Γιατί τα Χριστούγεννα κάνουν τους άντρες πιο σιωπηλούς;

Και πώς να διαχειριστείς όλη αυτή την κατάσταση;

Τα Χριστούγεννα υποτίθεται ότι είναι η πιο «ζεστή» περίοδος του χρόνου. Γιορτές, οικογένεια, τραπέζια, αγκαλιές, μια γενική απαίτηση να είμαστε χαρούμενοι, διαθέσιμοι, ανοιχτοί. Κι όμως, αν παρατηρήσεις λίγο πιο προσεκτικά τους άντρες γύρω σου (ή τον εαυτό σου) κάτι αλλάζει. Μιλάμε λιγότερο. Κλεινόμαστε. Καθόμαστε λίγο πιο πίσω στον καναπέ. Απαντάμε με μονολεκτικά. Δεν είναι ότι δε νιώθουμε, είναι ότι νιώθουμε πολλά ταυτόχρονα και δεν ξέρουμε πού να τα βάλουμε. 

Οι γιορτές λειτουργούν σαν μεγεθυντικός φακός. Ό,τι έχεις μέσα σου, καλό ή κακό, φουσκώνει. Αν είσαι καλά, είσαι λίγο καλύτερα. Αν είσαι μπερδεμένος, αγχωμένος ή κουρασμένος, αυτό γίνεται εκκωφαντικό. Για τους άντρες, που από μικροί έχουμε μάθει να λειτουργούμε με τον ρόλο του «ψύχραιμου», του «δυνατού», του «μην το κάνεις θέμα», αυτή η συναισθηματική υπερφόρτωση δεν βρίσκει εύκολα έξοδο. Και έτσι μεταφράζεται σε σιωπή.

 

 

Τα Χριστούγεννα κουβαλάνε προσδοκίες. Να είσαι παρών. Να χαρείς. Να εκτιμήσεις. Να περάσεις καλά με ανθρώπους που ίσως όλο τον χρόνο αποφεύγεις. Να δείξεις ότι «όλα είναι καλά». Για πολλούς άντρες αυτό μοιάζει με performance. Και όταν δεν μπορείς ή δεν θέλεις να παίξεις τον ρόλο, επιλέγεις το πιο ασφαλές καταφύγιο: αποσύρεσαι. Δεν ανοίγεις κουβέντες, δεν μπαίνεις βαθιά, δεν ρισκάρεις να φανεί ότι κάτι σε βαραίνει.

«Το Die Hard δεν είναι χριστουγεννιάτικη ταινία» ακούμε και απορούμε

Υπάρχει και το κομμάτι της αποτίμησης. Το τέλος του χρόνου είναι ένα άτυπο checkpoint ζωής. Τι έκανα; Πού βρίσκομαι; Είμαι εκεί που νόμιζα ότι θα είμαι; Στη δουλειά, στις σχέσεις, στο σώμα, στο μυαλό. Αυτές οι ερωτήσεις παίζουν στο repeat, ειδικά όταν κάθεσαι στο οικογενειακό τραπέζι και ακούς τις ίδιες ερωτήσεις σε πιο light εκδοχή: «Τι γίνεται με τη δουλειά;», «Έχεις κάτι στα σκαριά;», «Πότε θα…». Δεν απαντάς πάντα γιατί δεν έχεις απάντηση. Και το να πεις «δεν ξέρω» θέλει μεγαλύτερο θάρρος από το να μη μιλήσεις καθόλου.

Η σιωπή, λοιπόν, δεν είναι αδιαφορία. Είναι άμυνα. Είναι ένας τρόπος να κρατήσεις έλεγχο όταν μέσα σου γίνεται φασαρία. Το πρόβλημα είναι ότι αν μείνεις εκεί, αν κλειστείς τελείως, η σιωπή παγώνει. Και τότε αντί να σε προστατεύει, σε απομονώνει.

 

 

Το δύσκολο (και ταυτόχρονα το απαραίτητο) είναι να βρεις τρόπους να διαχειριστείς αυτή τη φάση χωρίς να εξαφανιστείς. Όχι με μεγάλες εξομολογήσεις και δραματικές συζητήσεις αν δε σου βγαίνουν, αλλά με μικρές, ανδρικές, πρακτικές κινήσεις. Να πεις ένα «δεν είμαι πολύ στα κέφια μου αυτές τις μέρες» αντί για τίποτα. Να βγεις για έναν καφέ ή μια βόλτα χωρίς ατζέντα, απλώς για να αλλάξει λίγο ο αέρας. Να κάνεις κάτι σωματικό, περπάτημα, γυμναστήριο, ακόμα και δουλειές στο σπίτι, γιατί πολλές φορές το σώμα ξεμπλοκάρει πρώτα και μετά το κεφάλι.

Βοηθάει επίσης να αποδεχτείς ότι δεν χρειάζεται να αγαπάς τα Χριστούγεννα για να είσαι «κανονικός». Δεν είναι υποχρεωτικό να είναι η αγαπημένη σου περίοδος. Μπορεί απλώς να είναι μια περίοδος. Όσο πιο πολύ πιέζεις τον εαυτό σου να νιώσει κάτι συγκεκριμένο, τόσο πιο πολύ κλείνεται. Αντίθετα, όταν του δίνεις χώρο να πει «δεν είμαι οκ, αλλά συνεχίζω», κάτι χαλαρώνει.

 

 

Και ίσως το πιο σημαντικό: μην μπερδεύεις τη σιωπή με το βάθος. Το ότι δε μιλάς δεν σημαίνει ότι επεξεργάζεσαι ουσιαστικά όσα σε απασχολούν. Μερικές φορές απλώς τα αναβάλλεις. Το άνοιγμα δεν χρειάζεται να γίνει σε όλους. Αρκεί ένας άνθρωπος. Ένας φίλος, ένας αδερφός, ένας άνθρωπος που δεν θα προσπαθήσει να σε «φτιάξει», αλλά θα αντέξει να σε ακούσει όπως είσαι.

Τα Χριστούγεννα δεν κάνουν τους άντρες πιο σιωπηλούς επειδή είμαστε «συναισθηματικά φτωχοί». Μας κάνουν πιο σιωπηλούς γιατί μας φέρνουν πιο κοντά σε πράγματα που δεν μάθαμε ποτέ να λέμε δυνατά. Το στοίχημα δεν είναι να μιλήσεις περισσότερο. Είναι να μη χαθείς μέσα στη σιωπή σου.



©2016-2025 Ratpack.gr - All rights reserved