Η σχέση του Ewan McGregor με τη μοτοσικλέτα δεν είναι η τυπική σχέση ανθρώπου-μηχανής

Μόνο με τη βοήθεια της Δύναμης θα μπορούσε ο Obi Wan Kenobi να διασχίσει τα πιο αφιλόξενα μέρη του κόσμου πάνω σε δύο τροχούς.

Όσο κι αν μεγαλώνουμε οι άντρες δεν θα πάψουμε ποτέ να ονειρευόμαστε όπως όταν ήμασταν παιδιά για το ποιο θα ήταν το ιδανικό γκαράζ μας. Θα ξεκινούσε από 2-3 μοτοσικλέτες και άλλα τόσα αυτοκίνητα και επειδή η φαντασία δεν έχει κανένα όριο θα έφτανε σε ένα τεράστιο υπόστεγο σαν αυτά που υπάρχουν στα αεροδρόμια για τη συντήρηση αεροσκαφών γεμάτο από τα οχήματα των ονείρων μας. Κάποιοι είναι πιο τυχεροί από εμάς και κατάφεραν να κάνουν το παιδικό τους όνειρο πραγματικότητα. 

Ο Jay Leno είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου «μεγάλου παιδιού». Προσοχή δεν μιλάμε για ευκατάστατους συλλέκτες που έχουν τα εξωτικά τους αυτοκίνητα σε κλιματιζόμενα γκαράζ και δεν θα βλεπει ο ήλιος. Ο Leno έχει παραδεχτεί δημοσίως μετά από τόσα χρόνια παρουσιαστής στην τηλεόραση, πως έκανε καριέρα μόνο και μόνο για να έχει τα λεφτά και να υλοποιήσει το παιδικό του όνειρο και να οδηγεί κάθε μέρα και από ένα διαφορετικό αυτοκίνητο ή μηχανή. Μια ανάλογη περίπτωση είναι ο Ewan McGregor που δεν διστάζει να βάλει την αγάπη του για τις μοτοσικλέτες πάνω από την υποκριτική. Ο Σκωτσέζος ηθοποιός είναι πρώτα από όλα μηχανόβιος και μετά όλα τα άλλα.

 

 

Η συλλογή του από μοτοσικλέτες δεν δείχνουν μόνο έναν αφοσιωμένο συλλέκτη με υψηλή αισθητική, αυτό θα ήταν εύκολο αν σκεφτούμε την οικονομική του επιφάνεια που του επιτρέπει να αγοράσει κυριολεκτικά όποια μηχανή του γυαλίσει. Το ότι έχει αγαπημένες εταιρείες, όπως η Moto Guzzi, με τουλάχιστον 5 διαφορετικά μοντέλα στο γκαράζ του, με μια πρώην αστυνομική Eldorado του ‘74 να αποτελεί το καθημερινό του μέσο μετακίνησης, δείχνει έναν άνθρωπο με βαθιά αφοσίωση στην κουλτούρα των δύο τροχών.

Όταν μεταξύ των γυρισμάτων των Star Wars II και III ανακοίνωσε πως θα κάνει κυριολεκτικά τον γύρο της Γης με μοτοσικλέτα με αφετηρία το Λονδίνο και τέρμα τη Νέα Υόρκη, δεν ήταν λίγοι οι φίλοι του που προσπάθησαν να τον αποτρέψουν. Εκεί που άλλοι θεωρούν μεγάλη περιπέτεια ένα road trip στα Βαλκάνια και την Αν. Ευρώπη, ο McGregor χάραζε πορεία για τη διάσχιση της Σιβηρίας. Το ταξιδι του με τίτλο Long Way Round κράτησε πάνω από 30.000 χλμ και πέρασε από πραγματικά επικίνδυνα μέρη, από το Καζακστάν και τη Μογγολία, μέχρι τη μονίμως παγωμένη Αλάσκα και τον Καναδά. Οι ελάχιστες φορές που κατέβηκε από τη σέλα και συνέχισε κινείται σε αυτή τη διαδρομή ήταν το πέρασμα της Μάγχης, το αεροπορικό ταξίδι από το Magadan της ρωσικής άπω ανατολής, στο Anchorage της Αλάσκας και ένα τμήμα της Σιβηρίας που απλά δεν υπήρχε δρόμος μέχρι τότε, σήμερα υπάρχει δρόμος που να ενώνει τις δύο άκρες της αχανούς αυτής χώρας.

 

 

Με την ίδια συντροφιά, τον φίλο και συνάδελφο του Charley Boorman έκανε και το δεύτερο τέτοιο ταξίδι του, αυτή τη φορά σε αντιδιαμετρικές θερμοκρασίες. Το 2007 ξεκίνησαν από τη Σκωτία με προορισμό το Cape Town της Νότιας Αφρικής. Ένα ταξίδι σε εντελώς διαφορετικό περιβάλλον όπως είναι εύκολο να φανταστεί κανείς, αλλά με παρόμοιες δυσκολίες στο πέρασμα των συνόρων και τις διατυπώσεις με τις αρχές, αλλά και τον ίδιο ενθουσιασμό των ντόπιων που θεωρούσαν τιμητική την παρουσία αυτών των παράξενων ταξιδευτών.

Και τα δύο αυτά τα ταξίδια ήταν τρομερές εμπειρίες συλλογής δεδομένων για τον McGregor, σίγουρα τον έκαναν καλύτερο άνθρωπο και του διεύρυναν τους ορίζοντες. Όμως στον πυρήνα τους ποτέ δεν έπαψαν να είναι απλά μεγάλες βόλτες με τη μηχανή, αυτή η προσέγγιση έφερε και το τρίτο, και κατά γενική ομολογία πιο ενδιαφέρον ταξίδι του, το Long Way Up. 

Ξεκινώντας από τη Γη του Πυρός, μια ανάσα από την Ανταρκτική, τελικός του προορισμός ήταν το Los Angeles. Αν έχεις διασχίσει την Αφρική και τη Σιβηρία με μηχανή, το να κάνεις το ίδιο με τη Λατινική Αμερική μπορεί να μοιάζει με βόλτα για τσιγάρα στο περίπτερο ή στην τελική ένα ακόμα πράγμα που πρέπει να κάνεις όταν έχεις γυρίσει όλο τον υπόλοιπο πλανήτη πάνω σε δύο τροχούς. Ίσως γι’αυτό χρειαζόταν κάτι παραπάνω αυτή η πρόκληση. 

 

 

Τη θέση των μεγάλων on off μοτοσικλετών της BMW των δύο προηγούμενων ταξιδιών πήραν οι εντελώς ηλεκτρικές LiveWire από τη Harley Davidson. Ο McGregor καταφέρνει να συνδυάζει την αγάπη του για τους δύο τροχούς με το ενδιαφέρον για το περιβάλλον και ένα τέτοιο ταξίδι με ηλεκτρικές μοτοσικλέτες δεν είχε ξαναγίνει και ήταν πάντα ένα απωθημένο του. 

Πολλοί είναι οι παραδοσιακοί μοτοσικλετιστές, περισσότεροι από όσοι αυτοκινητιστές, που βλέπουν με μισό μάτι την ηλεκτροκίνηση στους δύο τροχούς. Η απουσία θορύβου, κραδασμών και η δέσμευση της πολύωρης φόρτισης, είναι για τους περισσότερους στοιχεία που αφαιρούν την «ψυχή» της μοτοσικλέτας. Αλλά κάτι αγνοούν όλοι αυτοί.

Η διαφορά της μοτοσικλέτας από το αυτοκίνητο δεν είναι ότι παρκάρει πιο εύκολα και ότι δεν κολλάει στην κίνηση, που και αυτά τα κάνει, αλλά δεν είναι λόγος που αφήνει κάποιος την ευκολία και τη θαλπωρή της καμπίνας ενός τετράτροχου. Είναι αυτή η ακαταμάχητη αίσθηση της ελευθερίας που προσφέρει η άμεση επαφή με τον αέρα. Είναι η τρισδιάστατη κίνηση του αναβάτη πάνω στη σέλα που τον κάνει ένα με τη μοτοσικλέτα. Όλα αυτά είναι έννοιες που δεν έχουν να κάνουν με τον κινητήρα εσωτερικής καύσης.

 

 

Ωστόσο το πρόβλημα του ανεφοδιασμού μιας ηλεκτρικής μοτοσικλέτας είναι υπαρκτό και υπονομεύει το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ελευθερίας της κίνησης. Όταν θες 10 ώρες για να τη φορτίσεις και δεν υπάρχει επάρκεια ταχυφορτιστών, μόνο ελεύθερος δεν είσαι. Με αυτό το ταξίδι ο Ewan McGregor δεν διέσχισε μόνο τη Λατινική Αμερική, αλλά έκανε και μια ζωντανή καμπάνια για πιο γρήγορη ανάπτυξη του δικτύου ταχυφορτιστών ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα σημεία του πλανήτη. Στην τελική ήταν μια ακτιβιστική καμπάνια για τη συνέχεια του μοτοσικλετισμού με οποιαδήποτε μορφή κι αν έχει ο κινητήρας ανάμεσα στα πόδια του αναβάτη.  

 



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved