Υπάρχει μια βουβή, αμήχανη φράση που αρχίζουμε να ακούμε όλο και πιο συχνά: «Δυσκολεύομαι να τα βγάλω πέρα». Δεν τη λένε μόνο οι άνθρωποι που ζουν στο περιθώριο, ούτε εκείνοι που οι πολιτικοί θα αποκαλούσαν “ευάλωτες ομάδες”. Τη λένε νέοι με πτυχία, εργαζόμενοι που πληρώνονται στην ώρα τους, οικογένειες με δύο δουλειές και κανένα απόθεμα. Σύμφωνα με τη νέα έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, το 7% του πληθυσμού αντιμετώπισε πέρυσι μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής. Το 1,6% έφτασε στο σημείο να περάσει ολόκληρη ημέρα χωρίς φαγητό, λόγω έλλειψης χρημάτων ή πόρων. Πίσω από τα νούμερα αυτά, κρύβονται ψυγεία που αδειάζουν πριν το τέλος της εβδομάδας, μισθοί που εξαφανίζονται πριν το ημερολόγιο δείξει 20 του μήνα και λογαριασμοί που μένουν απλήρωτοι.
Κι αν όλα αυτά σου ακούγονται σαν σκηνή από δελτίο του 2012, κάνε ένα βήμα πίσω: αυτό δεν είναι παρελθόν. Είναι το 2025. Η εποχή του food delivery, του brunch και των lifestyle συμβουλών για “υγιεινό meal prep”. Η εποχή που παρακολουθούμε reels με πολυτελή φαγητά, ενώ κάποιοι δίπλα μας μετρούν τα ευρώ για να αγοράσουν ένα λίτρο γάλα.
Η πείνα του 2025 δε μοιάζει με εκείνη των παλιών φωτογραφιών. Δεν φαίνεται. Κρύβεται πίσω από καθαρές βιτρίνες και προσεγμένα stories. Είναι η πείνα του ανθρώπου που τρώει λιγότερο για να "βγάλει το μήνα", του φοιτητή που μετρά τα κουπόνια σίτισης, της μάνας που μαγειρεύει “λίγο πιο αραιό” φαγητό για να φτάσει. Η μέτρια ανεπάρκεια τροφής, όπως ορίζει η ΕΛΣΤΑΤ, σημαίνει ότι κάποιος αναγκάστηκε να παραλείψει γεύματα ή να φάει λιγότερο απ’ όσο χρειάζεται. Αυτή η μικρή φράση: “έφαγε λιγότερο” είναι πιο δυνατή απ’ ό,τι ακούγεται. Γιατί δε σημαίνει δίαιτα. Δε σημαίνει διατροφή και six pack. Σημαίνει ανασφάλεια, άγχος, αδυναμία.
Το σώμα αρχίζει να προσαρμόζεται, αλλά η ψυχή όχι. Το αίσθημα της πείνας διαλύει κάθε έννοια κανονικότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ψυχολόγοι μιλούν πλέον για food insecurity anxiety, μια νέα μορφή άγχους που απλώνεται στις δυτικές κοινωνίες.
Η ψευδαίσθηση της αφθονίας
Πώς γίνεται, λοιπόν, να ζούμε σε μια εποχή που μοιάζει πιο “γεμάτη” από ποτέ, αλλά κάποιοι πεινούν; Η απάντηση είναι απλή: ζούμε σε ψευδαίσθηση αφθονίας. Οι βιτρίνες των σούπερ μάρκετ είναι φουλ, αλλά το καλάθι του νοικοκυριού άδειο. Οι διαφημίσεις βομβαρδίζουν με “2+1 δώρο”, αλλά τα ράφια των ανθρώπων είναι μισογεμάτα. Η οικονομία μπορεί να δείχνει “σε ανάκαμψη”, αλλά η καθημερινότητα δεν αγοράζεται με στατιστικά.
Πώς η «πείνα» σε κάνει να απολαμβάνεις περισσότερο τη ζωή
Η πείνα στην Ελλάδα του 2025 δεν είναι απόλυτη, είναι αναλογική. Δεν μιλάμε για πείνα τύπου τρίτου κόσμου, αλλά για πείνα που μετριέται σε άγχος, σ’ ενοχές, σε απώλεια αξιοπρέπειας. Είναι η πείνα που κάνει έναν πατέρα να ντρέπεται στο ταμείο όταν του λείπουν 3 ευρώ, ή μια κοπέλα να υπολογίζει το delivery μέχρι το τελευταίο κέρμα.
Η έλλειψη τροφής δεν είναι μόνο θέμα επιβίωσης, είναι και θέμα νοητικής αντοχής. Ένα άδειο στομάχι φέρνει μαζί του θυμό, κόπωση, μειωμένη συγκέντρωση, ακόμη και κατάθλιψη. Κι όμως, κανείς δεν το παραδέχεται εύκολα. Στην ελληνική κοινωνία του 2025, το να πεινάς είναι στίγμα. Το να δηλώσεις ότι δεν έχεις φαγητό, δεν είναι “οικονομικό πρόβλημα”. Είναι σχεδόν ντροπή. Σαν να απέτυχες στο πιο βασικό: να τα φέρεις βόλτα. Έτσι, η πείνα γίνεται κρυφή. Δε φαίνεται στα stories, ούτε γράφεται στα group chats.
Αυτό που δείχνει η έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ είναι μόνο η κορυφή. Το 7% που δηλώνει ανεπάρκεια τροφής, είναι οι άνθρωποι που το παραδέχτηκαν. Οι υπόλοιποι; Ίσως το έκρυψαν πίσω από ντροπή, ίσως δεν είχαν καν πρόσβαση στην έρευνα. Η πολιτεία οφείλει να διαβάσει αυτά τα νούμερα όχι σαν “στατιστικό φαινόμενο”, αλλά σαν καμπανάκι κοινωνικής ανισότητας. Όταν η τροφή, το πιο βασικό δικαίωμα, γίνεται προνόμιο, τότε όλα τα υπόλοιπα είναι διακοσμητικά.
Ταυτόχρονα, υπάρχει και η ατομική ευθύνη. Όχι με τη στενή, ηθικολογική έννοια. Αλλά με την έννοια της ενσυναίσθησης. Αν έχεις γεμάτο πιάτο, δεν χρειάζεται να νιώθεις ενοχές, αλλά χρειάζεται να θυμάσαι πως κάποιοι γύρω σου δεν έχουν. Αυτό που δεν κάνει η Πολιτεία, οφείλει να το κάνει η κοινωνία. Πάντα έτσι γινόταν και έτσι θα συνεχίσει να γίνεται.