intime Μεγαλώνοντας με τον Γιώργο Γεωργίου

Ο καφετζής των φιλάθλων έφερε το locker room talk στην τηλεόραση και φεύγοντας πήρε μαζί του μια ολόκληρη εποχή.

Ένα από τα πλεονεκτήματα του να έχεις πάει σε σχολείο με διπλοβάρδια, ήταν το ότι μπορούσες να το χρησιμοποιήσεις σαν δικαιολογία για να δεις τις μεταμεσονύχτιες αναλύσεις του Γεωργίου, τουλάχιστον για τις βδομάδες της απογευματινής βάρδιας. Αν δεν είχες δει το Καφενείο των Φιλάθλων δεν μπορούσες να συμμετάσχεις στα πηγαδάκια λίγο πριν την προσευχή. Σε μια εποχή που δεν υπήρχε ακόμα το YouTube, έπρεπε να ξέρεις από πρώτο χέρι την ατάκα της ημέρας και δεν είχε καμία απολύτως σημασία η οπαδική προτίμηση, ο Γεωργίου δεν μιλούσε οπαδικά, πολλές φορές δεν μιλούσε ούτε για το τι έγινε στην αγωνιστική που μόλις είχε περάσει, αφιέρωνε ώρες ολόκληρες για μη αθλητικά ζητήματα και για όλους εμάς ήταν ο γραφικός μπάρμπας, ένας κοινός γνωστός όλων μας από το καφενείο του χωριού που άσχετα από το τι έλεγε, το θεωρούσαμε αστείο και άξιο να το καταγράψουμε και να το αναπαράγουμε για χρόνια.

Η γλώσσα που χρησιμοποιύσε ο Γεωργίου ήταν γνώριμη, αλλά σίγουρα δεν ήταν αυτή που θα περίμενε κανείς να ακούσε στην τηλεόραση, έστω και μεταμεσονύκτια. Μιλούσε όπως μιλούσε ο καθένας σε εκείνα τα καφενεία, τα οποία σήμερα φυτοζωούν, αλλά υπάρχουν σε άλλη μορφή, διαδικτυακή σε ομάδες στο facebook που έχουν σαν κύρια θεματική τον αφιλτράριστο σχολιασμό. Ναι, ο Γεωργίου ήταν ένας προφήτης του shitposting σε μια εποχή πολύ πριν από αυτό. Έστηνε μπροστά του μια κάμερα και μιλούσε χωρίς να τον νοιάζει ποιος τον άκουγε, και σίγουρα δεν τον ένοιαζε ποιος τον έβλεπε. Ο αυτοσαρκασμός του, ξεκινώντας από τα δόντια του, δεν ήταν κάποιος μηχανισμός άμυνας για να απορροφήσει την κριτική, δεν τον ένοιαζε καν αυτή η έννοια.

 

 

Θυμόμαστε όλοι εκείνη τη φοβερή εκπομπή μετά το έπος του Euro το 2004 όπου καθόταν στωικά και άκουγε τα καντήλια όλου του κόσμου επειδή είχε προβλέψει ότι σε εκείνο το Euro η Εθνική θα μάζευε 4άρες και 5άρες. Είχε και το «θράσος» να συνεχίζει να πιστεύει ότι είχε δίκιο, ότι εκείνη η Εθνική δεν άξιζε. Ο τρόπος που το έκανε έμοιαζε σαν ένα δικαίωμα στην ανορθόδοξη άποψη, όσο λανθασμένη κι αν είναι. Κάτι σαν αυτό το τσιτάτο που μας μάθαιναν στο σχολείο για το δικαίωμα στην άποψη ακόμα κι αν διαφωνούμε με αυτό.

Ο λόγος του Γεωργίου, τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στη φόρμα, ήταν ανορθόδοξος και κράτησε αυτόν τον χαρακτήρα μέχρι τέλους. Όλοι ξέραμε ότι δεν είναι αυτός ο τρόπος για να πούμε δημόσια όλα όσα σκεφτόμαστε. Έφτιαξε ένα ιδιότυπο locker room και εκεί μαζευόμασταν να πούμε τις καφρίλες μας, γνωρίζοντας πάντα ότι δεν γίνεται να μιλάμε έτσι έξω από αυτό. 

Η άρνησή του να χαριστεί σε οποιονδήποτε, από τον καναλάρχη που τον φιλοξενούσε, μέχρι τον σχολιασμό των παντοδύναμων ποδοσφαιρικών παραγόντων ήταν και ένα ακόμα μάθημα για την απόλυτη ελευθερία, ότι αυτή ανήκει μόνο στους «τρελούς» και τους περιθωριακούς. Όλοι εμείς οι υπόλοιποι, οι «φυσιολογικοί» έπρεπε πάντα να φιλτράρουμε και να σκεφτούμε δύο φορές τι θα πούμε. Η θέαση του Καφενείου των Φιλάθλων έτσι εξελίχθηκε σε έναν σάκο του μποξ για όλους τους άντρες που έπρεπε να κάποια στιγμή να συμβιβαστούν με τις μικροαστικές νόρμες της ζωής τους και να βλέπουν τον Γεωργίου να λέει πράγματα που θα ήθελαν να πουν κι αυτοί αλλά δεν μπορούσαν.

 

 

Το ίδιο ακριβώς γίνεται πλέον και στα social media. Τώρα πια δεν χρειάζεται να πάρεις κάποιο 090 για να πεις ανώνυμα όλα όσα θες και να συζητήσεις με κάποιον κάφρο, υπάρχουν τα κλειστά group και ένας admin σε ρόλο συντονιστή των νέων καφενειακών συζητήσεων. Ο λόγος του Γεωργίου μπορεί να μοιάζει ανεπίκαιρος στην εποχή της πολιτικής ορθότητας, όμως η αλήθεια είναι ότι αυτό δεν τον επηρέασε καθόλου. 

Αυτό που πέρασε είναι η εποχή του και αυτό μικρή σχέση έχει με την πολιτική ορθότητα. Ο Γεωργίου ήταν κομμάτι μιας εποχής πιο ερασιτεχνικής με το ποδόσφαιρο, μιλάμε για μια εποχή που δεν υπήρχαν κερκίδες φιλοξενούμενων και γηπεδούχων, μιλάμε για μια εποχή χωρίς τηλεοπτικά δικαιώματα, στημένες κόντρες για την τηλεθέαση και πολύ πριν από την πλήρη εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου. Δεν ήταν μια τέλεια εποχή για το ποδόσφαιρο, ήταν απλά διαφορετική και με πάρα πολλά άλλα προβλήματα. 

Το ίδιο ισχύει και με τα Πετράλωνα, τη γειτονιά που μεγάλωσε ο Γεωργίου. Η κάποτε φτωχή γειτονιά, με τις παράγκες μέχρι τη δεκαετία του ‘70, η γειτονιά του Απόλλωνα Σμύρνης (από όταν αυτός έπαιζε στο Θησείο, πριν χτιστεί το γήπεδο της Ριζούπολης) δεν υπάρχει ούτε αυτή πια. Στη θέση των καφενείων που άραζε ο Γεωργίου πλέον υπάρχουν μπαρ, στη θέση των εργατικών κατοικιών, υπάρχουν κόζι δωμάτια βραχυχρόνιας μίσθωσης και κάπως έτσι η ζωή αλλάζει και συνεχίζεται.

 

 

Είναι απολύτως φυσιολογικό για κάποιους να υπάρχει μια νοσταλγία για την απώλεια του Γεωργίου, του non modern football και των παλιών Πετραλώνων, αλλά είναι προτιμότερο να κρατάμε όσα μας άρεσαν, να κριτικάρουμε όσα δεν μας άρεσαν και να προχωράμε, η ρομαντικοποίηση του παρελθόντος δεν μας προσφέρει τίποτα.

Γιώργο Γεωργίου σε ευχαριστούμε για το γέλιο και τη γνώση που μας πρόσφερες στην εφηβεία μας. Οι νέοι έφηβοι δεν θα χρειαστούν κάποιον αντικαταστάτη σου, έχουν τα βίντεό σου στο YouTube.    



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved