Στο reality "Εξεταστική Επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ", η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι η απόλυτη star

Ξαφνικά το «επικαλούμαι το δικαίωμα της σιωπής» έγινε η viral ατάκα της χρονιάς και η "Εξεταστική Επιτροπή" υλικό για memes.

Στο νέο επεισόδιο του reality "Εξεταστική Επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ", έχουμε νικήτρια: είναι η Ζωή Κωνσταντοπούλου και είναι το άτομο που δεν πρέπει να αποχωρήσει από το σπίτι του Big Brother. Μα τι λέω; Από την αίθουσα της Βουλής, εννοώ. Βέβαια με όλη αυτή την κατάσταση στο πολιτικό σκηνικό, ίσως στο σπίτι του Big Brother να συναντήσεις την αξιοπρέπεια. Με λίγα λόγια, αν υπήρχε βραβείο για τον πιο αποκαλυπτικό καθρέφτη που μπορεί να δείξει στους πολίτες τι ακριβώς συμβαίνει όταν η πολιτική και η «δικαιοσύνη» γίνονται θέατρο, αυτό που εκτυλίχθηκε την Πέμπτη στην Εξεταστική Επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ θα ήταν υποψήφιο χωρίς καμία αμφιβολία. Όχι γιατί είδαμε κάτι που δεν περιμέναμε. Αλλά γιατί η χθεσινή συνεδρίαση, όπου η κοινωνία παρακολουθούσε μ με μεγάλη περιέργεια, αποκάλυψε με αδιανόητη καθαρότητα πόσο βαθιά έχει εισχωρήσει ο εμπαιγμός στην καρδιά του πολιτικού μας συστήματος. Ένα θέατρο όπου οι πρωταγωνιστές παίζουν με τους θεσμούς, τα δικαιώματα και την ίδια την αλήθεια, μετατρέποντάς τα σ’ ένα μπλέντερ που ευτελίζει τα πάντα. 

Μπροστά στα μάτια μας, η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου, όχι απλώς αντιδρά, αλλά αμφισβητεί ευθέως το σοβαρό και αξιοπρεπές πλαίσιο που θα έπρεπε να διέπει μια τέτοια διαδικασία. Καλεί την Αστυνομία να συλλάβει τον μάρτυρα που κατηγορείται για σοβαρές ατασθαλίες, επειδή φέρεται (με λόγια που δόθηκαν στη δημοσιότητα) να την απείλησε ότι «θα της στρίψει το λαρύγγι». Η εικόνα ενός περιπολικού να πηγαίνει έξω από ένα κανάλι για να πάρει κατάθεση είναι τόσο σουρεαλιστική και παράταιρη για τα κοινοβουλευτικά δεδομένα, που μοιάζει περισσότερο με γύρισμα λαμπερής πολιτικής σάτιρας παρά με πραγματική πολιτική αντιπαράθεση. 

 

 

Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν, ο ίδιος ο μάρτυρας, που αρνείται να απαντήσει στις περισσότερες ερωτήσεις, επικαλούμενος επιλεκτικά το «δικαίωμα στη σιωπή» και το δικαίωμα να μην αυτοενοχοποιηθεί, καθίσταται στο τέλος κεντρικός πρωταγωνιστής όχι γιατί απαντά, αλλά γιατί αρνείται να κάνει το αυτονόητο: να δώσει εξηγήσεις. Αναλωνόμενος σε ρητορικές διαφυγές, μαξιμαλισμούς και κατά περίπτωση αινιγματικές αρνήσεις, μετατρέπει τη διαδικασία σε κουίζ επιπέδου “δεν απαντώ στην ερώτηση αν δεν είναι λίγο πιο «βολική» για μένα”. Αυτή η συμπεριφορά, πέρα από όποια προσωπική ή νομική δικαιολογία μπορεί να έχει, δίνει την εντύπωση ότι η Εξεταστική λειτουργεί σαν παιχνίδι δεξιοτεχνίας μάλλον παρά σαν θεσμός λογοδοσίας με αντίκρισμα για την κοινωνία.

Και ας μην ξεχνάμε: Ο λόγος που βρισκόμαστε στην Εξεταστική Επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι για να δούμε πολιτικό reality ή να παρακολουθήσουμε τον επόμενο viral διάλογο στα social media. Είναι για να διερευνηθούν σοβαρές καταγγελίες που αφορούν εκατομμύρια δημόσια χρήματα, διαχειριστικές ευθύνες και ενδεχόμενες παρανομίες που πλήττουν τον ήδη πονεμένο μικρό παραγωγό, τον αγρότη που περιμένει μια δίκαιη ενίσχυση, τον πολίτη που βλέπει το κράτος να λειτουργεί με δύο μέτρα και δύο σταθμά. Κι όμως, βλέπουμε ένα πολιτικό σύστημα να μετατρέπει αυτή τη διαδικασία σε ένα διαρκές επικοινωνιακό κουτσομπολιό, αλληλοκατηγορίες και επιστρατεύσεις μικροπολιτικών πυροτεχνημάτων, με ελάχιστη ουσία και ακόμη λιγότερη υπεύθυνη αποκάλυψη. 

 

 

Η εμπειρία αυτή δεν είναι μεμονωμένη. Δεν είναι κάτι που συνέβη «μόνο χθες». Έχει ρίζες σε αυτή την πολιτική κουλτούρα όπου η «εντυπωσιακή στιγμή» κυνηγά την ουσία, όπου η αλληλοδιακοπή και οι καυγάδες, ακόμα κι αυτοί που μετατρέπονται σε ανέκδοτα στην κοινωνία, θεωρούνται πιο σημαντικά από την ίδια την αλήθεια. Είναι μια κουλτούρα που αρνείται να δει τη ρίζα του προβλήματος και προτιμά να περιστοιχίζεται από λαϊκίστικη ρητορεία και επικοινωνιακά τρικ, αντί να αντιμετωπίσει με σοβαρότητα τις ρίζες της διαφθοράς και της αδιαφάνειας. 

Έχει γίνει η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής η καλύτερη τηλεοπτική απόλαυση;

Και εδώ έρχεται μια βαθύτερη απογοήτευση που δεν αφορά μόνο τη μια ή την άλλη πλευρά της πολιτικής αντιπαράθεσης. Είναι η αίσθηση ότι κοροϊδεύουν κατάμουτρα ολόκληρη την κοινωνία. Όταν οι βουλευτές, είτε του κυβερνώντος κόμματος είτε της αντιπολίτευσης, μετατρέπουν μια Εξεταστική Επιτροπή σε μια σκηνή όπου επικρατεί χάος και προσωπικές αντιπαραθέσεις, τότε ποιος μπορεί να ισχυριστεί σοβαρά ότι το σύστημα λειτουργεί με τρόπο που υπηρετεί τον πολίτη; Ποιος πιστεύει ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται, οι αποκαλύψεις που γίνονται και οι ευθύνες που αποδίδονται έχουν κάποια ουσιαστική επίπτωση πέρα από το πολιτικό ρεπορτάζ της ημέρας;

 

 

Κι όμως, μέσα σε αυτό το χάος, η κοινωνία εξακολουθεί να πληρώνει το κόστος. Ο μικρός παραγωγός που περιμένει δίκαιη επιδότηση, ο εργαζόμενος στον αγροτικό τομέα που βλέπει τα χρήματα να καθυστερούν ή να χάνονται, ο πολίτης που πληρώνει φόρους και περιμένει λογοδοσία, αυτοί είναι που πραγματικά υφίστανται τις συνέπειες αυτής της παρωδίας. Και όχι μόνο υφίστανται, αλλά βλέπουν και τα θεσμικά όργανα να λειτουργούν με τρόπο που περισσότερο μοιάζει με παράσταση για τα μάτια του κόσμου παρά με ουσιαστική διερεύνηση και δικαιοσύνη. 

Τελικά, η εικόνα που προκύπτει είναι αμείλικτη: ενώ οι πολίτες περιμένουν σοβαρότητα και αποτελέσματα, η πολιτική και οι θεσμοί τους ανταμείβουν με θέαμα, εντυπώσεις και έναν «κύκλο συζητήσεων» που καταλήγει να κυκλοφορεί στα social media περισσότερο ως viral απόσπασμα παρά ως τεκμηριωμένη ενημέρωση. Και έτσι, ένας μάρτυρας επιλέγει ποιες ερωτήσεις θα απαντήσει, κάποιος άλλος καταγγέλλει απειλές και καλεί την Αστυνομία μέσα στη Βουλή, και όλοι μας μένουμε με την ίδια βασική αίσθηση: ότι η πολιτική έχει γίνει ένα παιχνίδι εντυπώσεων, όχι ένα εργαλείο λογοδοσίας και αλλαγής.



©2016-2025 Ratpack.gr - All rights reserved