Beyond the Bridge: Αυτές είναι οι 10 κορυφαίες ελληνικές ταινίες όλων των εποχών

Ευκαιρία να τις δεις τώρα που καλοκαίριασε.

Το καλοκαίρι σημαίνει -μεταξύ άλλων- και θερινό σινεμά! Αν είσαι τύπος που αρέσκεται στο να παρακολουθεί φρέσκες αλλά και κλασικές ταινίες κάτω από τα αστέρια, τότε σίγουρα γνωρίζεις ότι με το άνοιγμα των θερινών έχεις την ευκαιρία να παρακολουθήσεις και αρκετές ελληνικές ταινίες που έγραψαν ιστορία. Πιανόμαστε λοιπόν από αυτή την αφορμή για να δημιουργήσουμε ένα top 10 καλύτερων εγχώριων παραγωγών.

Για να το καταφέρουμε αυτό, ζητήσαμε τη βοήθεια των ειδικών. Έτσι, απευθυνθήκαμε στην ομάδα της Beyond the Bridge Productions, που εδώ και κάποια χρόνια μάς δίνει τρομερό content μέσω του καναλιού που τρέχει στο YouTube με βίντεο για τον ελληνικό και διεθνή κινηματογράφο.

Από τον Αντώνη Κωνσταντάρα

 

Διαβάστε όσα μας έγραψαν παρακάτω:

Η ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου ξεκινάει από την εποχή του βωβού, με ταινίες όπως οι «Απάχηδες των Αθηνών», και φθάνει μέχρι τις πολύπαθες μέρες μας. Μέσα από σκαμπανεβάσματα, ιστορικής, κοινωνικής, πολιτικής και καθαρά εμπορικής φύσης εμπόδια, η εγχώρια παραγωγή έχει δώσει κατά καιρούς αξιόλογες δημιουργίες, αν και ελάχιστες πραγματικά μεγάλες. Οι λόγοι των δυσκολιών που κατά καιρούς συναντά ο ελληνικός κινηματογραφικός χώρος αποτελούν αντικείμενο ξεχωριστής – και πολύ ενδιαφέρουσας δυνητικά – διατριβής, η οποία ξεπερνά τις δυνατότητες αυτού του άρθρου.

Εδώ είμαστε για να ξεχωρίσουμε μερικές από τις σημαντικότερες στιγμές του εγχώριου σινεμά. Επειδή θελήσαμε να συμπεριλάβουμε όσο το δυνατόν περισσότερους δημιουργούς, αυτό που ακολουθεί δεν είναι ένα κανονικό top10, όπου τουλάχιστον οι 6 από τις 10 ταινίες θα έφεραν την υπογραφή του Θόδωρου Αγγελόπουλου, αλλά δέκα επιλογές που ακολουθούν τον κανόνα: «μια ταινία ανά σκηνοθέτη».

Χωρίς περισσότερη φλυαρία, ορίστε δέκα σημαντικές ελληνικές ταινίες που αξίζει να δείτε και ταυτόχρονα, δέκα Έλληνες δημιουργοί το σύνολο της φιλμογραφίας των οποίων αξίζει να ανακαλύψετε. Η σειρά είναι αντίστροφα αξιολογική.

 

 Ας Περιμένουν οι Γυναίκες (1998) του Σταύρου Τσιώλη

Οι ταινίες του Σταύρου Τσιώλη ισορροπούν επιδέξια τη βαθιά ελληνικότητα με διαχρονικά ζητήματα ταυτότητας, σχέσεων και υπαρξιακών αναζητήσεων, μέσα από ένα ανατρεπτικό χιουμοριστικό φίλτρο. Ξεχωρίζει στη φιλμογραφία του το «Ας Περιμένουν οι Γυναίκες». Ένα, ενίοτε ξεκαρδιστικό, άλλοτε συγκινητικό road movie που βουτά με οξυδέρκεια και αιχμηρό χιούμορ στην ανδρική ψυχοσύνθεση, σαρκάζοντας και αποδομώντας τη με τρυφερότητα. Παράλληλα, οι πινελιές σουρεαλισμού που θυμίζουν τις ταινίες του Ισπανού Λουίς Μπουνιουέλ δίνουν έξτρα πόντους στην ταινία και την καθιστούν ενδιαφέρουσα για θεατές ανεξαρτήτως εθνικότητας, κάτι που αποτελεί απαραίτητο στοιχείο μιας καλής ταινίας. Ξεκινώντας από αυτή σας περιμένει μια ωραία, στέρεη, φιλμογραφία ανάλογων θεματικών και παρόμοιου ύφους.

 

Ο Φόβος (1966) του Κώστα Μανουσάκη

Από τα ελάχιστα δείγματα ψυχολογικού θρίλερ στον ελληνικό κινηματογράφο εκείνης (και όχι μόνο) της εποχής. Ο «Φόβος» του Μανουσάκη είναι μια ταινία μπροστά από την εποχή της -από κάθε άποψη. Αφενός ανατέμνει τον τρόπο ζωής στην ελληνική επαρχία και αναδεικνύει τα κακώς κείμενα και τις παθογένειές του δεκαετίες πριν αυτή η θεματική γίνει trend στον εγχώριο κινηματογράφο, αφετέρου υιοθετεί πολλές από τις αισθητικές αναζητήσεις που έφερναν επανάσταση στους ευρωπαϊκούς και ασιατικούς κινηματογράφους των τελών της δεκαετίας του 1950 και των αρχών του 1960.

Από τη γαλλική Nouvelle Vague ως το ιαπωνικό Νέο Κύμα. Αν και πολύ επιδραστική, παρέμενε ξεχασμένη για δεκαετίες, μέχρι που ανακαλύφθηκε πρόσφατα και η φήμη της έχει μερικώς αποκατασταθεί.

 

Ευδοκία (1971) του Αλέξη Δαμιανού

Η δεύτερη ταινία του ακριβοθώρητου Αλέξη Δαμιανού γυρίστηκε και κυκλοφόρησε εν μέσω Χούντας, αντιμετωπίζοντας πολλές δυσκολίες στην ολοκλήρωσή της – για παράδειγμα, δεν υπήρχε η δυνατότητα καταγραφής σύγχρονου ήχου και όλο το φιλμ ντουμπλαρίστηκε εκ των υστέρων. Η αρχετυπική ερωτική ιστορία που αφηγείται η ταινία -εκτός από εύστοχη αποτύπωση της μάχης των φύλων και του ψυχισμού του αρσενικού και του θηλυκού- αποτελεί εντέχνως συγκεκαλυμμένη πολιτική αλληγορία που, ευτυχώς, πέρασε απαρατήρητη από τις αρχές της περιόδου. Το ζεϊμπέκικο που συνέθεσε ο Μάνος Λοϊζος για λογαριασμό του φιλμ έμεινε κλασικό και η φήμη του ξεπερνά και αυτή της ταινίας.

 

Κυνόδοντας (2009) του Γιώργου Λάνθιμου

Η διεθνής επιτυχία της ταινίας του Λάνθιμου και η συνεπακόλουθη εμφάνιση δεκάδων μιμητών, οδήγησε πολλούς κριτικούς στο εξωτερικό να επινοήσουν τον όρο «Greek Weird Wave». Ανεξαρτήτως αν κανείς δέχεται τον όρο ή θεωρεί ό,τι ακολούθησε την επιτυχία του «Κυνόδοντα» μια σειρά από κακέκτυπα της δουλειάς του Λάνθιμου, δεν μπορούμε να αρνηθούμε τη σημασία αυτής της ταινίας και την επίδραση που άσκησε στο arthouse σινεμά διεθνώς.

