Η τροφός και η πόλη: Η πείνα και οι παράξενες ωθήσεις της για περιπλάνηση

Αυτό που κόβεις βόλτες στο Κέντρο ψάχνοντας που θα κορέσεις την πείνα σου.

Προσπαθούσα να συλλάβω το νόημα μιας ενδότερης και φανερά ενοχλητικής φλόγας που πύρωσε εξαίφνης μέσα στο στήθος και κάτω ακριβώς του διαφράγματος, στα όρια δηλαδή του συναισθήματος και του ενστίκτου.

Δεν το ‘χα ακόμη εκλάβει εν πλήρη μεγένθυση, οπότε κι ανασκάλευα τις βραχύσωμες μνήμες μιας περασμένης πλέον ημέρας για να διαπιστώσω τι έφταιξε και συμπεριφερόμουν ωσάν μεθύοντας ημιάγριος που δεν έχει όμως ρανίδα αλκοόλ στο αίμα του.

Ήθελα να ρίξω λιγάκι φως στις παράξενες συνθήκες μίας απογευματινής τάσης μου προς έναν άγαρμπο συμποδισμό επί των επίπλων και συσκευών της οικίας μου - μία ζάλη ανυπόφορη, ένας ίλιγγος υποχθόνιος - και κατέληξα πως δεν ήταν τίποτε άλλο παρεκτός της ανατέλλουσας και θεριεύουσας πείνας μου, η οποία γιγαντωνόταν ώρα με την ώρα, λεπτό το λεπτό, πολλαπλασιαζόμενη ωσάν βακτήριο στην ιλαροτραγωδία του ωτικού μου λαβυρίνθου.

Ζαλιζόμουν απ' την πείνα. Είχα ξεχάσει, λόγω έντονου φόρτου εργασίας, να φάω. Φαινόμενο παράξενο αλλά υπαρκτό.

Γατοπατέρας: Ένα παρά τρίχα Ομηρικό έπος με κοφτερά νύχια και φονικές αλλεργίες

 

Ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές του αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ο Τίμωνας  στο τρίτο βιβλίο των Σιλλών λέει: γαστρί χαριζόμενος, της ου λαμυρώτερον ουδέν». Δηλαδή, τίποτα πιο λαίμαργο απ’ την κοιλιά του ανθρώπου.

Μήπως τούτο είναι το τέλος του γνωστού κόσμου; Είναι αυτή η εσωτερική κι εξωτερική μου συντέλεια; Πώς είναι όμως δυνατόν να μην πήρα αμέσως πρέφα πως η πείνα που με διαπερνούσε ηλεκτρικά, μετουσιώνοντας τα κύτταρα μου σε αμοιβάδες και φωλεούς τροπικών ενστίκτων, πλασμάτων σερνάμενων, φερόμενα δηλητήρια θανάσιμα;

Είναι τελικά ορθό να ασχολείσαι με πολλά πράγματα ταυτόχρονα;

 
 

Πεινούσα, λυσσούσα και χτυπιόμουν σ’ έναν παράλογο ρυθμό όπου ο εκνευρισμός ήτο ο μαέστρος και η ακατανόητη μελανή χολή τελούσε χρέη ορχήστρας, αλλά δεν το αναγνώριζα, διότι είχα παραβλέψει την παράδοξη συνήθεια μου να σιτίζομαι - ιδιαιτέρως τις ώρες όπου ο φυσιολογικός λαός μας συνήθως επιδίδεται στο λεγόμενο «δείπνο» του - καθώς βηματίζω σε στενοσόκακα, μετά που ‘χω ήδη ξεπορτίσει εκ της αγαπητής οικίας μου, κάτι σαν προσωπική παράδοση δηλαδή, η οποία μου ήταν πλέον αδύνατον να την ξεφορτωθώ και να καθίσω να φάω σαν άνθρωπος σε κάποιο τραπέζι, βολεμένος σε μία αναπαυτική καρέκλα.

athens crisis 11

Ο Αλέξανδρος Εμμανουήλ Παπαδιαμάντης λες κι είχε οσμιστεί το μέλλον της πεινασμένης, πεπτωκυίας σκιάς μου ή τουλάχιστον εγώ, μέσα στην γυάλινη, θολή, μπάλα μου όπου μόνο το παρελθόν διακρίνω και βαθμολογώ αενάως, σύρραψα την παρακάτω εξέχουσα σκηνή σαν πρώτο πλάνο της Λυσσασμένης Εξόδου μου: μέ τήν κεφαλήν προέχουσαν ὣς τό ἀνώφλιον, μέ τήν μίαν πλευράν οἱονεί κολλημένην ἐπί τοῦ παραστάτου, έσπρωξα το μελαγχολικό κουφάρι μου να διαβεί τη θύρα – η οποία με ειρωνευόταν ξέχειλη καθώς ήταν με πολύχρωμους διαφημιστικούς πολτούς, περιγραφόμενοι παχυλές πίτσες δήμιους των αρτηριών κι οβελιστήρια θεσπέσια, μαγευτικά κι άκρως μακρινά – προς αναζήτηση της ζωοδόχου τροφής μου, σαν άλλος Χριστόφορος Κολόμβος των εντέρων, μέσα στην αιώνια τροφό όλων, εμάς των αστικών κτηνών, το Άστυ.

Υποχόνδριος: Όλες οι αγαπημένες μου ασθένειες που ποτέ δεν τις είχα

 

Μία από τις πιο διαστροφικές αλλά και διατροφικές εν γένει απολαύσεις μου είναι να περιτριγυρίζω τα πεζοδρόμια και τους άγνωστους-γνωστούς δρόμους των Αθηνών μ’ ένα δίκαννο λαδομπουσκιασμένο, αχνιστό πιτόγυρο στο χέρι (κι άλλο ένα μέσα στην πολυμερή σάκα περασμένη εις καρπόν), περιπλανώμενος αλλά επ’ ουδενί δυστυχισμένος, να τρώω το δρόμο με το κουτάλι (ή το κουτάλι με το δρόμο;) και την ίδια στιγμή ν’ ανακαλύπτω γωνίες που γειτνιάζουν με σύνορα μέχρι σήμερα συσκοτισμένα, να βλέπω σκηνές του βίου των ανθρώπων και συγκατοίκων μου μέσα απ’ το πρίσμα του Ικανοποιημένου μου ή του προκεχωρημένου και παραδομένου άνευ όρων στην γευστική νιρβάνα, ουρανίσκου μου.

pos pire onoma athina

Πόσες μικρές χαρές και πόνους δεν έχω αναδέσει στη μνήμη μου, μετουσιωμένες σ’ ανορθόδοξες μηχανικές ή αρχιτεκτονικές εκλάμψεις που κατοίκου οφθαλμός δεν έχει ακόμη αντικρύσει στο κέντρο των Αθηνών, περικλειόμενο έτσι όπως είναι από έναν μύθο τερατώδες και βαθιά σκυροδεμικό, πόσες φορές δεν έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως ετούτη δω η πόλη είναι μία φασματική Θεά του σκληρού αισθησιασμού, αμπλά* της Αφροδίτης, μία κινούμενη παραίσθηση που σύμφωνα με τις δεδομένες νοητικές κινήσεις σου και παραδοχές των απολαύσεων ή των απογοητεύσεων σου, αλλάζει δέρμα κι οι φολίδες της λάμπουν ή ζέχνουν, προοιωνίζοντας καταστροφές ή θριάμβους – σαν άλλα ουροδελή αμφίβια που σέρνονται μεταλλαγμένα στ’ ομιχλώδες τοπίο του νέφους – και γίνονται ότι θέλεις εσύ ή ότι τελικά δεν επιθυμείς και τρέμεις να συναντήσεις;

 Ψυγείο: Το αιώνιο απάγκιο ενός μονήρη βίου

 

Το ένα γεγονός εξυπηρετεί τ’ άλλο. Η μία πράξη είναι αδερφή της άλλης. Η τροφή που σιτίζομαι εν κινήσει πάντοτε δίνει το έναυσμα μίας περιπλάνησης που καμιά φορά μπορεί να βιωθεί ωσάν αφλογιστία - εμπροσθογεμούς όπλου, που λέει ο ποιητής Μ.Γ. - αλλά που άλλοτε κι ιδιαιτέρως όταν η πρωτεΐνη εγκολπωθεί ορθά εντός μου και την κατάλληλη χημική στιγμή, μετατρέπεται σε δοξασμένη ανασκολόπιση μιας υπερφυούς όρασης αγνώστων χώρων οι οποίοι εμφανίζονται εκεί όπου πριν τίποτα δεν υπήρχε παρά μόνο άλλο ένα αδιάφορο πολεοδομικό τετράγωνο.

Δεν είναι για τον καθένα αυτό το λοξό χόμπι και δεν προτείνεται ανεπιφύλακτα. Η εσχατολογία του μπορεί να σε μπερδέψει και να σε κάμνει να βαρυστομαχιάσεις πάραυτα. Είναι μόνο για εκπαιδευμένα στην άσκοπη κίνηση όντα, κίνηση που τα φέρνει λίγο πιο κοντά στο θαυμαστό της προσωπικής τους Αποκάλυψης αλλά τελικώς και στον ίδιο τους τον εαυτό, ο οποίος παρουσιάζεται πάντοτε σαν ένα παράλογο φάντασμα και δη πεινασμένο. Οι κίνδυνοι εξάρτησης είναι πολλοί, ιδιαιτέρως όταν έχουμε να κάνουμε με πλάσματα αεικίνητα και νευρώδη εκ φύσεως.

omonoia 2

Άλλωστε γι’ αυτό ο πολιτισμός κατασκεύασε ευφυέστατα τα τραπέζια για το φαγητό και τα συμπόσια και τους δρόμους για τα οχήματα και τις μεταφορές. Τουτέστι, το ‘να με τ’ άλλο δεν συμφύονται. Σαν αυτομολημένος αλχημιστής του αταίριαστου, ωθημένος εκ του ανορθόδοξου και πλάγιου, το τολμώ καιρούς τώρα, όχι μετά από σοβαρή σκέψη ή σκοπό, αλλά απόλυτα κατά λάθος.

Όμως όλες οι σημαντικές ανακαλύψεις λίγο πολύ κατά λάθος δεν έγιναν; (Ένας Συρακούσιος μέσα σε μία μπανιέρα μπορεί να δώσει απαντήσεις εδώ)

Μοιάζει αστείο.

Από τότε δεν μπορώ να κάτσω σε τραπέζι και να σιτιστώ, να φάω, παρά μόνο αν περπατώ. Κάποιος αργόσχολος ψυχίατρος ίσως να ‘βρισκε εδώ κάποια καλπάζουσα νεύρωση, κάποια περίπτωση λίαν οριακή.

Αυτό που απομένει τελικά, πέραν της εσχατολογίας του νου και της εντροπίας του σώματος, είναι η ίδια η περιπλάνηση και τ’ απόξεσμα μίας ευχαρίστησης εφήμερης, μιας ανάγκης αρχαίας - λόγος βαρύς επιβίωσης - η οποία αποζητά μανιασμένα και διαρκώς την ανανέωση της ικανοποίησης της, όπως ακριβώς και η πείνα.  

* η μεγαλύτερη αδερφή, κρητικό ιδίωμα (τουρκ. abla)

  



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved