην άλλη άκρη της Αμερικής στην Καλιφόρνια. Εκεί ξεκίνησε και η κατρακύλα που έδωσε την αφορμή στους Νότιους να διαδώσουν τον μύθο τους. Ο Grant, πλέον στο βαθμό του λοχαγού, ξεκίνησε να πίνει. Ξεκίνησε όμως να πίνει από την αφόρητη μοναξιά που ένιωθε καθότι του έλειπε η οικογένειά του. Δεν είχε δει ποτέ του τον γιο του που γεννήθηκε όσο εκείνος υπηρετούσε και τα γράμματα του που διαφυλάσσονται στο Μουσείο Σύγχρονης Ιστορίας των ΗΠΑ, φανερώνουν πως ήταν τόσο ερωτευμένος με την γυναίκα του που ήθελε να τα τινάξει όλα στον αέρα. Ακόμα και την πολλά υποσχόμενη καριέρα του. Ο Grant παραιτήθηκε από τον στρατό το 1854 και παρότι πέρασε στρατοδικείο για το θέμα του ποτού, το υπουργείο Στρατιωτικών είχε αναφέρει ρητά πως «Δεν υπάρχει κανένα συμβάν που να σπιλώνει το όνομα αυτού του άντρα».

 

Ο Grant γύρισε στην οικογένειά του μερικούς μήνες αργότερα. Ήταν 32 ετών και ήδη έβλεπε την ανισότητα ανάμεσα στους λευκούς και τους μαύρους, την άδικη συμπεριφορά και τα λιντσαρίσματα. Παρότι ο ίδιος είχε γονείς που καταγόντουσαν από τον Βορρά, η γυναίκα του Julia Dent και η οικογένειά της, είχαν μεγαλώσει στο Νότο. Ο πατέρας της διατηρούσε φυτείες και είχε μαύρους δούλους ως εργάτες, κάτι που ο Grant δεν μπορούσε να ανεχτεί και γι΄αυτό δεν είχε ποτέ φιλικές σχέσεις με τον πεθερό του. Η προίκα της Julia περιλάμβανε και έναν μαύρο υπηρέτη -δώρο του πατέρα της- ονόματι William Jones. Παρότι μέχρι την αρχή του εμφυλίου ο Grant δεν είχε πολιτικοποιηθεί αισθητά στο κομμάτι της πάταξης της δουλείας, οι αρχές του και η συνείδησή του, δεν τον άφηναν να χρησιμοποιήσει έναν άνθρωπο ως υποχείριο. Το 1857, ο φτωχός Grant, χωρίς δουλειά και με μοναδικό έσοδο να πουλάει ξύλα με ένα κάρο, πήγε στο δικαστήριο και έδωσε στον William Jones τα χαρτιά της ελευθερίας του. Παρότι του είπαν ότι θα μπορούσε να βγάλει μέχρι και 1.000 δολάρια για την πώλησή του, ο Grant αρνήθηκε κατηγορηματικά παρότι είχε ανάγκη τα χρήματα.

 

 

Όταν κατετάγη για τον Εμφύλιο (αρχικά με τον βαθμό του ταγματάρχη) ο Grant αποδείχτηκε ικανότερος από τους ανωτέρους του. Ήταν ο μοναδικός που στη συνέχεια θα σημείωνε νίκες αλλά πολύ περισσότερο θα γινόταν γνωστός για τον σεβασμό που έμπνεε στους άντρες του. Στην αιματοκυλισμένη μάχη του Shiloh που υπήρχαν βαρύτατες απώλειες και από τις δύο μεριές, ήταν ο ίδιος ο Grant που καβαλά στο άλογο μάζευε τους άντρες του πίσω στην πρώτη γραμμή και τους ωθούσε να πιέσουν. Για το στόρι, η αιματηρή μάχη θα τελείωνε με τη νίκη των Βορείων. Για τον Grant -μέχρι τη στιγμή που έγινε Πρόεδρος- δεν υπήρχαν Βόρειοι και Νότιοι. Υπήρχαν Αμερικανοί που «Μαχόμαστε με οπλισμένους επαναστάτες. Όλοι μας, είμαστε πολίτες της ίδιας χώρας». Η αγάπη του για τα πούρα ξεκίνησε από τον ίδιο τον κόσμο. Ο Grant δεν ήταν καπνιστής αλλά ο κόσμος του έστελνε πούρα για να τον συγχαρεί για τις νίκες του. Όσο για το ήθος του, τον αναγνώρισε μέχρι και ο εξαίρετος στρατηγός των Νοτίων Robert Lee, όταν μετά την παράδοσή του στο Appromattox είδε πως συμπεριφέρθηκε στους ηττημένους. Ο Grant δεν συνέλαβε κανένα στρατιώτη για εσχάτη προδοσία. Άφησε τους αξιωματικούς να κρατήσουν τα ξίφη και τα κολτ τους, και επέτρεψε στους στρατιώτες να φύγουν με τα προσωπικά τους αντικείμενα και τα μουλάρια τους. Φρόντισε επίσης να ταίσει τον διαλυμένο στρατό του Lee, λέγοντας συγκεκριμένα πως πλέον οι Νότιοι είναι «Αμερικάνοι σαν όλους μας».

