intime/Παπαμήτσος Δημήτρης Αυτοδυναμία, απλή αναλογική, permacrisis και ένα μεταπολιτευτικό reset

H παντοκρατορία της ΝΔ θύμισε τις εκλογές του 1974, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αναλάμβανε να χτίσει από την αρχή την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία.

Πόσο μεγάλη έκπληξη ήταν το χτεσινό εκλογικό αποτέλεσμα; Οποιοδήποτε αποτέλεσμα δεν επαληθεύει δημοσκοπήσεις και exit polls αποτελεί σίγουρα έκπληξη, ειδικά όταν καταφέρνει να δίνει εντελώς διαφορετικά ποσοστά για κάθε ένα κόμμα ξεχωριστά. Δεν είναι μόνο η σαρωτική νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη που έφτασε μια ανάσα από την αυτοδυναμία ακόμα και με αυτό το σύστημα της σχεδόν απλής αναλογικής. Δεν είναι ούτε η αποδοκιμασία της κυβερνητικής πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι η διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού σκηνικού την οποία όσο περισσότερο αναλύουμε σαν αποτέλεσμα, τόσο πιο εύκολα καταλήγουμε στα αίτιά του και τελικά καταλαβαίνουμε ότι δεν ήταν και τόσο μεγάλες οι εκπλήξεις. Απλά δεν τις βλέπαμε.

Οκ είναι απολύτως λογικό να μην έβλεπε ο ΣΥΡΙΖΑ το πιάνο που έπεφτε στο κεφάλαιο, το δεύτερο κόμμα πάντα έχει βλέψεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης, ή μήπως δεν είχε; Για κάποιους η υπερβολική πίστη στην απλή αναλογική δεν ήταν απλά μια ομολογία πίστης σε ένα από τα πιο σημαντικά πολιτικά σημεία στην κοσμοθεωρία της αριστεράς, αλλά και μια πηγή βολονταριστικής ρητορικής. Αν πιστέψουμε πολύ στην απλή αναλογική, τότε αυτή θα μας δώσει τη νίκη, σε ένα πολιτικό τουίστ της διάσημης ρήσης του Κοέλιο για την επιθυμία και το σύμπαν. Μόνο που στην περίπτωση της απλής αναλογικής, χρειάζεται και πρόθυμοι συνοδοιπόροι. 

 

 

Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ έψαχνε πρόθυμους συνοδοιπόρους που δεν υπήρχαν, η ΝΔ έχτιζε την αυτοδυναμία της για τις σίγουρες δεύτερες εκλογές στα τέλη Ιούνη-αρχές Ιούλη, μόνο που παραλίγο να την πάρει από τις πρώτες με τόσο καλή δουλειά που έκανε. Παρά το γεγονός ότι ζούμε σε μια κατάσταση που θυμίζει αρχές κρίσης, με τον πληθωρισμό να ροκανίζει τα εισοδήματα και έναν πόλεμο στην Ουκρανία που συνεχίζει να παράγει βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες, το μήνυμα που έδωσε ο ελληνικός λαός είναι «και τώρα κρατιόμαστε και συνεχίζουμε την πορεία μας» Τα όποια κέρδη του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούν να καμουφλάρουν την απόλυτη εμπιστοσύνη, ή ανοχή αν θέλετε, που δόθηκε στη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη μέσα από την κάλπη.

Η ΝΔ δεν συσπείρωσε απλά τον κόσμο της, παραδοσιακούς ψηφοφόρους της και ό,τι μπορούμε να προσθέσουμε από τα δεξιά και τα αριστερά της, αλλά μάζεψε τους πάντες. Τα ποσοστά των κομμάτων στα δεξιά της ΝΔ δείχνουν ότι δεν υπάρχει κάποιος φορέας που μπορεί να παίξει τον οποιονδήποτε ρόλο. Κανένα κόμμα στα δεξιά της ΝΔ δεν κρίθηκε ως σοβαρό για να παίξει τον ρόλο ενός λίγο πιο δεξιού κυβερνητικού εταίρου σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, αλλά και κανένα δεν κρίθηκε ως ικανό για να παίξει τον ρόλο ενός κοινοβουλευτικού κόμματος διαμαρτυρίας. Η Ελληνική Λύση φάνηκε να καίει το καύσιμο που ήδη είχε λόγω κοινοβουλευτικής παρουσίας, ενώ στα υπόλοιπα κόμματα, το μεγάλο buzz στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν ήταν ικανό για να τους δώσει το πολυπόθητο 3%. 

Ενώ κάποιος θα το ερμήνευε αυτό σαν μια επιχείρηση σκούπα στα δεξιά της ΝΔ, μια ματιά στη σταυροδοσία στην Αττική δείχνει κάτι ακόμα πιο ενδιαφέρον. Η δημοφιλία των βουλευτών με κεντρώα και κεντροαριστερή καταγωγή ήταν τέτοια που δείχνει αφενός μια αμφίπλευρη διεύρυνση και αφετέρου μια ηγεμονία που είχαμε να δούμε από τις ειδικές συνθήκες των εκλογών του 1974, στις οποίες ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πήρε λευκή επιταγή για να χτίσει τους θεσμούς πάνω στους οποίους οικοδομήθηκε η Ελλάδα των τελευταίων 50 χρόνων. Ναι, αυτή η αίσθηση μονοκομματικού συστήματος δίνει μια διαίσθηση συντακτικής εθνοσυνέλευσης. Ήδη στη ΝΔ το σενάριο των 180 βουλευτών για μια μονόπλευρη αναθεώρηση του Συντάγματος με θεσμικά και πολιτιειακά κριτήρια, χωρίς την ανάγκη παζαριών με τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα, έχει τεθεί στο τραπέζι. Πόσο ρεαλιστικό είναι αυτό το ενδεχόμενο;

 

 

Μπροστά σε μια Ευρώπη και έναν κόσμο που αλλάζει, ο ελληνικός λαός διάλεξε τη σταθερότητα, αλλά κανείς δεν ξέρει αν αυτό σημαίνει και μία λευκή επιταγή για κάτι παραπάνω από μια ασφαλή διέλευση από τη στενωπό της κρίσης. Είναι σίγουρο ότι η ΝΔ θα προσπαθήσει να φτιάξει μια συνέχεια που θα της δώσει μια μακροημέρευση στην εξουσία ή τουλάχιστον μια στρατηγική που θα διασφαλίζει πώς ό,τι κι αν γίνει στο μέλλον δεν θα χρειαστεί να παραμείνει εκτός κυβέρνησης για πάνω από 4 χρόνια και άρα να μην κάνει τα ίδια λάθη που έκανε το 1981 και το 1993.

Μιλώντας για το ‘81 και το ‘93 και τα λάθη του παρελθόντος, η ΝΔ κατάφερε να μην τα επαναλάβει, όχι γιατί κοίταξε στο παρελθόν, αλλά κυρίως γιατί σταμάτησε να μιλάει για αυτό με όρους τρομολαγνείας. Αντί να προσπαθήσει να ισορροπήσει ανάμεσα σε μια ρητορική που να απολογείται και να υπερασπίζεται ιστορικές επιλογές που δεν αφορούν τις νέες γενιές, προέταξε μια ματιά με ξεκάθαρη ματιά στο μέλλον.

Η περίφημη γενιά του Πολυτεχνείου δεν αποσύρεται απλά από το πολιτικό προσκήνιο, αποσύρεται και η επιρροή της, αλλά και κάτι ακόμα. Τα κόμματα στα δεξιά της ΝΔ που βλέπουν όλα τα δεινά της εποχής μας να έχουν τη ρίζα τους στη Μεταπολίτευση και θα ήθελαν μια κάποια επιστροφή στα χρόνια του ‘50 και του ‘60, έφαγαν το ίδιο στραπάτσο με την εξωκοινοβουλευτική αριστερά που έκαψε και την τελευταία ρανίδα πολιτικού κεφαλαίου και καυσίμου από μια ιστορία αγώνων που κανείς δεν τους έζησε και τους ξέρει μόνο από αφηγήσεις. 

 

 

Άρα είναι αυτό το τέλος της Μεταπολίτευσης που όλοι το έβλεπαν να έρχεται και δεν ερχόταν ποτέ; Είναι ακόμα πολύ νωρίς για να απαντηθεί κάτι τέτοιο. Αν πάμε για μία ακόμα φορά στο 1974, αυτό που ερχόταν το 1981 το έβλεπαν όλοι να έρχεται και παρόλα αυτά πήρε 6 ολόκληρα χρόνια για να υλοποιηθεί. Τώρα δεν φαίνεται κάτι τέτοιο από την ολοκληρωτική ρευστοποίηση του μεταμνημονιακού τοπίου. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι το πολυσυλλεκτικό κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη μπορεί να κυβερνά αρραγές για πάντα. 

Αυτό που κρατάει ενωμένη μια ΚΟ κι ένα υπουργικό συμβούλιο στα οποία συνυπάρχουν οι Μάκης Βορίδης και Κυριάκος Πιερρακάκης, είναι ένα οικονομικό περιβάλλον που το επιτρέπει αυτό και όχι τόσο η ανικανότητα της αντιπολίτευσης. Τα αντικυβερνητικά μέτωπα φτιάχνονται από τις αδυναμίες των κυβερνήσεων και όχι από τις επιθυμίες όσων δεν την στηρίζουν με την ψήφο τους. Φυσικά και το 60% των Ελλήνων δεν στηρίζει το πρόγραμμα της ΝΔ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι επιθυμεί διακαώς την αλλαγή του προγράμματός της, έχει την ανοχή του και αυτό είναι ίσως το πιο πολύτιμο εργαλείο για μια κυβέρνηση που έχει όραμα 8ετίας.

Η κρίση είναι για την ώρα μακριά από τον ορίζοντα, όχι τόσο για το ότι τα χειρότερα πέρασαν, αλλά γιατί είμαστε πια εκπαιδευμένοι να ζούμε και να δημιουργούμε μέσα σε μια κατάσταση συνεχούς κρίσης με κάποια σκαμπανεβάσματα. Σε ένα περιβάλλον permacrisis μια κυβέρνηση μπορεί να διαχειρίζεται μια αύξηση στον πληθωρισμό σαν να είναι ένα πολύ μικρό οικονομικό ζήτημα και όχι σαν κάτι που μπορεί να ρίξει κυβερνήσεις. Αυτό είναι και μια καλή υπενθύμιση για το πόσο και πώς μπορούν να υπάρξουν μετατοπίσεις στο άμεσο μέλλον.   



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved