Το αποστακτήριο Coleburn, που είχε τεθεί εκτός λειτουργίας από το 1985, θα αναγεννηθεί ως The Distillery at Coleburn, ένας σύγχρονος χώρος παραγωγής ουίσκι με ιστορικές ρίζες και προβλεπόμενη ετήσια παραγωγική ικανότητα ενός εκατομμυρίου λίτρων.
Επικεφαλής θα είναι ο Keith Cruickshank, πρώην master distiller του Benromach. Ο ίδιος αποχώρησε από το Benromach τον Ιανουάριο του 2025, έπειτα από περισσότερα από 26 χρόνια, και τώρα θα αναλάβει καθήκοντα master distiller και head of whisky στο Coleburn, επιβλέποντας την παραγωγή και διαμορφώνοντας τον μελλοντικό χαρακτήρα του αποστακτήριου. Το αρχικό αποστακτήριο Coleburn ιδρύθηκε το 1897, σχεδιασμένο από τον θρυλικό αρχιτέκτονα αποστακτηρίων Charles Doig. Βρίσκεται ανάμεσα στο Elgin και το Rothes και δημιουργήθηκε αρχικά για να προμηθεύει βυνώδες ουίσκι σε blends όπως το Johnnie Walker και το Usher’s. Όπως πολλά αποστακτήρια της εποχής, έτσι και το Coleburn υπήρξε θύμα της ύφεσης των αρχών της δεκαετίας του ’80, με αποτέλεσμα η Distillers Company Ltd. (σ.σ.: προκάτοχος της Diageo) να το θέσει σε αδράνεια.
Την αναβίωση ηγείται η D&M Winchester Ltd, που ανήκει στους αδελφούς Dale και Mark Winchester, οι οποίοι αγόρασαν τα κτίρια του Coleburn το 2004. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες ανέπτυξαν τις βικτωριανές αποθήκες ωρίμασης σε μια ακμάζουσα επιχείρηση διαχείρισης βαρελιών και αποθήκευσης. Τώρα, αρχίζουν να υλοποιούν το μακροχρόνιο όραμά τους: τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου «whisky resort» με παγκόσμιας κλάσης φιλοξενία. Τα σχέδια ξεπερνούν κατά πολύ την απόσταξη. Στο τραπέζι έχουν μπει από πεντάστερο ξενοδοχείο με εστιατόρια και spa, μέχρι γυμναστήριο, συνεδριακοί χώροι, αίθουσα εκδηλώσεων, στούντιο μουσικής και κέντρο ψυχαγωγίας. Ένα από τα ιστορικά Doig pagodas του χώρου πρόκειται μάλιστα να ενταχθεί σε πολυτελή σοφίτα-σουίτα, συνδυάζοντας την αρχιτεκτονική κληρονομιά με το απόλυτο Instagram στιγμιότυπο για τους λάτρεις του ουίσκι.
Η πρώτη φάση περιλαμβάνει την επαναλειτουργία του αποστακτηρίου και τη δημιουργία ενός μπιστρό. Για το έργο αυτό, η D&M Winchester ανέθεσε στους Organic Architects, ειδικούς στη βιώσιμη σχεδίαση αποστακτηρίων, την ολοκλήρωση των σχεδίων, ώστε να προχωρήσουν σε κατασκευή και να επιτύχουν τον στόχο της λειτουργίας του αποστακτηρίου έως το 2027.
Η πορεία προς την αναγέννηση δεν ήταν χωρίς εμπόδια. Το 2014 υπογράφηκε μια μακροχρόνια συμφωνία μίσθωσης αποθηκών με την Aceo Ltd, μια εταιρεία εμπορίας βαρελιών γνωστή και ως ιδιοκτήτρια του ανεξάρτητου εμφιαλωτή Murray McDavid. Η Aceo δραστηριοποιείται στον χώρο με το όνομα Coleburn Distillery Ltd., γεγονός που οδήγησε σε νομικές διαμάχες για ονόματα και εμπορικά σήματα. Έτσι, το έργο των αδελφών Winchester φέρει επισήμως το όνομα The Distillery at Coleburn, ώστε να διαφοροποιείται από τις δραστηριότητες της Aceo. Για να περιπλέξει ακόμα περισσότερο τα πράγματα, το 2024 η Aceo ανακοίνωσε τα σχέδιά της να αναβιώσει το επίσης σιωπηλό αποστακτήριο του Speyside, Dallas Dhu, που είχε κλείσει το 1983. Με τις δύο εταιρείες να κινούνται σε ξεχωριστά μέτωπα, η αναβίωση του Coleburn εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο επιστροφής «χαμένων» αποστακτηρίων, όπως τα Brora, Port Ellen και Rosebank, κατά τη δεκαετία του 2020.
Παρότι το Coleburn δεν κυκλοφόρησε ποτέ επίσημα single malt με το όνομά του, μία εξαίρεση ξεχωρίζει: το Rare Malts Selection Coleburn 1979 21 ετών, που κυκλοφόρησε το 2000. Οι παραγωγοί του το περιέγραψαν με ελαφρύ, φυλλώδη χαρακτήρα, νότες πιπεριού και καραμέλας μέντας, με πικάντικο και φαρμακευτικό τελείωμα. Λίγες ακόμα εμφιαλώσεις του Coleburn κυκλοφόρησαν από ανεξάρτητους εμφιαλωτές και συνεχίζουν να διακινούνται στη δευτερογενή αγορά. Η παλαιότερη γνωστή εμφιάλωση είναι το Gordon & MacPhail Coleburn 1972, 47 ετών, που εμφιαλώθηκε το 2020 για τα 125 χρόνια της εταιρείας.