Ragnarok: Μία κορυφαία σειρά που προάγει την Σκανδιναβική Μυθολογία

Και εμείς εδώ τι κάνουμε; Πετάμε χαρταετό;

Φτάνοντας στο τέλος και της δεύτερης σεζόν του Ragnarok, κάθισα και έκανα μια μικρή σούμα: καταρχάς, καταλαβαίνεις αν σου άρεσε μια σειρά, όταν τελειώνεις τα υπάρχοντα επεισόδια και ψάχνεις να βρεις πότε βγαίνει ο επόμενος κύκλος. Κατά δεύτερον, όταν ο χρόνος δεν περισσεύει ιδιαίτερα, εκτιμάς τις σειρές που είναι «σφιχτές» και ο κάθε κύκλος δεν διαρκεί «μια αιωνιότητα και μια ημέρα»: κάθε κύκλος του Ragnarok έχει 6 επεισόδια. Κατά τρίτον, μόλις ξεπεράσεις το «σοκ» που προκαλεί στα αυτιά σου μια τόσο «ξένη γλώσσα» όπως είναι τα νορβηγικά, μόλις δηλαδή αποβάλεις όλη αυτή την «αμερικανίλα» που έχεις συνηθίσει να βλέπεις και να ακούς, καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για μια πραγματικά άρτια σειρά (σεναριακά, σκηνοθετικά, ερμηνευτικά αλλά και σε επίπεδο ειδικών εφέ) που δεν της λείπει απολύτως τίποτα. 


Η σειρά πραγματεύεται την επιστροφή μιας οικογένειας (μάνα με δυο γιους) σε μια μικρή πόλη της Νορβηγίας, όπου η οικογένεια Γιούτουμ δραστηριοποιείται επιχειρηματικά, ουσιαστικά ελέγχοντας και «ταϊζοντας» την οικονομία όχι μόνο της πόλης, αλλά και της χώρας, καθώς είναι η πέμπτη πιο δυνατή επιχείρηση της Νορβηγίας. Στην εξέλιξη της σειράς, η πραγματικότητα του σήμερα μπλέκεται υπέροχα με τη μυθολογία, ο Θορ συναντά τους Γίγαντες και ο Λόκι προσπαθεί να συνειδητοποιήσει τα καινούργια του χαρίσματα. Συναντάμε τον Όντιν και μαθαίνουμε πώς ακριβώς σφυρηλατείται το «Μιόλνιρ», το περίφημο σφυρί του Θορ και τι ακριβώς κάνουν τα «αρχαία όπλα».. Όλα αυτά, «παντρεμένα» πάντα με τη σημερινή κοινωνία, μέσα από τα μάτια μαθητών Λυκείου και με αναφορές σε διάφορα θέματα που μπορούν να απασχολούν κάθε δυτική κοινωνία: την περιβαλλοντική ρύπανση, τον ρατσισμό, τον ακτιβισμό, την αναζήτηση της σεξουαλικής ταυτότητας, την εκμετάλλευση του φτωχού από τον πλούσιο ή τον τρόπο που οι «έχοντες» μπορούν να παρακάμπτουν νόμους και να εκβιάζουν κυβερνήσεις.   

Είναι αλήθεια ότι μια «τζούρα» από τη Σκανδιναβική μυθολογία είχαμε πάρει από τις ταινίες της Marvel, από τον Θορ και τους Avengers. Με τη διαφορά ότι το Χόλιγουντ ή ή Marvel δεν έχει καμία ιερή υποχρέωση να είναι απόλυτη πιστή η ιστορία που σου «πουλάει» ή 100% συμβατή με τους θρύλους και τις παραδόσεις μιας χώρας. Τη δουλειά τους θέλουν να κάνουν τα μεγάλα στούντιο και φτιάχνουν την ιστορία με τον μπρατσαρά ξανθό θεό Θορ, τον ραδιούργο και μυστηριώδη αδελφό του Λόκι, τις Βαλκυρίες, το Άασγκαρντ και ό,τι άλλο τους φαίνεται ενδιαφέρον. Το Ragnarok όμως δεν είναι Marvel – άρα έχει τη δυνατότητα να «διαφημίσει» τη μυθολογία της χώρας με το πιο σωστό τρόπο: πέρα από την πλοκή και τις μυθολογικές αναφορές, στο ξεκίνημα κάθε επεισοδίου μια κάρτα μας εξηγεί κάθε φορά και κάτι διαφορετικό: τι ήταν ο Θορ, ποιοι ήταν οι Γίγαντες, πώς φτιάχτηκε το Μιόλνιρ, τι συνέβη με τον Λόκι και πάει λέγοντας. Οπότε, θέλοντας και μη, αν σου αρέσει η σειρά, μαθαίνεις και τα γύρω – γύρω. Ψάχνεσαι και διαβάζεις για να γνωρίσεις καλύτερα αυτό το ωραίο «παραμύθι», πάνω στο οποίο «πατάει» η σειρά. 


Και στη συνέχεια σκέφτεσαι ότι στην Ελλάδα έχουμε την πιο υπέροχη μυθολογία, τα πιο συναρπαστικά «παραμύθια» και τα έχουμε αφήσει αναξιοποίητα. Θεοί, ημίθεοι, κεραυνοί, τρίαινες, πάνω κόσμος, κάτω κόσμος, άθλοι, τρομακτικά πλάσματα, μιλάμε για ένα κανονικό παράλληλο σύμπαν. Και οι μόνες αναφορές στην ελληνική μυθολογία, είναι κάτι χολιγουντιανές παραγωγές ή κάτι άθλιες σειρές και τηλεταινίες, που έχουν πάρει μερικά κομματάκια της μυθολογίας μας, τα έχουν βάλει στο φούρνο μικροκυμάτων με ειδικά εφέ, τα έχουν πασπαλίσει με γραφικότητα και μούσκουλα και τα έχουν σερβίρει στις τηλεοράσεις και τις κινηματογραφικές αίθουσες. Θα πει κανείς «μπορούμε να κάνουμε μια σειρά, αντίστοιχη σε ποιότητα και μπάτζετ με το Ragnarok, βασισμένη στην υπέροχη ελληνική μυθολογία»; Γιατί όχι δηλαδή; Οι Νορβηγοί πώς το έκαναν; Πώς πάντρεψαν τους θρύλους και τις παραδόσεις τους με τη σύγχρονη εποχή, κάνοντας γνωστή τη μυθολογία τους σε τόσα εκατομμύρια ανθρώπους;

 



Φυσικά και θα μπορούσαμε να κάνουμε κι εμείς μια πολύ καλή δουλειά – το «Έτερος Εγώ» αλλά και άλλες δουλειές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, μας έχουν δείξει ότι υπάρχουν άνθρωποι ικανοί, με όραμα, με γνώσεις, με αισθητική και επαγγελματισμό, που μπορούν να φτιάξουν πράγματα τα οποία μέχρι πρότινος βλέπαμε μόνο με υπότιτλους. Και πέρα απ’ αυτούς, υπάρχει και μια γενιά αξιόλογων ηθοποιών που μπορούν να το υπηρετήσουν όλο αυτό. Δεν είναι ανάγκη, που λέει και μια ψυχή, να υποδυθεί ο Στράτος Τζώρτζογλου τον τσαμπουκαλεμένο θεό Άρη, με την ίδια θεατρικότητα που είχε στη «Φάρμα», ούτε σώνει και ντε ο Θανάσης Τσαλταμπάσης να παίξει τον γοργοπόδαρο  Ερμή κάνοντας μούτες – σίγουρα μπορούμε και καλύτερα...   



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved