Chadwick Boseman πόσο κρίμα θα είναι να μην κερδίσεις

Όποιος και αν είδε το «Ma Rainey's Black Bottom» χειροκρότησε τον BlackPanther.   

Όσο άσχημα και αν ηχεί στα αφτιά μας, δεν είναι και λίγοι εκείνοι που αποδίδουν την υποψηφιότητά του Chadwick Boseman για Α’ Αντρικό Ρόλο στο γεγονός ότι δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή, προκειμένου να «τρέξουν» αρκετά δάκρυα κατά την ανακοίνωση του ονόματός του, κάτι που είχε συμβεί και με τον Heath Ledger το 2009. Για τους περισσότερους ένας σούπερ ήρωας δεν αξίζει κάποιο ειδικό έπαινο καθώς κατά γενική ομολογία δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να τον υποδυθείς, ασχέτως αν ο συγκεκριμένος του Boseman ήταν υποψήφιος και για Καλύτερη Ταινία. Βλέπεις το να γίνεις γνωστός ως superhero της Marvel -στην προκειμένη περίπτωση Black Panther- ναι μεν σου δίνει πόντους δημοφιλίας, σε καταδικάζει δε όσον αφορά την ποιότητα της δουλειάς σου. Σε αυτή την κατηγορία ωστόσο ανήκουν όσοι δεν έχουν δεχτεί ακόμα να παρακολουθήσουν το «Ma Rainey’s Black Bottom», ταινία για την οποία είναι υποψήφιος για Όσκαρ μετά θάνατον.

 

 

Μια ερμηνεία που έρχεται να υπενθυμίσει σε όλους ότι ο Boseman μπορεί να έμεινε στην ιστορία ως Βασιλιάς T’ Challa, αλλά η ποιότητά του ως ηθοποιός ξεπερνούσε τα φανταστικά σύνορα της Wakanda. Και στο «Ma Rainey’s Black Bottom» είναι πραγματικά μια διαφορετική ιστορία από αυτή που τον συνηθίσαμε ως μασκοφόρο Βασιλιά της Wakanda, όπως άλλωστε μας είχε μάθει σε όλους τους ρόλους του πριν το «Captain America: Civil War».

 

 

Η ιστορία της ταινίας πραγματεύεται την πορεία της ηχογράφησης ενός τραγουδιού με τίτλο «Black Bottom» από την μπάντα της «Βασίλισσας των Blues», Ma Rainey (Viola Davis) το 1927. Η Ma έχει μια φωνή-θαύμα, η φήμη της ξεπερνάει φυλετικές διακρίσεις και δυσκολίες στη διαβίωση των μαύρων στις ΗΠΑ και κάθε της τραγούδι ισούται με επιτυχία. Στη μπάντα της όμως, ο βασικός τρομπετίστας, ονόματι Levee Green (Boseman), είναι ονειροπόλος και ενθουσιώδης, με βλέψεις για μεγάλα πράγματα και σε διαρκή κόντρα με όλη την μπάντα, κυρίως όμως με τη Ma.

Ο Boseman, όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, μας παρουσιάζει έναν ιδεαλιστή νεαρό μουσικό, έναν άνθρωπο με ιδέες και βλέψεις προς το μέλλον που σε προκαλεί να τον συμπαθήσεις, ταυτόχρονα όμως το «φρένο» που δεν διαθέτει στα λεγόμενα και τις ορέξεις του, σε αναγκάζει να κοντρολάρεις τις σκέψεις και την προτίμησή σου προς αυτόν. Πέραν των φυλετικών μηνυμάτων της εποχής εκείνης, της καταπίεσης της μαύρης κοινωνίας από τους λευκούς και ο περιορισμός των ονείρων τους προς ένα καλύτερο και ίσο αύριο, το έργο επικεντρώνεται σε μια άτυπη κόντρα ρόλων, ανάμεσα στην φτασμένη και κατά γενική ομολογία, αντιπαθέστατη Ma της Viola Davis και του νεαρού ονειροπόλου, Levee που μάχεται να κερδίσει πόντους αντιπάθειας λόγω των απέραντων ορίων που νομίζει ότι διαθέτει.

 

 

Η ερμηνεία του Boseman, έρχεται να μας διδάξει ότι ποτέ δεν είναι κακό να ονειρεύεσαι, φτάνει να έχεις και τα δυο σου πόδια προσγειωμένα στο έδαφος. Να θες την εξέλιξη, αλλά να μην ξεχνάς από πού προέρχεσαι και να μη φτύνεις εκεί που κάποτε φιλούσες. Είτε αυτό είναι να προσπεράσεις τις διαταγές του αφεντικού σου, είτε ακόμα να θεωρείς ότι έχεις το απυρόβλητο δίχως να νοιάζεσαι για τις συνέπειες.

Διότι τα όνειρα εύκολα καταλήγουν σε απογοήτευση και μιζέρια. Και από την μιζέρια το αμέσως επόμενο βήμα ξεκινάει από άλφα, αλλά δεν είναι η αποθέωση. Είναι η απόγνωση.

 

 

Στην τελευταία του ταινία λοιπόν, ο Chadwick Boseman δεν θυμίζει πλέον τη σιγουριά του Black Panther αλλά μας γυρνάει πίσω στις ημέρες εκείνες που ήμασταν μικροί και αφελείς, βλέποντας έναν ατελείωτο ορίζοντα, γεμάτο ευκαιρίες και όνειρα, πριν επιλέξουμε το δρόμο που τελικά ακολουθήσαμε. Στις μέρες που δεν μας φόβιζε τίποτα, παρά μόνο η περίπτωση να αποτύχουμε. 

 

 

Είναι κρίμα πραγματικά που ο Boseman θα διεκδικήσει μονάχα μία φορά στη ζωή του το Χρυσό Αγαλματίδιο, καθώς το one on one με τον Sir Anthony Hopkins για το «The Father» είναι αρκετά ανταγωνιστικό και θα κριθεί στις λεπτομέρειες. Υπό φυσιολογικές συνθήκες θα θέλαμε τον Hopkins να αποχωρήσει με το Όσκαρ καθώς στα 83 του χρόνια δεν θα έχει άλλες ευκαιρίες, αλλά από τη στιγμή που ο Boseman δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή μάλλον μας βάζει ένα μεγάλο δίλημμα εν όψει του Κυριακάτικου μπρα ντε φερ.

«The Father» ή «Ma Rainey’s Black Bottom»; Sir Hopkins ή Boseman;

 



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved