Πόσο καλύτεροι γίναμε πηγαίνοντας μία 90χρονη στο τμήμα;

Όταν η έννοια «κοινωνικό κράτος» απλά εξαφανίζεται.

Κάποια στιγμή στο 2012, καταμεσής της κρίσης και μόλις δύο χρόνια μετά το ΔΝΤ, ο 70χρονος κύριος Αλέκος στο στενό της γειτονιάς μου άρχισε να βγάζει πράγματα από την αποθήκη που είχε στον κήπο. Από ντουλάπες και καναπέδες, μέχρι καρέκλες, παλιούς πίνακες, πορτατίφ και οθόνες υπολογιστών. Μέχρι και κάποια σακάκια και πουκάμισα τα οποία κρέμασε σε κρεμάστρες. Πάνω σε ένα μεγάλο χαρτόνι έγραψε: «ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ ΟΣΟ-ΟΣΟ».

Ο κύριος Αλέκος που είχε ήδη την γυναίκα του με καρκίνο και τα έβγαζε κουτσά-στραβά με μία σύνταξη, ζούσε ουσιαστικά από τον μισθό του γιου του. Όταν ο τελευταίος απολύθηκε από την εταιρεία που δούλευε λόγω περικοπών, θέλησε να βοηθήσει το σπιτικό του με τον τρόπο του. Ο κύριος Αλέκος δεν έκλεψε. Δεν έκανε απατεωνιές. Δεν έφαγε λεφτά από την εφορία και δεν την «έφερε» στον κόσμο. Αν το είχε κάνει, πιθανότατα θα είχε στην άκρη και κομπόδεμα. Αποφάσισε να πουλήσει μερικά πράγματα για να μπορέσει να βάλει κάποια λεφτά στην άκρη. Όταν άκουσα την ιστορία της 90χρονης που πουλούσε τα παντοφλάκια, θυμήθηκα αυτή την ιστορία.

Προσπάθησα να φανταστώ την αστυνομία να καταφθάνει την ώρα που όλοι εμείς, οι γείτονες, αγοράζαμε κάτι από τον κύριο Αλέκο για να τον βοηθήσουμε. Προσπαθώ να φανταστώ να του περνάνε χειροπέδες ενώ τους λέει «δεν έχω να αγοράσω φαγητό ρε παιδιά, έχω την γυναίκα μου άρρωστη, δεν είμαι κανένας εγκληματίας». Τι θα έπρεπε να γράφουν την επόμενη μέρα στα social media; Ότι ο κύριος Αλέκος δεν είχε άδεια μικροπωλητή; Ή ότι το Κράτος, όχι κάποια πράσινη-μπλε-κόκκινη κυβέρνηση, αλλά το Κράτος σαν σύνολο τον έφτασαν σε αυτό το σημείο. Το σενάριο με την 90χρονη είναι ήδη γνωστό και έκανε τον γύρο της Ελλάδας. Δεν ξέρω αν πρέπει να πω κάτι για το σκηνικό που την φωτογράφησαν ενώ της έπαιρναν τα δαχτυλικά αποτυπώματα. Καταλαβαίνω ότι αυτή ήταν η διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσει το όργανο από την στιγμή που η γιαγιά έφτασε ως εκεί, αλλά και πάλι μου φάνηκε τόσο μα τόσο αστείο. Πήγαμε μία γιαγιά στο τμήμα και της πήραμε δαχτυλικά αποτυπώματα ενώ φορούσε παντοφλάκια. Μόνο σε μένα φάνηκε υπερβολικό;

Θέλω να σταθώ όμως σε ένα άλλο σημείο που δεν συζητήθηκε ιδιαίτερα και αποτελεί το πραγματικό «έγκλημα» στην όλη ιστορία. Διάβασε πως η 90χρονη έχει ζάχαρο, έχει περάσει 2-3 εγκεφαλικά και δεν καταλάβαινε ακριβώς τι συνέβαινε όταν της ζήτησαν να μεταβεί στο τμήμα. Μετά από όλο αυτό το στόρι, η ίδια δήλωσε πως δεν υπάρχει περίπτωση να ξανακάνει κάτι τέτοιο έτσι που έμπλεξε. Το δυστυχές, είναι ότι απογοητεύσαμε την γιαγιά σαν Κράτος, σαν χώρα, σαν άνθρωποι. Στην ηλικία που βρίσκεται, θα έπρεπε να παίρνει μία αξιοπρεπή σύνταξη, θα έπρεπε να απολαμβάνει τα εγγόνια της, να βρίσκεται στο ζεστό της κρεβάτι και να μην ανησυχεί για συνταγογραφήσεις, περικοπές συντάξεων και -φυσικά- να μην είναι αναγκασμένη να πάρει τους δρόμους και να πουλήσει απολύτως τίποτα. Αυτό της αξίζει στα τελευταία χρόνια της ζωής της και όχι το σημερινό στόρι. Η περιπέτεια που πέρασε, την διαβεβαίωσε -αν δεν την είχε διαβεβαιώσει μέχρι τώρα- πως στην Ελλάδα του 2019 είμαστε ακόμα πίσω σε κομμάτι κοινωνικής ευαισθησίας αλλά και ενσυναίσθησης.

Σκέφτηκα τον δικό μου τον πατέρα. Ο οποίος με τσεκουρωμένη σύνταξη και ένα αστείο επίδομα νεφροπαθή, θα έπρεπε να βρει τρόπους να τα βγάλει πέρα αν εγώ δεν είχα δουλειά. Αν δεν υπήρχα καν, μάλλον θα είχε πεθάνει στο κρεβάτι του. Όλες αυτές οι μικρές καθημερινές ιστορίες, δείχνουν το πόσο μακριά είμαστε ακόμη από την έννοια «κοινωνικό κράτος».

Ακόμα όμως και χωρίς όλα τα παραπάνω και παραμένοντας στο βασικό ερώτημα: πόσο καλύτερα νιώσαμε, που πήγαμε μία γιαγιά στο τμήμα επειδή πουλούσε παντοφλάκια;



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved