21 χρόνια χωρίς τον Βλάσση, έναν “απαράδεκτο Playboy”

Rock ’n’ Roll ήρωας των 70’s, τηλεοπτικό είδωλο των 90’s, ο Τσε της Αλίκης ή απλώς ο Βλάσσης. “There is no one like me”, τραγούδησε κάποτε και είχε απόλυτο δίκιο.

Αλήθεια, πώς να ξεκινήσεις ένα άρθρο για τον Βλάσση Μπονάτσο όταν και μόνο στο άκουσμα του ονόματός του δέχεσαι ηλεκτροσόκ από το ταλέντο, την ενέργεια, το πάθος, την εκρηκτικότητα και τη λάμψη; Αυτή τη στιγμή, στο μυαλό μου, καταγράφεται ένα roller coaster εικόνων και σκέψεων. Όπως ακριβώς η ζωή του. Το νήμα της οποίας κόπηκε ξαφνικά πριν 21 χρόνια, σαν σήμερα, στις 14 Οκτωβρίου του 2004. Αλλά σε αυτά τα 55 χρόνια κατάφερε ν’ αφήσει μία κληρονομιά και ένα όνομα που συζητιέται ακόμα. Μία προσωπικότητα, που όσο κι αν προσπαθήσεις, δεν μπορείς να την αντιγράψεις. Διότι ο Βλάσσης ήταν απλώς ο Βλάσσης. Μία παιδική ψυχή σε σώμα star. 

Δε χρειάστηκε ποτέ να «προσπαθήσει» για να ξεχωρίσει. Το είχε. Είχε αυτό το κάτι που δε μαθαίνεται, δεν κατασκευάζεται, δεν πακετάρεται, δεν αντιγράφεται. Ήταν μια μίξη rock’n’roll, πηγαίου χιούμορ και απίστευτης ενέργειας. Είκοσι ένα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Βλάσσης δεν έχει ξεθωριάσει. Παραμένει ένας ζωντανός μύθος της ποπ κουλτούρας της Ελλάδας, ο τύπος που ήθελες να έχεις για κολλητό.

Ο rock’n’roll ήρωας της εποχής του

Γιος καθηγήτριας πιάνου, ο Μπονάτσος μεγάλωσε μέσα στη μουσική. Δεν ήταν παιδί που ακολούθησε την πεπατημένη. Ήταν εκείνος που θα έβγαζε το manual από το παράθυρο και θα έλεγε «πάμε να το κάνουμε αλλιώς». Και κάπως έτσι γεννήθηκαν οι Πελόμα Μποκιού, μια μπάντα τόσο μπροστά για την εποχή της, που σήμερα θα μπορούσε να σταθεί με άνεση σε ένα διεθνές stage. Μαζί με τον Νίκο Δαπέρη, τον Νίκο Λογοθέτη, τον Τάκη Μαρινάκη και τον Γιάννη Κιουρκτσόγλου, έστησαν ένα ψυχεδελικό ροκ σχήμα που δεν έμοιαζε με τίποτα άλλο στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’70.

 

 

Το όνομά τους ήταν ένα παιχνιδιάρικο «κολάζ» από τις πρώτες συλλαβές των επωνύμων τους, που έγινε cult. Το τραγούδι «Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε» έγινε ύμνος. Ήταν η εποχή που τα κορίτσια ούρλιαζαν στις συναυλίες και τα αγόρια αντέγραφαν το στυλ του Βλάσση: μαλλιά, attitude, εκείνο το χαμόγελο που ήταν πάντα λίγο “πιο πονηρό” από όσο έπρεπε.

Και μετά ήρθαν τα σόλο χρόνια. Με κομμάτια όπως οι «Μεταμορφώσεις», το «Αγαπάω», οι «Γυναίκες» από το soundtrack της σειράς Στον Αστερισμό της Γραβάτας και το ντουέτο με την Αλεξία στο «Είσαι Παιδί Μου Πειρασμός», ο Μπονάτσος δεν έκανε απλώς καριέρα, έγραφε το soundtrack μιας ολόκληρης γενιάς. Ήταν από αυτούς τους καλλιτέχνες που έβαζαν προσωπική σφραγίδα σε κάθε τι που άγγιζαν. Ακόμα και όταν διασκεύαζε τραγούδια άλλων, όπως το «Αν σ’ αρνηθώ αγάπη μου» του Κώστα Χατζή ή το «Λαός και Κολωνάκι» του Μανώλη Χιώτη, τα έκανε… δικά του.

 

 

Ο Τσε της Αλίκης

Η σκηνή δεν ήταν ο βασικός του «τόπος», αλλά όταν ανέβαινε πάνω της, άφηνε σημάδι. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, έπαιξε στον ρόλο του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα στην παράσταση Εβίτα δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη και ήταν σαν να είχε γεννηθεί γι’ αυτόν τον ρόλο. Η παράσταση στο Θέατρο Αλίκη έγινε sold out, το κοινό χειροκροτούσε όρθιο, και η σχέση του με την Αλίκη έγινε πρωτοσέλιδο. Για έξι χρόνια ήταν το πιο λαμπερό ζευγάρι της ελληνικής showbiz, αλλά πέρα από τα εξώφυλλα, υπήρχε μια χημεία σχεδόν κινηματογραφική. Ο Βλάσσης δεν ήταν απλώς ο σύντροφος της Αλίκης, ήταν εκείνος που μπορούσε να την κάνει να γελάσει αυθεντικά. Δίπλα του γινόταν ξανά παιδί. Ξέρεις πόσο δύσκολο είναι να το βρεις αυτό από τον σύντροφό σου; Θα ήθελα να ρωτήσεις την κοπέλα, τη μητέρα, την αδερφή, την κολλητή σου, να σου πουν.

Ο πιο «Απαράδεκτος» από όλους

Αν υπάρχει ένας ρόλος που σφράγισε τη σχέση του με το κοινό, αυτός είναι ο Βλάσσης στους “Απαράδεκτου”. Για τους νεότερους, οι «Απαράδεκτοι» ήταν κάτι σαν τα Φιλαράκια για την Αμερική. Απλώς το δικό μας παρεάκι, έβγαζε περισσότερο γέλιο. Δεν χρειάστηκε κάστινγκ. Η Δήμητρα Παπαδοπούλου τον ήθελε εξαρχής στον ρόλο. Μαζί με τον Γιάννη Μπέζο και τον Σπύρο Παπαδόπουλο, δημιούργησαν την πιο iconic τηλεοπτική παρέα των ’90s.

Ο Βλάσσης δεν έπαιζε απλώς έναν εργένη με χαλαρή διάθεση και ροκ παρελθόν, ήταν αυτός ο τύπος. Γνήσιος, cool, με ένα βλέμμα που έλεγε «πάμε να περάσουμε καλά». Η σειρά έκανε θραύση, οι ατάκες του (τρομερό, φοβερό, πάρα πολύ ωραίο) έγιναν κομμάτι της καθημερινής αργκό, και οι σκηνές του έβγαζαν μια ενέργεια που δεν μπορεί να σκηνοθετηθεί. Όταν χρόνια αργότερα το MEGA Channel πρότεινε ένα επετειακό reunion χωρίς εκείνον, η Παπαδοπούλου αρνήθηκε κατηγορηματικά: «Αν λείπει ο Βλάσσης, δεν είναι οι Απαράδεκτοι».

 

 

Ο τηλεοπτικός bon viveur

Ο Μπονάτσος δεν ήταν μόνο καλλιτέχνης, ήταν και περσόνα. Από τα μέσα των ’90s και μετά, πέρασε και στην τηλεόραση ως παρουσιαστής και όχι οποιοσδήποτε παρουσιαστής. Είχε τον αέρα του ανθρώπου που δεν προσπαθεί να σε εντυπωσιάσει. Σε εκπομπές όπως το Πάμε για άλλα, ή σε special projects και guest εμφανίσεις, έβγαζε μια αβίαστη φυσικότητα. Ήταν αυτός που μπορούσε να πει κάτι έξυπνο ή να πετάξει μια ατάκα που θα μείνει χωρίς να γράφεται σε autocue. 

Ο Βλάσσης Μπονάτσος ήταν ο πιο ωραίος τύπος

Η τηλεόραση του άνηκε. Ακόμα κι αν δεν το ήξερε, ήταν ένας από τους πρώτους πραγματικούς τηλεοπτικούς σταρ της χώρας, της εποχής που οι παρουσιαστές είχαν άποψη, στυλ και, το σημαντικότερο, προσωπικότητα. Δημιούργησε μία ολόκληρη σχολή και ήταν το πέρασμά του από τον μποέμ τύπο στη γυάλινη εικόνα του.

Ο άνθρωπος πίσω από το μύθο

Όσοι τον γνώρισαν, μιλούν για έναν άνθρωπο που αγαπούσε τη ζωή με πάθος. Που δεν έμπαινε σε καλούπια, που δεν ήθελε να τον βάλεις σε κουτάκια. Είχε κάτι το μποέμ, κάτι το γνήσιο και ταυτόχρονα larger than life. Και ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος που τον αγάπησε τόσο πολύ ο κόσμος: γιατί έβλεπε σε εκείνον αυτό που θα ήθελε να είναι και δεν έβλεπε καμία επιτήδευση.

Σήμερα, 21 χρόνια μετά, οι σκηνές του στους Απαράδεκτους παίζουν ακόμα, τα τραγούδια του ακούγονται, και οι φωτογραφίες του έχουν εκείνη την αύρα που δεν ξεθωριάζει. Ο Μπονάτσος δεν ήταν απλώς μια σελίδα της ελληνικής ποπ κουλτούρας, ήταν ολόκληρος τόμος. Ήταν η επιτομή του καλλιτέχνη, όπως ακριβώς τον ορίζει ο Όσκαρ Ουάιλντ. Λίγοι το κατάφεραν αυτό, ένας εξ αυτών ο Τζίμης Πανούσης στις “Μουσικές Ταξιαρχίες”.

Ένας «Απαράδεκτος Playboy» για πάντα

Δεν ήταν τυχαίο ότι τον αποκαλούσαν «playboy». Είχε τον αέρα του άντρα που μπορούσε να γοητεύσει χωρίς να χρειάζεται να προσπαθήσει. Δεν ήταν απλώς εμφανίσιμος, είχε χαρακτήρα. Ήξερε να γελάει, να ζει, να διασκεδάζει και να σε κάνει να νιώθεις ότι η ζωή είναι μια μεγάλη πλάκα που αξίζει να ζήσεις μέχρι τέλους. Του άρεσαν οι γυναίκες και άρεσε και σε εκείνες. Τι πιο απλό και ανθρώπινο σε αυτή τη ζωή που ξεχνάμε να τη ζήσουμε μέχρι το μεδούλι. 

 

 

Κι αν κάτι μένει από τον Βλάσση σήμερα, δεν είναι μόνο οι επιτυχίες του ή οι τηλεοπτικές του στιγμές. Είναι η αίσθηση ότι υπήρξε ένας τύπος που έζησε με τον δικό του τρόπο, χωρίς φίλτρα, χωρίς υπολογισμούς, με αληθινό γέλιο και rock καρδιά. 

21 χρόνια μετά, εκτός από τους δίσκους και τις τηλεοπτικές ατάκες του, ο Βλάσσης έρχεται στη μνήμη μας ως μία υπενθύμιση ότι τελικά σε αυτή τη ζωή ήρθαμε να ζήσουμε. Αληθινά και με χαμόγελο. Πριν το απείκασμα του εαυτού μας φύγει από αυτή τη ζωή και γίνουμε αστερόσκονη. Όπως ο Βλάσσης. Ο Βλάσσης μας.



©2016-2025 Ratpack.gr - All rights reserved