 

 

Στα χρόνια που θα περνούσαν, ο στρατηγός Lee μαζί με τον στρατηγό Longstreet και τον στρατηγο Benning, δεν θα ανεχόντουσαν την παραμικρή κατηγορία για τον Grant. Ο Longstreet μάλιστα διορίστηκε στρατάρχης στη Νέα Ορλεάνη όταν ο Grant έγινε Πρόεδρος, με αντιρρήσεις πολλών Βορείων αξιωματικών. Ο Benning θα έλεγε πως «Ήταν ο πιο ιπποτικός στρατιώτης που έχω συναντήσει» ενώ ο Lee θα σχολίαζε πως «Δεν είδα ποτέ μου κανένα μεθύστακα. Είδα έναν άνθρωπο που φερόταν στους πάντες σαν ίσος. Ένας άνθρωπος σαν αυτούς που θέλουμε εκεί έξω».

 

Η αλήθεια είναι πως ο Grant δεν τα κατάφερε το ίδιο καλά σαν Πρόεδρος όσο σαν αρχιστράτηγος. Κυβέρνησε την Αμερική σαν στρατιωτική μονάδα γιατί ήταν ο μόνος τρόπος που ήξερε, ενώ η απειρία του και οι ελλείπείς πολιτικοί του κύκλοι, δεν τον άφησαν να προλάβει μεγάλα σκάνδαλα που έγιναν από αξιωματούχους του Λευκού Οίκου. Όμως ο ίδιος Grant δεν υπήρξε ποτέ ούτε απατεώνας, ούτε διεφθαρμένος. Ίσως αγαθός για μία τέτοια θέση. Ο ίδιος του ο προσωπικός γραμματέας Orville Babcock που ήταν από τους πρωτεργάτες του Δαχτυλιδιού του Ουίσκι, μίας μεγάλης καλοστημένης κυβερνητικής κομπίνας, δήλωσε στο δικαστήριο πως «Το χειρότερο είναι πως δεν μπορώ να κοιτάξω στα μάτια έναν άνθρωπο τόσο τίμιο όσο τον Πρόεδρο Grant».

Ο Ulysses Grant ήταν στρατηγός αλλά πρώτος στρατιώτης στη μάχη. Αγαπούσε την οικογένειά του και πίστευε στις αρχές που την δένουν και την κάνουν μονάδα. Ξεστράτισε όχι από αμαρτίες του παρελθόντος, αλλά από την απώλεια της οικογένειας αυτής. Διακρίθηκε σε μάχες και δεν υποχώρησε ποτέ. Ούτε μία φορά, σε όλη του την στρατιωτική καριέρα. Έβλεπε όλους τους ανθρώπους ίσους κάτω από το βλέμμα του Θεού και προσπάθησε σαν κοινός θνητός, να γίνει ένας άντρας για τις ανάγκες του κόσμου. Ένα φωτεινό παράδειγμα σε μία αμερικανική ιστορία με πολλούς αμφισβητήσιμους χαρακτήρες, που έχει να διδάξει ότι χρειαζόμαστε και άλλους σαν εκείνον. Ανθρώπους τίμιους και δίκαιους, γενναίους και πιστούς. Χρειαζόμαστε άντρες που να αφήσουν το στίγμα τοιυς στο χρόνο.

 

Χρειαζόμαστε ήρωες.



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved