Ο Vitali Klitschko δεν υπήρξε απλώς ένας πυγμάχος με εντυπωσιακά στατιστικά. Ήταν –και παραμένει– μια μορφή που ενσάρκωσε τη δύναμη, τη συνέπεια και την αξιοπρέπεια σε έναν από τους πιο σκληρούς αθλητικούς χώρους. Πριν γίνει ο δήμαρχος του Κιέβου και σύμβολο αντίστασης για τον ουκρανικό λαό, ο Klitschko είχε διανύσει έναν δρόμο γεμάτο ιδρώτα, χτυπήματα, νίκες και τραυματισμούς· έναν δρόμο που σφυρηλάτησε τον χαρακτήρα του όσο και τις γροθιές του.
Γεννημένος το 1971 στο Κιργιστάν της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, σε οικογένεια στρατιωτικού, μεγάλωσε μέσα σε πειθαρχία, μετακομίζοντας συχνά. Η ζωή δεν του χαρίστηκε – ούτε καν στα πρώτα του βήματα στον αθλητισμό. Από μικρός έδειξε ενδιαφέρον για τις πολεμικές τέχνες, ξεκινώντας από το καράτε και το kickboxing, και αργότερα μεταπηδώντας στην πυγμαχία. Οι ικανότητές του ξεχώρισαν νωρίς, αλλά αυτό που τον διαφοροποιούσε δεν ήταν μόνο η σωματική του δύναμη. Ήταν η νοοτροπία του: προσήλωση στον στόχο, αίσθηση καθήκοντος και μια εσωτερική σοβαρότητα σπάνια για αθλητή του είδους.
Η μετάβασή του στον επαγγελματικό αθλητισμό έγινε τη δεκαετία του ’90, μαζί με τον αδερφό του Wladimir, δημιουργώντας ένα από τα πιο επιβλητικά δίδυμα στην ιστορία των βαρέων βαρών. Από τον πρώτο του επαγγελματικό αγώνα, ο Vitali έδειξε ότι δεν ήταν απλώς άλλος ένας δυνατός πυγμάχος. Κέρδισε τις 24 πρώτες του αναμετρήσεις με νοκ άουτ, ένα επίτευγμα που δεν άφηνε πολλά περιθώρια αμφιβολίας για το ποιος ήταν το αφεντικό στο ρινγκ.
Η πρώτη του μεγάλη διάκριση ήρθε το 1999, όταν κατέκτησε τον τίτλο WBO νικώντας μέσα στο Λονδίνο. Δεν είχε καμία σημασία που ήταν το αουτσάιντερ ή ότι βρισκόταν σε ξένο έδαφος. Ο Klitschko δεν έπαιζε για τη δόξα ούτε για τα λεφτά· έμπαινε στο ρινγκ σαν να έδινε μάχη για κάτι βαθύτερο. Και αυτό αποτυπωνόταν στο βλέμμα του. Η ήττα του από τον Chris Byrd το 2000, ενώ προηγούταν ξεκάθαρα, εξαιτίας τραυματισμού, ήταν μια από τις ελάχιστες μαύρες σελίδες στην καριέρα του. Αλλά ακόμη κι εκεί, ο τρόπος με τον οποίο αποδέχτηκε την έκβαση – χωρίς γκρίνια, χωρίς δικαιολογίες – φανέρωνε το ήθος του. Και όταν, το 2003, αντιμετώπισε τον θρυλικό Lennox Lewis, ακόμη και στην ήττα του έλαμψε. Είχε προηγηθεί, είχε τραυματιστεί, αλλά δεν είχε λυγίσει. Αν το μάτι του δεν είχε ανοίξει τόσο, ίσως να ήταν διαφορετική η έκβαση. Όμως και έτσι, έφυγε από το ρινγκ με το κοινό να τον αποθεώνει. Το 2004 έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής WBC και The Ring, και υπερασπίστηκε τους τίτλους του με συνέπεια, ενώ τραυματισμοί δεν έλειπαν ποτέ από την εξίσωση. Το σώμα του συχνά τον πρόδιδε, αλλά το πνεύμα του ποτέ. Όταν αποσύρθηκε προσωρινά το 2005, πολλοί πίστεψαν ότι ήταν το τέλος. Κι όμως, επέστρεψε το 2008, όχι για να γεμίσει τις τσέπες του, αλλά για να δείξει πως δεν είχε τελειώσει. Ήταν σαν ένας στρατηγός που επιστρέφει στην πρώτη γραμμή.
Το αξιοσημείωτο στην περίπτωση του Klitschko δεν ήταν μόνο τα στατιστικά του – 45 νίκες σε 47 αγώνες, 41 με νοκ άουτ – αλλά και η στάση του σε κάθε του εμφάνιση. Δεν υπήρξε ποτέ αλαζόνας, δεν έπαιξε με τους κανόνες του θεάματος που συχνά κυριαρχούν στην πυγμαχία. Δεν προκαλούσε, δεν ύβριζε, δεν διασκέδαζε το κοινό με «trash talk». Ήταν πάντα αξιοπρεπής, σοβαρός, σχεδόν πολιτικός στην παρουσία του, πολύ πριν ασχοληθεί με την πολιτική.
Αν και οι αθλητές συχνά παρομοιάζονται με ήρωες, στην περίπτωση του Klitschko η λέξη δεν μοιάζει υπερβολή. Η πορεία του στο ρινγκ δεν ήταν απλώς μια συλλογή από τίτλους και νίκες, αλλά μια συνεχής επίδειξη ήθους, αποφασιστικότητας και αφοσίωσης. Και όσο κι αν τα κατορθώματά του εκείνη την εποχή επισκιάστηκαν από τον μικρότερο αδερφό του, εκείνος παρέμεινε η ήρεμη δύναμη – ο σιωπηλός μαχητής που δεν έψαχνε το φως των προβολέων, αλλά τη βαρύτητα της πράξης.
Η μετάβασή του από την πυγμαχία στην πολιτική δεν ήταν απλώς φυσική. Ήταν αναπόφευκτη. Ένας άνθρωπος που πέρασε μια ζωή να υπερασπίζεται με σθένος το σώμα του και τη χώρα του, δεν μπορούσε παρά να συνεχίσει να παλεύει, με άλλα μέσα. Όμως οι ρίζες του βρίσκονται εκεί: στο ρινγκ, στα 12 γύροι σιωπηλής σκληρότητας, στην αναμονή του κουδουνιού. Εκεί όπου μαθαίνεις ποιος πραγματικά είσαι.
Ο Vitali Klitschko, πριν γίνει δήμαρχος, υπήρξε πρότυπο πυγμάχου και ανθρώπου. Κι αν η πολιτική του πορεία μένει ακόμη να κριθεί πλήρως από την Ιστορία, η πυγμαχική του κληρονομιά είναι αδιαμφισβήτητη: ένας πρωταθλητής με ατσάλινη γροθιά και ψυχή στρατιώτη.