Το Ragnarok είναι ένα κρυφό διαμάντι του Netflix

Ο σκανδιναβικός μύθος μέσα από μία νορβηγική σειρά-έκπληξη.

Η νορβηγική σειρά Ragnarok αποτελεί μία από τις πιο ενδιαφέρουσες τηλεοπτικές προτάσεις των τελευταίων ετών, όχι μόνο για τους λάτρεις της σκανδιναβικής μυθολογίας, αλλά και για όσους αναζητούν σύγχρονες ιστορίες με βάθος, σαφή κοινωνικό προβληματισμό και χαρακτήρες που εξελίσσονται αληθοφανώς. Στην εποχή όπου κυριαρχούν οι ηρωικές υπερπαραγωγές, η σειρά επιλέγει μια διαφορετική πορεία: παντρεύει τον μύθο με το ρεαλιστικό δράμα, χωρίς να θυσιάζει την αγωνία ή την ατμόσφαιρα που κάνει τον θεατή να αισθάνεται πως παρακολουθεί κάτι μεγαλύτερο από μια απλή ιστορία ενηλικίωσης.

FjkMd

Η αφετηρία της αφήγησης είναι η μικρή πόλη Edda, μια κοινότητα που φαινομενικά θυμίζει κάθε άλλο απομονωμένο βόρειο τοπίο. Κάτω από την επιφάνεια, όμως, κρύβεται μια πραγματικότητα πιο σκοτεινή. Το περιβάλλον της πόλης έχει υποστεί έντονη επιβάρυνση, τα νερά είναι μολυσμένα και το κλίμα δείχνει να «τρελαίνεται», χωρίς κανείς να αναλαμβάνει ευθύνη. Από τα πρώτα κιόλας επεισόδια, το Ragnarok δείχνει την πρόθεσή του να επενδύσει σε κοινωνικά ζητήματα που ξεπερνούν τα όρια της μυθοπλασίας. Η οικολογική κρίση λειτουργεί ως πυρήνας της πλοκής, μια σταθερή υπενθύμιση ότι οι αόρατες δυνάμεις που κυβερνούν την Edda δεν είναι απλώς μυθικά πλάσματα, αλλά αλληγορίες πραγματικής εξουσίας.

Σε αυτό το σκηνικό μετακομίζει ο Magne, ένας νεαρός που προσπαθεί να προσαρμοστεί στη νέα του ζωή. Η ερμηνεία του χαρακτηρίζεται από μια σπάνια εσωτερικότητα: το βλέμμα, η σωματική στάση, ακόμη και ο τρόπος που κινείται μέσα στον χώρο, υπαινίσσονται από νωρίς ότι κουβαλά περισσότερα από όσα γνωρίζει ο ίδιος. Η σταδιακή αποκάλυψη ότι ο Magne ενσαρκώνει τον Θορ δεν παρουσιάζεται με φανφάρες. Αντίθετα, η σειρά επιλέγει μια πιο προσγειωμένη προσέγγιση. Το υπερφυσικό «χτίζεται» σιγά σιγά, μέσα από μικρές αναλαμπές δύναμης, ανεξήγητες ενστικτώδεις αντιδράσεις και μια βαθμιαία διεύρυνση της αυτοσυνείδησης του νεαρού ήρωα. Αυτός ο αφηγηματικός ρυθμός, που δίνει χρόνο στα γεγονότα και στους χαρακτήρες να αναπνεύσουν, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ατού του Ragnarok. Η σειρά δεν βιάζεται να αποκαλύψει την κεντρική της σύγκρουση· την αφήνει να ωριμάσει, σαν να ακολουθεί τον φυσικό ρυθμό των σκανδιναβικών τοπίων που την περιβάλλουν. Οι γίγαντες—οι ανθρώπινες ενσαρκώσεις των Jutul—παρουσιάζονται ως υποδειγματικά μέλη της τοπικής κοινωνίας, όμως η ψυχρότητα στα βλέμματά τους, η προσεκτική τους κυριαρχία σε κάθε χώρο και η παράλογη ισχύς που ασκούν σε πολιτικούς και θεσμούς, δημιουργούν ένα διαρκές αίσθημα ανησυχίας. Εδώ, η μυθολογία δεν λειτουργεί ως εξωτικό στοιχείο, αλλά ως εργαλείο για να εικονογραφήσει τον τρόπο με τον οποίο η απόλυτη εξουσία διαφθείρει.

 

 

Από δημοσιογραφική σκοπιά, η σειρά ξεχωρίζει για το πόσο μεθοδικά χτίζει την κριτική της πάνω στην οικολογική καταστροφή και την εταιρική αλαζονεία. Οι Jutul, με το εργοστάσιο που δηλητηριάζει την πόλη, δεν είναι απλώς «οι κακοί». Αντιπροσωπεύουν την ευρύτερη δομή ισχύος που συναντά κανείς σε σύγχρονες κοινωνίες: μια δύναμη που βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά από την κοινή λογική και τη δικαιοσύνη. Η σειρά, χωρίς να γίνεται διδακτική, υπενθυμίζει πως πίσω από τους αριθμούς της κλιματικής αλλαγής βρίσκονται πραγματικές αποφάσεις και πραγματικοί άνθρωποι που ωφελούνται από την αδιαφορία.

Δίπλα στον Magne, η παρουσία του Laurits αποτελεί έναν δεύτερο άξονα αφήγησης που δίνει στο Ragnarok την πολυεπίπεδη υφή του. Ο Laurits δεν είναι απλώς ένας χαρακτήρας που προσφέρει χιούμορ ή αντιθέσεις. Είναι ένα σύγχρονο, σύνθετο πορτρέτο του Λόκι—ενός πλάσματος που κινείται ανάμεσα στη γοητεία και την αυτοκαταστροφή, στη φιλία και την προδοσία, στην ανάγκη για αποδοχή και στην εσωτερική του αναρχία. Η σειρά χειρίζεται τον Laurits με τρόπο ανθρώπινο, σχεδόν τρυφερό, αποφεύγοντας τον κίνδυνο να τον περιορίσει σε ρόλο «περίεργου». Η σχέση του με τον Magne αποτελεί έναν από τους πιο ενδιαφέροντες άξονες της ιστορίας, ισορροπώντας διαρκώς ανάμεσα στο αδελφικό δέσιμο και στην προαιώνια σύγκρουση. Όσον αφορά την αισθητική της σειράς, οι δημιουργοί αξιοποιούν πλήρως το φυσικό τοπίο της Νορβηγίας. Τα σύννεφα που σκεπάζουν τα βουνά, οι συνεχείς εναλλαγές φωτός, οι υγρές επιφάνειες που αντανακλούν το ψυχρό χρώμα του ουρανού, όλα συνεργάζονται για να δημιουργήσουν μια ατμόσφαιρα που ενισχύει την αίσθηση ενός κόσμου που βρίσκεται στο μεταίχμιο. Η κινηματογράφιση δεν είναι απλώς όμορφη,  είναι λειτουργική. Και κάθε πλάνο φαίνεται να έχει σχεδιαστεί ώστε να αναδεικνύει τη σύγκρουση ανάμεσα στη φύση και τη βιομηχανία, ανάμεσα στο ανθρώπινο και το μυθικό.

Η επιτυχία του Ragnarok έγκειται στο ότι δεν προσπαθεί να γίνει κάτι που δεν είναι. Δεν επιδιώκει να εντυπωσιάσει με φαντασμαγορικά εφέ, ούτε να παρουσιάσει τους θεούς σαν υπερήρωες με χολιγουντιανή λάμψη. Αντίθετα, εστιάζει στις ανθρώπινες πτυχές της μυθολογίας. Στη σημασία του να αναλαμβάνεις ευθύνη, στην ανάγκη της κοινότητας, στην αμφιθυμία της ενηλικίωσης, στον φόβο της διαφορετικότητας και στην αναζήτηση ταυτότητας σε έναν κόσμο που αλλάζει.

Το Ragnarok είναι κορυφαίο όχι επειδή είναι άψογο, αλλά επειδή επιλέγει να είναι ειλικρινές. Παρουσιάζει έναν μύθο που αναβιώνει όχι μέσα από πολέμους και θεαματικές μάχες, αλλά μέσα από καθημερινές συγκρούσεις, από εκείνες που ο καθένας μπορεί να αναγνωρίσει στη ζωή του. Και κάπως έτσι, η μάχη ανάμεσα σε θεούς και γίγαντες μετατρέπεται σε μια αλληγορία για τη σύγχρονη πραγματικότητα: μια υπενθύμιση ότι η αλλαγή ξεκινά από το άτομο, αλλά ολοκληρώνεται μέσα στην κοινωνία.

 



©2016-2025 Ratpack.gr - All rights reserved