Εκείνα τα υπέροχα καλοκαίρια των παιδικών μας χρόνων

1η Ιουνίου: πανελλήνια ημέρα «Αρχίζω να μετράω τα παγωτά που θα φάω και τα μπάνια που θα κάνω».

Δεν ξέρω για εσάς, αλλά η δική μου οικογένεια παραθέριζε κάθε καλοκαίρι στο εξοχικό μας στην Κινέττα. Και σχεδόν όλες οι οικογένειες που ήξερα, είχαν ένα εξοχικό ή ένα σπίτι στο χωριό και πέρναγαν εκεί το καλοκαίρι. Για πάνω από 2,5 μήνες, όσο κρατούσαν οι διακοπές, όσο έμεναν τα σχολεία κλειστά, ήμασταν με τη μητέρα μας (που δεν δούλευε) και βλέπαμε τον πατέρα μας (που δούλευε) τα Σαββατοκύριακα και καμιά 15ριά μέρες μαζεμένες, κάπου εκεί στις αρχές Αυγούστου, όταν έπαιρνε την άδειά του. 

Οι διακοπές, ήταν παρέα που συναντιόταν κάθε καλοκαίρι στο ίδιο μέρος (και σχεδόν ποτέ το χειμώνα), ήταν έρωτες, ήταν τσακωμοί, ήταν βόλτες με ποδήλατα και ατέλειωτοι αγώνες πινγκ-πονγκ, ήταν εξορμήσεις το απόγευμα και «μπλιμπλίκια», κρυφτό και κρυφτο-κυνηγητό όσο ήμασταν μικρότεροι, επιτραπέζια και «φασώματα» και παράνομα τσιγάρα όταν μεγαλώναμε. Ήταν κρυψώνες στο διπλανό δάσος και εξερευνήσεις, ήταν σουβλάκια στον κυρ-Σταύρο, τζιτζίκια και σπιτικό φαγητό το μεσημέρι, Μίκι-Μάους και «Αγόρι» και «Μάχη» και «Μπλεκ» και κανένα βιβλίο να περνάει η ώρα. Ήταν οι ώρες κοινής ησυχίας, η γειτόνισσα που μας έβριζε διότι παίζαμε μπάσκετ κάτω από το σπίτι της κι ας ήταν 6 το απόγευμα, ήταν μπάλα και ρακέτες στην παραλία, ήταν το «θα ανοίξεις παιδί μου κανένα σχολικό βιβλίο να κάνεις καμιά επανάληψη;» και η απάντηση «ΟΧΙ». 

 

Ήταν πολλά πράγματα το καλοκαίρι, που το σηματοδοτούσε η 1η Ιουνίου, αλλά πάνω απ΄όλα ήταν δυο μονάδες μέτρησης: πόσα παγωτά θα φας το καλοκαίρι και πόσα μπάνια θα γράψει το κοντέρ. Σ' αυτά τα δυο «διαγωνιζόμασταν» με τους συμμαθητές μας το Σεπτέμβρη που άνοιγαν τα σχολεία, τα φουσκώναμε και λίγο τα νούμερα, κατεβάζαμε και δυο-δυο τα παγωτά για να γράψουμε καλύτερο σκορ και υπολογίζαμε προσεκτικά τις μέρες που κάναμε μπάνιο και πρωί και απόγευμα, μην μας ξεφύγει κανένα μπάνιο. 
Δεν κέρδιζες τίποτα αν «νικούσες», αν είχες κάνει τα περισσότερα μπάνια ή είχες χλαπακιάσει τα περισσότερα παγωτά - πέρα από μερικά παραπανίσια κιλά. Αλλά ένιωθες ευτυχισμένος. Ολοκληρωμένος. Ένιωθες υπέροχα - και πώς να μην νιώθεις; Είχες κάνει 2,5 μήνες διακοπές, είχες ξεσαλώσει, είχες μαυρίσει, είχες περάσει καλά, είχες φυσικά μια δυσκολία να προσαρμοστείς ξανά στη σκληρή πραγματικότητα, αλλά είχες ένα σωρό ιστορίες να διηγηθείς από τις καλακαιρινές σου διακοπές. 

