Το Dark δεν είναι απλώς μια τηλεοπτική σειρά. Είναι ένα πείραμα πάνω στον χρόνο, μια κινηματογραφική εξίσωση για το πεπρωμένο, την ανθρώπινη φύση και τη διαρκή πάλη ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι μέσα μας. Όταν κυκλοφόρησε το 2017 στο Netflix, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι αυτή η γερμανική παραγωγή θα έθετε νέα πρότυπα για το πώς πρέπει να αφηγείται κανείς μια ιστορία μυστηρίου και ψυχολογικού τρόμου. Κι όμως, το Dark το κατάφερε. Όχι μόνο έγινε φαινόμενο παγκόσμιας εμβέλειας, αλλά και καθόρισε ξανά τι σημαίνει «τηλεοπτικό αριστούργημα». Είναι δύσκολο να το περιγράψει κανείς με απλές λέξεις, γιατί το Dark δεν είναι μόνο κάτι που παρακολουθείς – είναι κάτι που σε ρουφάει, σε διαλύει και σε ξαναχτίζει.
Η σειρά ξεκινά από το μικρό, φαινομενικά ήσυχο χωριό του Βίντεν, όπου η εξαφάνιση ενός παιδιού αποκαλύπτει μια σκοτεινή αλυσίδα γεγονότων που εκτείνεται μέσα στον χρόνο. Το σενάριο, γραμμένο με χειρουργική ακρίβεια από τους Baran bo Odar και Jantje Friese, υφαίνει ένα δίκτυο χαρακτήρων, σχέσεων και χρονικών κύκλων τόσο περίπλοκο που κάθε επεισόδιο μοιάζει με κομμάτι ενός τεράστιου, μαγικού παζλ. Όμως, το μεγαλείο του Dark δεν βρίσκεται μόνο στην πολυπλοκότητά του – βρίσκεται στην ψυχή του. Γιατί πίσω από τις χρονοπύλες, τα παράδοξα και τα επιστημονικά μυστήρια, κρύβεται μια σπαρακτική ανθρώπινη ιστορία για την απώλεια, την αγάπη και την αδυναμία του ανθρώπου να αποδεχθεί την ανυπαρξία του ελέγχου.

Κάθε σκηνή είναι μια καλλιτεχνική σπουδή στη σκοτεινή ατμόσφαιρα. Οι αποχρώσεις του γκρι και του μπλε, το βροχερό δάσος, η σιωπή που σπάει μόνο από το βουητό της ηλεκτρικής ενέργειας και την ανατριχιαστική μουσική υπόκρουση του Ben Frost – όλα συνθέτουν μια οπτικοακουστική εμπειρία σχεδόν υπνωτική. Η σκηνοθεσία λειτουργεί σαν μαύρη μαγεία· κάθε κάδρο είναι γεμάτο νόημα, κάθε βλέμμα κρύβει μια αλήθεια που θα αποκαλυφθεί δεκάδες χρόνια – ή λεπτά – αργότερα. Το Dark δεν σε καθοδηγεί με το χέρι· σε ρίχνει στο χάος του και σε προκαλεί να κολυμπήσεις. Είναι μια σειρά που απαιτεί προσοχή, υπομονή και αφοσίωση – αλλά όσοι την προσφέρουν, ανταμείβονται με μια εμπειρία που δεν μοιάζει με καμία άλλη.
Οι ερμηνείες είναι υποδειγματικές. Ο Louis Hofmann ως Jonas Kahnwald αποδίδει έναν ήρωα βαθιά τραγικό, έναν νέο που κουβαλά το βάρος ολόκληρων γενεών, έναν άνθρωπο διχασμένο ανάμεσα στο καθήκον και στην ελευθερία, στο φως και στο σκοτάδι. Η Karoline Eichhorn ως Charlotte, η Maja Schöne ως Hannah, ο Oliver Masucci ως Ulrich – κάθε ένας από αυτούς τους χαρακτήρες είναι τόσο ρεαλιστικά γραμμένος, τόσο βαθιά ανθρώπινος, που σχεδόν ξεχνάς πως βλέπεις φαντασία. Ο πόνος τους είναι αληθινός, οι επιλογές τους αμφίσημες, και η μοίρα τους αναπόφευκτη. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία του Dark: καταφέρνει να μιλήσει για το παράδοξο του χρόνου και της ύπαρξης χωρίς να χάσει ποτέ την ανθρωπιά του.

Σε επίπεδο θεματολογίας, το Dark είναι σχεδόν φιλοσοφικό. Αγγίζει το ζήτημα του ντετερμινισμού με τρόπο που θυμίζει αρχαία τραγωδία. Μπορούμε να ξεφύγουμε από τη μοίρα μας ή είμαστε όλοι εγκλωβισμένοι σε ένα προδιαγεγραμμένο μονοπάτι; Η σειρά δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις· σε ωθεί να αναρωτηθείς, να αμφισβητήσεις, να σκεφτείς. Ο χρόνος, στο Dark, δεν είναι μια γραμμική έννοια· είναι ένας κύκλος, μια αιώνια επανάληψη, όπου όλα συμβαίνουν ξανά και ξανά, μέχρι κάποιος να σπάσει τον φαύλο κύκλο. Και μέσα σε αυτή τη μεταφυσική θύελλα, η ανθρώπινη αγάπη και θλίψη παραμένουν οι μοναδικές σταθερές.
Αυτό που κάνει το Dark να ξεχωρίζει από κάθε άλλη σειρά θρίλερ είναι ο τρόπος που συνδυάζει τον μυστικισμό με την επιστημονική ακρίβεια, το συναίσθημα με τη λογική, το τρομακτικό με το ποιητικό. Δεν υπάρχει τίποτα υπερβολικό, τίποτα επιφανειακά σοκαριστικό. Ο τρόμος δεν προκύπτει από jump scares ή αιματοχυσίες· προκύπτει από την επίγνωση της ματαιότητας, από τη φρίκη της αλήθειας ότι όλα όσα κάνουμε ίσως να είναι απλώς επαναλήψεις ενός αέναου κύκλου. Αυτό είναι το αληθινό σκοτάδι του Dark – όχι οι σκιές του δάσους, αλλά οι σκιές μέσα στον άνθρωπο. Καμία άλλη σειρά δεν έχει κατορθώσει να παντρέψει με τέτοια τελειότητα τη φιλοσοφία, τη φυσική και το δράμα. Ενώ άλλες σειρές θρίλερ εξαντλούνται στη δημιουργία ανατροπών, το Dark υφαίνει ένα σύμπαν όπου κάθε λεπτομέρεια έχει σημασία, κάθε συμβολισμός οδηγεί σε ένα μεγαλύτερο νόημα. Οι δημιουργοί του δεν υποτιμούν ποτέ τον θεατή – τον εμπιστεύονται, τον προκαλούν, τον αναγκάζουν να σκεφτεί. Είναι μια εμπειρία σχεδόν μεταφυσική, όπου η παρακολούθηση μετατρέπεται σε συμμετοχή. Ο θεατής δεν είναι απλός παρατηρητής· είναι μέρος του κύκλου.

Κι όταν φτάνει το φινάλε, εκείνη η συγκλονιστική κορύφωση του τρίτου κύκλου, αντιλαμβάνεσαι ότι τίποτα δεν ήταν τυχαίο. Όλες οι χρονικές γραμμές, όλες οι ζωές, όλα τα δάκρυα και οι θυσίες οδηγούν σε μια λύση τόσο απλή και τόσο όμορφη που κόβει την ανάσα. Το Dark κλείνει όχι με θόρυβο, αλλά με σιωπή – μια σιωπή γεμάτη νόημα, λύτρωση και θλίψη. Είναι από εκείνα τα φινάλε που δεν βλέπεις, αλλά νιώθεις. Και όταν πέφτουν οι τίτλοι τέλους, μένεις να κοιτάς το σκοτάδι της οθόνης και να σκέφτεσαι. Γιατί κάπου, κάπως, μέσα σε όλο αυτό το χάος, είδες και τη δική σου αντανάκλαση.
Το Dark δεν είναι απλώς η καλύτερη τηλεοπτική σειρά θρίλερ. Είναι μια εμπειρία ζωής, ένα έργο τέχνης που θα συζητιέται για δεκαετίες, ένα μάθημα για το πώς η τηλεόραση μπορεί να αγγίξει τα όρια της φιλοσοφίας και της ποίησης. Είναι η απόδειξη ότι το storytelling, όταν γίνεται με πάθος, όραμα και σεβασμό προς το κοινό, μπορεί να γίνει κάτι πολύ παραπάνω από διασκέδαση. Μπορεί να γίνει καθρέφτης της ψυχής μας. Το Dark είναι αυτός ο καθρέφτης: σκοτεινός, ανελέητος, αλλά και βαθιά αληθινός. Και ναι – είναι, χωρίς αμφιβολία, η καλύτερη τηλεοπτική σειρά θρίλερ που δημιουργήθηκε ποτέ.