Πλήρης, καυστική αποδόμηση της «αγίας ελληνικής οικογένειας» και μαζί συναρπαστική, λιτή και ευφυής αλληγορία για την ενηλικίωση αλλά και τον ολοκληρωτισμό, ο «Κυνόδοντας» άγγιξε διαχρονικά πανανθρώπινα ζητήματα, έφερε μια φρέσκια κινηματογραφική γλώσσα και σύστησε στο κοινό έναν σκηνοθέτη που εξακολουθεί να εξελίσσεται εντυπωσιακά σε πιο ευμενείς για το σινεμά γωνιές του πλανήτη.

 

Οι Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδος (1978) του Νίκου Παναγιωτόπουλου

Η γενιά του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου της δεκαετίας του 1970 ήταν μια ωραία, ενδιαφέρουσα γενιά, που πραγματικά πέτυχε μια ανανέωση στο εγχώριο σινεμά. Ο πιο παραγωγικός εκπρόσωπός της, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, μπορεί να κηλίδωσε την καριέρα του στην τελευταία περίοδό της με μια σειρά από αμφίβολης αισθητικής δημιουργίες, στο ξεκίνημά του όμως υπήρξε φιλόδοξος και καλλιτεχνικά ενδιαφέρων όσο λίγοι σύγχρονοί του.

Από τη φιλμογραφία του ξεχωρίζουμε τους «Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδος», ένα φιλμ βαθιά επηρεασμένο από τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο του 1960-1970, αλλά και μια από τις λίγες ελληνικές ταινίες που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα έργα των ξένων δημιουργών εκείνης της περιόδου που αποκαλούμε «μεγάλους».

 

Εκδρομή (1966) του Τάκη Κανελλόπουλου

Η δεκαετία του 1960 ήταν η λεγόμενη «χρυσή εποχή» του ελληνικού κινηματογράφου, που, ούτε χρυσή ήταν -ούτε ακριβώς κινηματογράφος. Η γενιά του 1950 είχε αρχίσει να κάμπτεται και ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος απείχε ακόμη κάμποσα χρόνια, οπότε η έμφαση δόθηκε στις κωμωδίες μαζικής εγχώριας απήχησης και μηδαμινής διεθνούς φιλοδοξίας.

Ωστόσο, μέσα σε αυτό το κινηματογραφικό τοπίο ένας δημιουργός τόλμησε να χαράξει το δικό του ανεξάρτητο και τόσο συναρπαστικό μονοπάτι. Ο λόγος για τον Τάκη Κανελλόπουλο, έναν σφοδρά υποτιμημένο κινηματογραφιστή, ο οποίος μόλις πρόσφατα έχει αρχίσει να επανεκτιμάται. Ξεχωρίσαμε με δυσκολία την πανέμορφη «Εκδρομή» για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου, όμως σας προτρέπουμε να ανακαλύψετε και τις 7 μεγάλου μήκους ταινίες του.  Όλες έχουν κάτι να προσφέρουν.

 

Ο Δράκος (1956) του Νίκου Κούνδουρου

Μπορεί κανείς να έχει πολλές ενστάσεις για το σινεμά του Νίκου Κούνδουρου και ομολογουμένως δεν θα βρεις πολλούς να υπερασπιστούν με σοβαρά επιχειρήματα ταινίες όπως το «1922» (1978) ή το «Μπάιρον, η Μπαλάντα Ενός Δαιμονισμένου» (1992). Ωστόσο, δεν χωρά αμφιβολία, πως με τις πρώτες του ταινίες ο Κούνδουρος έφερε νέα πνοή στον ασθμαίνοντα ως τότε ελληνικό κινηματογράφο.

Με ευκολία διαλέγουμε τον «Δράκο», την μακράν καλύτερη ταινία του και το κορυφαίο ελληνικό φιλμ-νουάρ, με τον Ντίνο Ηλιόπουλο σε μια (ακόμη) σπουδαία ερμηνεία στον ρόλο ενός ανθρωπάκου ο οποίος γοητεύεται όταν αρχίζουν και τον περνούν για τον «Δράκο», έναν διαβόητο κακοποιό. Ο Κούνδουρος σχολιάζει την έκπτωση των ηθών στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και καταλήγει σε ένα συγκλονιστικό φινάλε που μένει αξέχαστο.

 

Στέλλα (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη

Εδώ δυσκολευτήκαμε πολύ στην επιλογή, καθώς η πρώτη περίοδος του Κακογιάννη περιλαμβάνει μόνο καλές ταινίες. Από το εξαιρετικό ντεμπούτο του «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954), μέχρι το νεορεαλιστικό κομψοτέχνημα «Το Κορίτσι με τα Μαύρα» (1956). Διαλέξαμε, τελικά τον ενδιάμεσο σταθμό, την «Στέλλα». Μια αρχετυπική ερωτική ιστορία που όρισε την αντίληψη του ελληνικού κινηματογράφου περί ρόλων των φύλων, αφουγκραζόμενο βέβαια την αντίστοιχη αντίληψη της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας περί του θέματος.

Γιώργος Φούντας σε αξεπέραστο ρόλο macho τοξικού αρσενικού, Μελίνα Μερκούρη σε αυτό που στο χωριό μας αποκαλούμε «breakthrough performance», πιθανότατα η πρώτη ελληνική ταινία που κέρδισε τον θαυμασμό ενός διεθνούς κοινού και προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Καννών – όπου η Μερκούρη γνώρισε τον Ζιλ Ντασέν, τον οδήγησε στο να γυρίσει τις χειρότερες ταινίες της καριέρας του και το «Topkapi» (1964) -τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

 

Η Φωτογραφία (1986) του Νίκου Παπατάκη

Πώς διαλέγεις ανάμεσα στους «Βοσκούς» (1967) και τη «Φωτογραφία»; Ελπίζοντας πως η αναφορά μας θα σας πείσει να αναζητήσετε και τα δύο, επιλέξαμε τη δεύτερη, η οποία είναι μια πραγματικά εξαιρετική αλληγορία για το ίδιο το σινεμά, την τέχνη, το βλέμμα, τον έρωτα, την εθνική ταυτότητα.

Υποτιμημένος μέχρι πρόσφατα παρά τη διεθνή απήχηση του μικρού σε έκταση αλλά μεγάλου σε σημασία έργου του, ο Παπατάκης εδώ και καμιά δεκαετία γνωρίζει επανεκτίμηση. Οι ταινίες του ανακαλύπτονται από το νεότερο κοινό που τις αγκαλιάζει ως κορυφαία επιτεύγματα του ελληνικού (και γαλλικού, 3 από τις 5 μεγάλου μήκους του Παπατάκη είναι γαλλικές παραγωγές) κινηματογράφου και σταδιακά κατακτούν το status του κλασικού.

 

Ο Θίασος (1975) του Θόδωρου Αγγελόπουλου

Καμία άλλη ταινία και κανένας άλλος σκηνοθέτης δεν θα μπορούσε να βρίσκεται σε αυτήν τη θέση. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο κορυφαίος κινηματογραφικός δημιουργός που αναδείχθηκε ποτέ από τη χώρα μας, γύρισε τον τετράωρο «Θίασο» εν μέσω δικτατορίας και δεν μπόρεσε να τον προβάλει στο διαγωνιστικό του Φεστιβάλ Καννών, καθώς η τότε κυβέρνηση Καραμανλή (στο μεταξύ η Χούντα είχε πέσει) τον εμπόδισε με ανόητες δικαιολογίες. 

Όταν όμως πραγματοποιήθηκε η εκτός συναγωνισμού προβολή της, κοινό, κριτικοί και ομότεχνοι έσπευσαν να αναγνωρίσουν το φιλμ ως ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του παγκόσμιου κινηματογράφου. Αν δείτε μόνο μία ταινία από αυτήν εδώ τη λίστα, ας είναι ο «Θίασος» -κι αν εντρυφήσετε στο έργο ενός μόνο σκηνοθέτη απ’ όσους αναφέραμε, ας είναι ο Αγγελόπουλος.

 

 

 



©2016-2025 Ratpack.gr - All rights reserved