Δεν ξέρω πόσο ασήμαντο ή γραφικό μοιάζει όλο αυτό το μέτρημα για τα σημερινά παιδιά, τα μπάνια και τα παγωτά. Για τη σημερινή γενιά του ίντερνετ και των social - media, που κουβαλάνε Playstation και τάμπλετ και λάπτοπ και κινητά στις διακοπές, μπορεί να μην λέει και πολλά - άλλωστε εδώ και πολλά χρόνια, παγωτά βρίσκεις στα ψυγεία όλο το χρόνο, σε αντίθεση με 30-40 χρόνια πριν, που τα ψυγεία προσγειώνονταν στην «ΕΒΓΑ της γειτονιάς» από τον Μάιο και μετά. Δεν ξέρω γενικά τι νόημα έχει να μετράνε μπάνια και παγωτά τα παιδιά που προτιμούν να μετράνε πόσα views έκανε το «Mama» στο youtube ή πόσα σχόλια έχει κάτω από το «Τζίτζι». Επίσης, δεν ξέρω πόσα από τα σημερινά παιδιά στην ηλικία των 6, 8, 10, 12 ή 14 ετών, έχουν την ευχέρεια να κάνουν διακοπές 2 και 2,5 μήνες. Αφενός διότι δεν ξέρω πόσοι έχουν εξοχικά, αφετέρου διότι δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αν μια οικογένεια έχει εξοχικό, πηγαίνει εκεί κάθε καλοκαίρι και κάθεται 2 και 2,5 μήνες και επιπλέον οι σημερινές μαμάδες δουλεύουν το ίδιο σκληρά με τους πατεράδες, οπότε μόνο αν υπάρχει παππούς και γιαγιά που να βαστάνε, μπορεί ένα παιδί να κάνει τόσες πολλές διακοπές. 

the beach film

 

Αυτό που ξέρω, είναι ότι η δική μου γενιά, οι σημερινοί 40άρηδες και 50άρηδες και οι ανάμεσα, μεγαλώσαμε ωραία. Και περνάγαμε μια χαρά τα καλοκαίρια, μετρώντας μπάνια και παγωτά. Κάναμε φίλους - πραγματικούς και όχι ψηφιακούς, τους ξέραμε με το όνομά τους και όχι με nickname, παίζαμε κανονική μπάλα και ρημάζαμε τα γόνατά μας κι όχι Pro Evolution να ρημάζουμε τους αντίχειρές μας, κολυμπούσαμε, τρέχαμε, παίζαμε και γελάγαμε. Γελάγαμε πολύ. Ακριβώς διότι ήμασταν σε μια ηλικία που οι σκοτούρες και οι έγνοιες «απαγορεύονταν». Το μόνο που «επιτρεπόταν», ήταν να ξεκουραστούμε, να «γεμίσουμε μπαταρίες» και να ζήσουμε την παιδικότητα ή την εφηβεία μας, να «ρίξουμε μπόι», να μαυρίσουμε, να μεγαλώσουμε μέσα σε ένα καλοκαίρι για να είμαστε έτοιμοι για το επόμενο λέβελ, για την επόμενη τάξη. 

Όσο θυμάμαι εκείνα τα χρόνια, μια χαρά ήταν. Ακόμα και με ασπρόμαυρες τηλεοράσεις και δυο κρατικά κανάλια, χωρίς air-condition και ίντερνετ, χωρίς υπολογιστές και social media, χωρίς smartphones και πολλές ανέσεις. Ήταν μια χαρά χρόνια, ήταν υπέροχα καλοκαίρια, απλά και μόνο διότι μπορούσαμε να μετράμε παγωτά και μπάνια. Τόσο απλά. 



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved