Ξέρω ότι ξίνισες όταν διάβασες τον τίτλο του άρθρου. Με αφορμή τα γενέθλια του David Fincher, περίμενες μία αναφορά στο Fight Club. Αλλά όταν το ερώτημα που πέφτει στο τραπέζι είναι για το πραγματικό αριστούργημά του, τότε η ζυγαριά γέρνει προς το Se7en. Αλλά ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο David Fincher είναι από εκείνους τους σκηνοθέτες που η κινηματογραφική τους υπογραφή είναι άμεσα αναγνωρίσιμη. Η εμμονή του με τη λεπτομέρεια, η κλινική του ματιά, η σκοτεινή αισθητική που διατρέχει σχεδόν κάθε έργο του, όλα τον καθιστούν έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς των τελευταίων τριών δεκαετιών. Από το Fight Club και το Zodiac μέχρι το Gone Girl και το The Social Network, το έργο του είναι γεμάτο στιγμές που έχουν μείνει στην ιστορία. Ωστόσο, για την άτυπη μάχη της καλύτερης ταινίας, στις λεπτομέρειες κερδίζει το Se7en.
Κυκλοφόρησε το 1995, σε μια εποχή που το αστυνομικό θρίλερ γνώριζε τεράστια απήχηση στο Hollywood. Η ταινία, με πρωταγωνιστές τον Brad Pitt, τον Morgan Freeman και τον Kevin Spacey, θα μπορούσε να είναι ένα ακόμα "cop movie" που εξετάζει το κυνήγι ενός serial killer. Κι όμως, στα χέρια του Fincher μετατράπηκε σε κάτι εντελώς διαφορετικό: μια σκοτεινή, σχεδόν μεταφυσική εξερεύνηση του κακού και της αμαρτίας, ένα φιλμ που ξεπερνάει τα όρια του είδους και ανυψώνεται σε φιλοσοφικό σχόλιο για τον κόσμο.
Ο Fincher είχε μόλις βγει από την τραυματική εμπειρία του Alien 3, όπου το studio τον περιόρισε σε τέτοιο βαθμό ώστε ο ίδιος αποκήρυξε σχεδόν την ταινία. Με το Se7en, όμως, βρήκε την ευκαιρία να δείξει τι πραγματικά μπορεί να κάνει. Από τα πρώτα λεπτά, ο θεατής καταλαβαίνει ότι βρίσκεται σε έναν κόσμο άγνωστο αλλά τρομακτικά οικείο: μια πόλη χωρίς όνομα, μόνιμα βυθισμένη στη βροχή και το σκοτάδι, ένα περιβάλλον που δεν είναι απλώς σκηνικό, αλλά ένας ακόμα πρωταγωνιστής.
Η ιστορία ακολουθεί δύο ντετέκτιβ: τον βετεράνο Somerset (Morgan Freeman), που ετοιμάζεται να αποσυρθεί, και τον νεότερο Mills (Brad Pitt), που πιστεύει ακόμα στην ηθική τάξη. Οι δυο τους αναλαμβάνουν να εξιχνιάσουν μια σειρά φόνων που σχετίζονται με τα Επτά Θανάσιμα Αμαρτήματα. Όμως, σε αντίθεση με τα περισσότερα θρίλερ, το Se7en δεν εστιάζει στη δράση ή στο "πώς θα πιάσουν τον δολοφόνο". Αντίθετα, είναι μια κατάβαση στην άβυσσο: κάθε έγκλημα είναι μια αλληγορία, ένα καθρέφτισμα της ανθρώπινης φύσης και της κοινωνίας που επιτρέπει τέτοιες φρικαλεότητες.
Η επιλογή του Fincher να μη δείχνει ποτέ τους φόνους, αλλά μόνο τα αποτελέσματά τους, είναι ιδιοφυής. Ο θεατής καλείται να φανταστεί το αδιανόητο και έτσι η ταινία γίνεται ακόμα πιο τρομακτική. Παράλληλα, η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική: η κάμερα κολλάει στους χαρακτήρες, οι χώροι είναι στενοί, η βροχή ασταμάτητη. Είναι σαν ο κόσμος να συνωμοτεί για να δείξει πόσο μάταιη είναι κάθε ανθρώπινη προσπάθεια για λύτρωση.
Το cast του Se7en είναι απόλυτα ταιριαστό με την πρόθεση του σκηνοθέτη. Ο Morgan Freeman φέρνει τη βαρύτητα και τη σοφία ενός ανθρώπου που έχει δει τα πάντα και δεν ελπίζει πια σε τίποτα. Ο Brad Pitt, από την άλλη, είναι η προσωποποίηση της παρόρμησης και της αφέλειας, ένας νέος που πιστεύει ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Κι έπειτα, εμφανίζεται ο Kevin Spacey στον ρόλο του John Doe: ψυχρός, λιτός, σχεδόν αόρατος μέχρι το σημείο που γίνεται ο απόλυτος κυρίαρχος της αφήγησης. Το γεγονός ότι εμφανίζεται ελάχιστα αλλά σφραγίζει την ταινία, είναι δείγμα της δύναμης του χαρακτήρα και της σκηνοθετικής οξυδέρκειας του Fincher.
Το τέλος που σόκαρε τους θεατές
Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για το Se7en χωρίς να αναφερθεί στο φινάλε του. Η σκηνή με το περιβόητο κουτί δεν είναι απλώς μια ανατροπή, αλλά μια απόλυτη άρνηση του χολιγουντιανού κανόνα. Δεν υπάρχει happy end, δεν υπάρχει κάθαρση. Αντίθετα, υπάρχει μόνο η συντριβή. Ο Mills πέφτει στην παγίδα, ο John Doe ολοκληρώνει το "έργο" του, και ο Somerset καταλήγει στην πικρή αλήθεια ότι ο κόσμος είναι "μια ωραία θέση για να πολεμήσεις και αξίζει τον κόπο να πολεμήσεις γι' αυτόν". Είναι μια κατακλείδα που σε αφήνει άφωνο, χωρίς καμία διάθεση παρηγοριάς.
Αυτό το τέλος είναι ίσως και ο βασικός λόγος που το Se7en θεωρείται αριστούργημα. Γιατί το Χόλιγουντ του ’90 δεν συνήθιζε να σκορπά απελπισία, ειδικά σε μεγάλες παραγωγές με star όπως ο Pitt. Ο Fincher ρίσκαρε και κέρδισε. Έδωσε στον κόσμο ένα φιλμ που δεν κλείνει τα μάτια μπροστά στο σκοτάδι, αλλά μας αναγκάζει να το κοιτάξουμε κατάματα.
Το Fight Club και η πολιτισμική σύγκριση
Φυσικά, πολλοί θα αναφέρουν το Fight Club (1999) ως το magnum opus του Fincher. Είναι αναμφισβήτητα μια από τις πιο εμβληματικές ταινίες της δεκαετίας του ’90, γεμάτη ιδέες, στυλ και πολιτισμικό αντίκτυπο. Έκανε θραύση ως cult classic, έθεσε στο επίκεντρο θέματα όπως ο καταναλωτισμός και η κρίση ταυτότητας. Αν το Se7en είναι η σκοτεινή κατάβαση στο κακό, το Fight Club είναι η κραυγή αγωνίας μιας γενιάς.
Se7en ή Fight Club; Ποια είναι η καλύτερη ταινία του David Fincher;
Ωστόσο, το Fight Club, παρά τη δύναμή του, είναι πιο αμφιλεγόμενο. Έγινε παρεξηγημένο από πολλούς, υιοθετήθηκε από τα ίδια κοινωνικά στρώματα που υποτίθεται σατίριζε, και σε σημεία μοιάζει περισσότερο σαν μανιφέστο παρά σαν απόλυτα ολοκληρωμένο έργο. Το Se7en, αντίθετα, είναι αψεγάδιαστο στην κατασκευή του: κάθε σκηνή, κάθε πλάνο, κάθε ατάκα είναι εκεί για να υπηρετήσει μια ενιαία καλλιτεχνική πρόθεση.
Τριάντα χρόνια μετά, το Se7en δεν έχει χάσει τίποτα από τη δύναμή του. Αντίθετα, μοιάζει ακόμα πιο επίκαιρο. Ζούμε σε μια εποχή όπου η βία, η αδικία και η ανισότητα είναι πανταχού παρούσες. Η ιδέα ότι το κακό είναι εγγενές στον κόσμο μας δεν ξενίζει πια, αλλά φαντάζει σχεδόν αυτονόητη. Ο Fincher, με το Se7en, δεν προφήτευσε απλώς, αλλά κατέγραψε μια αλήθεια που παραμένει ζωντανή.
Επιπλέον, η ταινία άνοιξε τον δρόμο για έναν νέο τρόπο κινηματογραφικού θρίλερ. Χωρίς το Se7en, δύσκολα θα υπήρχε το True Detective ή ακόμα και το Zodiac. Έδειξε ότι το procedural μπορεί να είναι και υπαρξιακό δράμα, ότι το mainstream μπορεί να αντέξει σκοτάδι χωρίς εκτόνωση. Ο David Fincher έχει γυρίσει πολλές εξαιρετικές ταινίες, αλλά το Se7en παραμένει το πραγματικό του αριστούργημα. Είναι η ταινία που τον καθιέρωσε, που όρισε το ύφος του, που τόλμησε να σπάσει τα χολιγουντιανά στερεότυπα και να κοιτάξει κατάματα την ανθρώπινη απελπισία. Σε αντίθεση με άλλα έργα του, δεν προσπαθεί να είναι μοντέρνο, αιχμηρό ή cool. Είναι απλά ανελέητο, βαθύ και ανατριχιαστικά αληθινό.
Όταν αναρωτιόμαστε ποιο είναι το σπουδαιότερο επίτευγμα ενός σκηνοθέτη, δεν αρκεί να κοιτάξουμε τον πολιτισμικό αντίκτυπο ή την εμπορική απήχηση. Χρειάζεται να δούμε ποιο έργο συμπυκνώνει με τον πιο καθαρό και διαχρονικό τρόπο την ουσία της τέχνης του. Για τον David Fincher, αυτό το έργο είναι το Se7en.