Τελικά το ξύλο δεν βγήκε απ’ τον Παράδεισο

Εσείς που λέτε «κι εμείς φάγαμε ξύλο μικροί, ε, δεν πάθαμε και τίποτα!», πάθατε. Απλά δεν το έχετε καταλάβει.

Εσύ που έφαγες ξύλο μικρός από τον πατέρα σου, αλλά λες σήμερα «ευτυχώς, επειδή με έκανε τον άνθρωπο που είμαι», εσύ που δικαιολογείς τη «δασκάλα» στη Χαλκίδα που έβγαλε το τετράχρονο στο κρύο για τιμωρία λέγοντας «κι εμείς φάγαμε χαστούκια στο σχολείο παλιά, δεν πάθαμε και τίποτα», εσύ που δικαιολογείς βίαιες συμπεριφορές στο θέατρο, την τηλεόραση, τη δημοσιογραφία λέγοντας «και μένα με έβριζε ο αρχισυντάκτης μου και μου έσκιζε τα θέματα και πολύ καλά μου έκανε», να πάτε να κοιταχτείτε. Να κάνετε ψυχοθεραπεία να στρώσετε.

Τα κατάλοιπά σας, τα παιδικά σας τραύματα και ο τρόπος που τα θάψατε μέσα σας τόσα χρόνια, τα εξωραΐσατε και τα «καλλωπίσατε» κάνει (περισσότερο) κακό σε σας, αλλά δυστυχώς και στους γύρω σας.

 

 

Μεγάλωσα σε μια εποχή που οι γονείς χτύπαγαν τα παιδιά τους ή τα έδερναν κανονικά – σε εμένα ευτυχώς ποτέ δεν σήκωσαν χέρι οι γονείς μου πάνω μου. Ήταν κομμάτι του «πώς μεγαλώνουν τα παιδιά», μια βάρβαρη κληρονομιά από προηγούμενες γενιές, που θεωρούσαν απόλυτα φυσιολογικό να χτυπούν τα παιδιά τους, να θεωρούν τη γυναίκα κατώτερη του άντρα και άλλα διάφορα. Πρόλαβα επίσης σχολείο με ποδιές και δασκάλους στο δημοτικό που έριχναν χαστούκια, βάραγαν χέρια μαθητών με χάρακες και σήκωναν στον τοίχο για τιμωρία τον άτακτο ή αδιάβαστο μαθητή – πέρα από μερικές «ξυλιές» με το χάρακα στις παλάμες, δεν θυμάμαι να με χτύπησε ποτέ δάσκαλος, θυμάμαι όμως δυνατά χαστούκια σε άλλα παιδάκια.

 

 

 

Και επειδή εργάζομαι στο χώρο της δημοσιογραφίας από το Δεκέμβρη του ‘92, έχω ακούσει και «γκάζια» και μπινελίκια (ακόμα και από αφεντικά ή παρατρεχάμενους που δεν τους έπιανε το μάτι σου), μου έχουν γυρίσει θέμα πίσω, μου έχουν «πετάξει θέμα στα σκουπίδια» και μου έχουν πει ότι «δεν κάνω». Ποτέ μου ωστόσο δεν το είδα σαν «κίνητρο» όλο αυτό, δεν υπήρξα ποτέ μαζόχας για να πω «καλά μου έκανε» ή «και λίγα μου έκανε» και ποτέ δεν σκέφτηκα ότι χρωστάω την καριέρα που έκανα στη δημοσιογραφία σε συμπλεγματικές, κομπλεξικές, αγενείς, προσβλητικές ή βίαιες συμπεριφορές και αντιδράσεις που συνάντησα όλα αυτά τα χρόνια.

Ένας άνθρωπος που έφαγε ξύλο μικρός και το έχει δικαιολογήσει ή «ευλογήσει» μέσα του, ακόμα κι αν το έκανε για άμυνα ή για να το ξεπεράσει με αυτό τον τρόπο, είναι αρκετά πιθανό να ρίχνει ξύλο στα παιδιά του. Κάποιος που έφαγε «σιχτίρι» από τον αρχισυντάκτη του όταν ήταν «δόκιμος» ή εκπαιδευόμενος και τα θυμάται όλα αυτά με ευγνωμοσύνη και μάτια βουρκωμένα από συγκίνηση, πιθανότατα θα κάνει τα ίδια ή και χειρότερα αν κάποια μέρα βρεθεί σε θέση εξουσίας. Ένας άνθρωπος γενικότερα που μεγάλωσε σε συνθήκες βίας (σωματικής ή λεκτικής) στο σπίτι, το σχολείο, την ομάδα που έπαιζε ή το εργασιακό του περιβάλλον κι όλο αυτό το ερμήνευσε ως «κινητήριο δύναμη» και «καύσιμο», μάλλον θα ξεπατικώσει παρόμοιες συμπεριφορές σε κάθε κοινωνική του έκφανση και δραστηριότητα: στο σπίτι, στο δρόμο όταν οδηγεί, στο γήπεδο, στην παρέα, στη δουλειά.

 

 

Αντίθετα, όποιος έχει βιώσει δύσκολες ή σκληρές συμπεριφορές και έχει καταφέρει να τις «συγχωρήσει», να προχωρήσει παρακάτω, να γιατρέψει τις πληγές του, είναι πιο πιθανό να έχει βρει την ισορροπία του στη ζωή, να έχει «θάψει το τσεκούρι του πολέμου» με αυτούς που τον πείραξαν ή τον πλήγωσαν, ακόμα και με τον εαυτό του – διότι πολλές φορές φτάνουμε να αναρωτιόμαστε μήπως φταίξαμε εμείς γι’ αυτό που μας έκαναν, μήπως με τον τρόπο μας ή τη στάση μας το προκαλέσαμε. Και, προσοχή: δεν μιλάω προφανώς για ακραίες καταστάσεις, για σεξουαλικές κακοποιήσεις ή βία που ξεπερνά τα όρια της βαρβαρότητας, αυτά είναι «ασυγχώρητα» όσα χρόνια κι αν περάσουν και σε σημαδεύουν ανεξίτηλα όσες συνεδρίες και να κάνεις με τον ψυχοθεραπευτή σου.

 



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved