21 ολόκληρα χρόνια Πέρα από τις Πόλεις της Ασφάλτου

Τέτοιες μέρες το 1995, τα Ξύλινα Σπαθιά έκλεισαν σε ένα δίσκο αυτό που μάθαμε ως «ήχο των Σπαθιών».

Τα ακόρντα του «Ατλαντίς», τα ξέρω από μνήμης μέχρι σήμερα. Το ίδιο συμβαίνει και με το «Φωτιά στο Λιμάνι».  Το «Οι συμμορίες της ασφάλτου» παραμένει ένα από τα αγαπημένα τραγούδια που παίζουμε με την μπάντα μέχρι σήμερα. Είναι πραγματικά κρίμα που εκείνη την περίοδο, 1995 με αρχές 1996, την περίοδο που  το «Πέρα από τις Πόλεις της Ασφάλτου» ήταν στα φόρτε του, δεν καταλαβαίναμε πραγματικά τι είχαμε στα χέρια μας όταν βγαίναμε από το δισκάδικο. Έπαιζε πολύ πράμα στο πεντάγραμμο εκείνη την εποχή. Ακούγαμε ακόμη το «Smash» των Offspring, οι Smashing Pumpkins είχαν κυκλοφορήσει το «Mellon Collie and the infinite sadness» και οι πιο κλασικοί πιτσιρικάδες εξερευνούσαν τον τελευταίο δίσκο που έβγαλαν οι Queen, το «Made in Heaven». Χώρια που όλοι οι πιστοί του ρεύματος, συνέχιζαν και άκουγαν Nirvana.

Ο δίσκος έκανε τον κύκλο του. Έπαιξε πολύ στα πάρτι, έγινε cover από διάφορες μπάντες της εποχής, ενώ  τα κοριτσάκια (και τα αγοράκια) της γενιάς λάτρεψαν ειδικά το «Λιωμένο Παγωτό» -έχοντας μάλιστα την ψευδαίσθηση μέχρι σήμερα ότι μιλάει για καλοκαιρινές διακοπές. Έπειτα συνέβησαν δύο πράγματα: είτε ο δίσκος κατέληξε χωμένος σε κάποιο συρτάρι γεμάτος σκόνη είτε έμεινε σε μια δισκοθήκη ως ένα άξιο «παιδί» του ελληνικού ροκ, που περίμενε να ωριμάσει σαν το καλό ουίσκι.

Θέλω να πιστεύω, πως συνέβη κυρίως το δεύτερο. Γιατί, όπως με τα περισσότερα πράγματα στη ζωή, χρειάζεται χρόνος για να βιώσεις κάποιες καταστάσεις, να επαναπροσδιορίσεις και τελικά να τις εκτιμήσεις περισσότερο απ’ όσο φανταζόσουν. Και η καλή μουσική βοηθάει σε αυτό. Είναι σαν τα τραγούδια του Elvis που δεν μπορούσες να καταλάβεις στα 10 σου, αλλά στα 30 σου αναρωτιέσαι «μα καλά, κουφός ήμουν τόσο καιρό;»

Σε μια Ελλάδα όπου πλέον δεν υπάρχει ελληνικό ροκ με την έννοια που το θυμόμασταν (και αυτό δεν λέμε με ύφος σεβάσμιου γέροντα που αναπολεί τα παλιά -είναι μια ψυχρή κλινική διαπίστωση) το «Πέρα από τις Πόλεις της Ασφάλτου» δεν είναι απλά ένας δίσκος που θα σε γεμίσει με αναμνήσεις για τα σχολικά χρόνια. Όχι. Αυτή, ειλικρινά, είναι μία «μικρή» σε δυνατότητες σκέψη.

Ο συγκεκριμένος δίσκος δεν το αξίζει αυτό. Αξίζει πολλά παραπάνω. Είναι ένα ιερό κειμήλιο που σήμερα, 21 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, συνεχίζει να διαμορφώνει χαρακτήρες, να κλωτσάει μυαλά επαναφέροντας τα στο σωστό δρόμο και να βγάζει στην επιφάνεια την όμορφη πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης. Το κάνει μέσα από τους στίχους, μέσα από την ολική ατμόσφαιρα της μουσικής, μέσα από την χαρακτηριστική φωνή του Παυλίδη.

Είναι από τους δίσκους που αποτύπωσαν τη δυναμική της νεότερης ελληνική ροκ. Είναι ο δίσκος της γενιάς μας. Όπου αν πιάσουμε την κουβέντα για μουσική και αναφέρουμε όλα αυτά τα διαμάντια όπως οι Ενδελέχεια, τα Διάφανα Κρίνα, τα Μωρά στη Φωτιά κ.ο.κ., θα συμφωνήσουμε παμψηφεί για την διαχρονικότητα του «Πέρα από τις Πόλεις της Ασφάλτου» (εκτός ίσως από τους πολυ φανατικούς των «Μωρών», αλλά ακόμα και αυτές οι έριδες λείπουν από τα σημερινά πράγματα).

Τα περισσότερα από τα τραγούδια του δίσκου τα ακούμε μέχρι σήμερα. Τα παίζει δηλαδή μέχρι και ο Παυλίδης στις συναυλίες του. Μελωδίες αποτυπωμένες στο μυαλό όπως αυτή του «Ατλαντίς». Ή αυτόν τον ηλεκτρισμό που συνεχίζει να σου προκαλεί στις φλέβες το «Φωτιά στο Λιμάνι». Τραγούδια ιδιαίτερα όπως «Ο Εξορκιστής» και οι «Συμμορίες της Ασφάλτου» που σήμερα, λόγω των καταστάσεων που βιώνουμε και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουμε, τα κοιτάζουμε με άλλο μάτι.

Αν ακούσεις τον δίσκο σήμερα, τώρα, δεν θα είναι ο ίδιος δίσκος που άκουσες τότε. Είναι σαν να ανακαλύπτεις από την αρχή τον εαυτό σου. Κάθε τραγούδι είναι μια ματιά σε ένα καθρέφτη του εαυτού σου, αλλά και όλων όσων βρίσκονται τριγύρω σου. Μπορεί να ερωτευτείς ξανά με το «Ό,τι θες εσύ» ή να κοπανήσεις την γροθιά σου στο πάτωμα με το «Μη ρωτάς».

Το μεγαλείο μιας μπάντας ή και ενός δίσκου, δεν είναι μόνο να σε εκφράζει. Είναι να συνεχίζει να σε εκφράζει με διαφορετικούς τρόπους σε ανύποπτο χρόνο. Με τρόπους που ποτέ δεν είχες φανταστεί ότι θα σε άγγιζε. Που εκείνη η πλευρά του εαυτού σου, θα ήταν ένας ξένος που θα γνώριζες το βράδυ σε μία παρέα. Και ίσως αυτός ο ξένος, που τελικά είσαι εσύ, να έχει μέσα τα καλύτερα στοιχεία σου. Γιατί στην τελική αυτό είναι το ροκ. Μια διαρκής αμφισβήτηση για τον σάπιο κόσμο τριγύρω σου με αποστολή να σε κρατήσει ζωντανό.

Είναι κάτι μέρες σαν και αυτές που η ηχώ από τον ενισχυτή της κιθάρας, χρειάζονται μελωδίες από τέτοιους δίσκους. Χρειάζεται και εσύ να βυθιστείς μέσα σε αυτούς τους στίχους. Εκεί που ανακαλύπτεις από την αρχή τον εαυτό σου σε ένα μέρος μακρινό και μαγικό. Σαν να ξεκινάς ένα ταξίδι.

Και κάθε ταξίδι έχει ένα δικό του μουσικό χαλί, ένα στίχο να το συνοδεύει. Που έρχεται να σου θυμίσει τι πρέπει να αφήνεις πίσω και τι πρέπει να ξεκινήσεις να αναζητάς. Ένα ταξίδι για να σου γεμίσει την ψυχή περισσότερο από ποτέ και να σου αφήσει αυτή τη γλυκόπικρη γεύση που έχει η αληθινή ζωή.  Το συγκεκριμένο, ξεκινάει κάπως έτσι.

 

Είχα έναν αδελφό σε τόπο μαγικό,

εκεί που θα με βρεις αν κάποτε χαθώ.

Ήξερε μια πηγή μ' αθάνατο νερό

μες στον παράδεισο.



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved