Καμία γυναίκα δεν εκτίμησε έναν Hub-son

Η new age παγίδα των ανδρών που μένουν στο πατρικό αλλά τους αρέσει. Κάτι που εδώ στην Ελλάδα το έχουμε κάνει επιστήμη.

Τον τελευταίο καιρό, τα social γέννησαν έναν ακόμη όρο που ήρθε να προστεθεί στη μακρά λίστα με τα internet labels που κανείς δεν ζήτησε: τον “stay-at-home son”, ή όπως τον λένε με ακόμα μεγαλύτερη… τσαχπινιά, τον “hub-son”. Αν δεν έχεις πέσει ακόμη πάνω του στο feed σου, πρόκειται ουσιαστικά για ενήλικους άνδρες που ζουν στο πατρικό τους και έχουν υιοθετήσει έναν ρόλο τύπου «νοικοκύρη». Μαγειρεύουν, καθαρίζουν, κάνουν τα ψώνια, οργανώνουν το σπίτι: όλα αυτά χωρίς ενοίκιο, χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις και με μια δόση υπερηφάνειας λες και έκαναν επανάσταση.

Ο όρος ξεπήδησε ως ανδρικό “αντίστοιχο” του trad wife, της γυναίκας που επιλέγει μια πιο παραδοσιακή, σπιτική ζωή. Στην Ελλάδα, όλο αυτό κάνει διπλό κρότο. Όχι μόνο γιατί ζούμε σε μια χώρα όπου η ελληνίδα μάνα εφηύρε την υπερπροστασία, αλλά και γιατί η οικονομική πραγματικότητα, πληθωρισμός, ενοίκια που θυμίζουν Airbnb στο Μανχάταν και μισθοί που θυμίζουν 2007 χωρίς όμως την ανεμελιά, σπρώχνει όλο και περισσότερους νέους πίσω στο παιδικό τους δωμάτιο.

Αλλά άλλο το «μένω με τους γονείς επειδή δεν βγαίνω οικονομικά» και άλλο το «μένω με τους γονείς και το κάνω lifestyle στο TikTok». Κι εκεί ακριβώς αρχίζει το περίφημο "hub-son" φαινόμενο, ένα trend που όσο αστείο είναι, άλλο τόσο αγγίζει μια κοινωνική ανισορροπία που αρνούμαστε να παραδεχτούμε.

 

 

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα κατέχει σταθερά μία από τις πρώτες θέσεις σε ποσοστό νέων 25–34 που ζουν με τους γονείς τους. Δεν είναι τυχαίο. Τα ενοίκια έχουν εκτοξευθεί, οι μισθοί δεν προσαρμόζονται στην πραγματικότητα, και οι περισσότερες δουλειές για νέους προσφέρουν paychecks που μετά βίας καλύπτουν τα βασικά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι άντρες που μένουν σπίτι ξαφνικά πρέπει να γίνουν οι «άντρες του σπιτιού». Στην ελληνική κουλτούρα υπάρχει ήδη μια λεπτή γραμμή εδώ. Η μάνα που καμαρώνει τον γιο της επειδή “της φροντίζει το σπίτι”, η γιαγιά που λέει «καλά κάνει το παιδί, να μείνει να μαζέψει λεφτά», η κοινωνία που εδώ και δεκαετίες καλομαθαίνει τον άνδρα να μη μεγαλώνει ποτέ πραγματικά.

Ο «hub-son» είναι απλώς το rebranding μιας κατάστασης που η Ελλάδα γνωρίζει εδώ και δεκαετίες: της μόνιμης παραμονής στο πατρικό όπου οι ευθύνες μοιράζονται… επιλεκτικά.

Το παράδοξο του “ανδρικού νοικοκυριού”

 

 

Από τη μία πλευρά, το να βλέπουμε άνδρες να συμμετέχουν επιτέλους σε δουλειές που παραδοσιακά θεωρούνταν “γυναικείες”, όπως καθάρισμα, μαγείρεμα, οργάνωση, είναι καλοδεχούμενο. Στην Ελλάδα, ειδικά, η ισότητα μέσα στο σπίτι είναι ακόμα ένα project υπό εξέλιξη. Από την άλλη όμως, άλλο πράγμα η ισότιμη συμβίωση και άλλο η υποκατάσταση του ρόλου του συντρόφου μέσα στο ίδιο σου το σπίτι. Κανένας δε θέλει να ακούσει για μια μάνα που μιλάει για τον γιο της σαν να είναι ο άνδρας του σπιτιού. Υπάρχει λόγος που ο Φρόιντ έκανε καριέρα γράφοντας βιβλία για τέτοια.

Και σίγουρα κανένας δε θέλει να βλέπει έναν 32χρονο να συμπεριφέρεται σαν micro-influencer του νοικοκυριού επειδή έβαλε πλυντήριο.

Το αληθινό ζήτημα με τους “hub-sons” δεν είναι η συνεισφορά στο σπίτι, αλίμονο, το να κάνεις δουλειές στο σπίτι στο οποίο ζεις είναι το απολύτως λογικό. Το πρόβλημα είναι όταν αυτό γίνεται: brand, lifestyle, υποκατάστατο φιλοδοξίας, λόγος να μην εξελίσσεσαι. Όταν ένας άνδρας αρχίζει να καμαρώνει που «κρατάει το σπίτι» αντί να προσπαθεί να σταθεί στα πόδια του, κάτι έχει πάει στραβά. Το να βοηθάς δεν είναι επάγγελμα. Το να μένεις σπίτι δεν είναι status. Το να διεκδικείς μηδενική ανεξαρτησία δεν είναι επιλογή, είναι παγίδα που, αργά ή γρήγορα, θα γυρίσει μπούμερανγκ.

 

 

Γιατί τελικά γίνεται trend;

Η απάντηση βρίσκεται κάπου ανάμεσα σε: οικονομική ασφυξία, διαλυμένη αγορά εργασίας, έλλειψη προοπτικής και ένα διαδίκτυο που λατρεύει να δίνει ονόματα σε οτιδήποτε κινείται. Αλλά κάτω από αυτά κρύβεται και μία ακόμη αλήθεια: Πολλοί νέοι άντρες νιώθουν χαμένοι στην after-2020 εποχή. Η πίεση να πετύχουν, να βρουν δουλειά, να σταθούν οικονομικά, να φτιάξουν σχέσεις, όλα μοιάζουν δυσκολότερα από ποτέ. Έτσι, ένας χαριτωμένος αυτοσαρκαστικός τίτλος όπως “hub-son” γίνεται τρόπος να δικαιολογήσεις την αδράνεια.

Στην Ελλάδα, το πρόβλημα διογκώνεται από το γνωστό φαινόμενο: η μαμά είναι πάντα εκεί. Μαγειρεύει. Πλένει. Σιδερώνει. Φροντίζει. Συγχωρεί. Και κάπως έτσι, ένας άντρας 30+ μπορεί να ζει μια ζωή χωρίς πραγματικές υποχρεώσεις και να το θεωρεί κιόλας φυσιολογικό. Το ελληνικό σπίτι έχει χτίσει ολόκληρη κουλτούρα πάνω στο “το παιδί να μην κουραστεί”. Αλλά όταν το «παιδί» φτάνει 35 και έχει περισσότερα κοινά με φοιτητή Erasmus παρά με ενήλικα, υπάρχει θέμα.

 

 

Το “hub-son” μπορεί να είναι trend για τα social, στην πραγματική όμως ζωή είναι απλώς μια προειδοποίηση: Αν έχεις αρχίσει να νιώθεις άνετα στο πατρικό, μήπως ήρθε η ώρα να κάνεις το επόμενο βήμα;

Όσο και να φταίνε οι εξωτερικές συνθήκες (και φυσικά φταίνε καθώς κανείς δε θέλει να μένει στο πατρικό του), το να μένεις στο παιδικό δωμάτιο για πάντα δεν πρέπει να γίνεται lifestyle αλλά μεταβατικό στάδιο. Αυτό ισχύει για όλους, όχι μόνο για τους “hub-sons”. Αν ζεις στο πατρικό, κάνε ό,τι πρέπει για να βοηθήσεις. Αλλά μην το κάνεις career path. Μην το κάνεις content. Και πάνω απ’ όλα, μην επιτρέπεις στη σημερινή δυσκολία να γίνει αύριο συνήθεια.

Γιατί κανείς δεν θέλει να είναι ο “hub-son”, ούτε οι γονείς σου, ούτε οι γύρω σου, ούτε η κοπέλα σου και στην τελική ούτε εσύ ο ίδιος.



©2016-2025 Ratpack.gr - All rights reserved