Πώς ο υπερβολικός εγκλεισμός με μετέτρεψε σε «ματάκια»

Κι όμως εκεί που δεν το περιμένεις γίνεσαι πρωταγωνιστής του Hitchcock.

Ποτέ μου δεν περίμενα να γίνω μπανιστιρτζής. Όχι αυτό πραγματικά δεν το περίμενα από μένα. Και δεν είναι πως το σκεφτόμουν από καιρό ή το είχα στο πρόγραμμα να το κάνω.

Μάλιστα από πάντα σιχαινόμουνα λίγο τους ματάκηδες. Τώρα όμως τους καταλαβαίνω, μέχρι ενός σημείου τουλάχιστον.

Από τότε που έπεσε ο πέλεκυς της καραντίνας και είμαι μέσα κλεισμένος, πάντα στο γραφείο μου, στον υπολογιστή, αναγκαστικά κοιτάω από το παράθυρο, ασυναίσθητα πάντα, μιας και το γραφείο βλέπει παράθυρο στο δρόμο και στα απέναντι σπίτια.

Είναι η πρώτη φορά που κάθομαι τόσο πολύ στο γραφείο, περνάω πολλές ώρες εκεί γιατί πρέπει να δουλέψω στον υπολογιστή.

Ένας Έλληνας σε μία Γερμανική πόλη.

 

Προσφάτως και λίγο πριν ο κορονοϊός χτυπήσει το σύμπαν μας, είχαν μετακομίσει δύο Γερμανίδες αδερφές στο απέναντι σπίτι, στον δεύτερο όροφο, ακριβώς δηλαδή από το σπίτι μου και το παράθυρο μου.

Πρέπει να είναι φοιτήτριες,σκέφτηκα. Ή κάτι τέτοιο.

Από το παράθυρο βλέπω κατευθείαν το μπαλκόνι και τις κρεβατοκάμαρες τους. Κόλαση επί της γης δηλαδή με λίγα λογάκια.

Άντε τώρα εσύ να δουλέψεις. Ο εγκέφαλος και το μάτι παθαίνουν κοκομπλόκο αυτόματο.

Κάθεσαι λοιπόν από το πρωί έτοιμος για δουλειά με τον καφέ στα αριστερά σου και τα τσιγάρα στα δεξιά, το ραδιόφωνο να παίζει τρίτο πρόγραμμα για χαλάρωση από τα έντονα όνειρα της προηγούμενης νύχτας, το βλέμμα καρφωμένο φυσικά στην οθόνη σου και τσουπ σου πετάγεται ξαφνικά ένας μηρός, ένα μπούτι γυμνό, ένα κοντό σορτσάκι, ένα καρέ μαλλάκι, δέρμα ροζ προς το άσπρο ή ανάποδα, δεν έχει σημασία, και μάλιστα όλα αυτά εις διπλούν μιας και μιλάμε για δύο αδερφές που μοιάζουν κιόλας, μόνο που η μία είναι ξανθούλα και η άλλη μελαχρινούλα.

Ο έρωτας στα χρόνια της καραντίνας.

 

Πάει το ζεν, πάει ο διαλογισμός μου, πάει η γιόγκα, πάει όλο το προσωπικό μου σύστημα πρωινής συγκέντρωσης. Όλα στον κουβά.

Το βλέμμα έχει φύγει προ πολλού και από την οθόνη τώρα βρίσκεται στα παράθυρα και στα κάγκελα του μπαλκονιού τους. Το μυαλό έχει γίνει πελτές και το μάτι δοξάζει το φως και τις αντανακλάσεις του οι οποίες έχουν τώρα απόχρωση γερμανική.

Και να που σου έρχεται στο μυαλό ο James Stewart και η Grace Kelly από το Rear Window και λες τώρα σίγουρα οι ταινίες είναι βγαλμένες από την ζωή μόνο που αυτές οι δύο γερμανιδούλες δεν είναι πως κάνανε και κανά φόνο αλλά ίσως και να κάνανε δηλαδή, φονεύσανε μια για πάντα τα εγκεφαλικά μου κύτταρα τα οποία από τότε που επαναστάτησαν με το αναγκαστικό μπανιστήρι το πρωί πρέπει να κάνουν διαδήλωση και να διαμαρτυρηθούν που τα βάζω να δουλέψουν αντί να κάτσουν απλά να απολαύσουν με τις ώρες την ιδιωτική ζωή των απεναντινών θαυμάτων.

Σου έλειψε το πατρικό σου με την καραντίνα;

 

Και όσο περνάει η ώρα όλα γίνονται πιο δύσκολα μιας και ο ήλιος σκάει τώρα στο μπαλκόνι τους και οι σκιές πέφτουν πάνω μου, κρυμμένος πίσω από την οθόνη, ντετέκτιβ που αντί εφημερίδα με τρύπα έχει υπολογιστή με παράθυρο, έχω μπει για τα καλά στο ρόλο του ηδονοβλεψία και έχω αποδεχτεί πλέον αυτό το λαχείο που μου έδωσε απλόχερα η ζωούλα.

Και τώρα είναι το δύσκολο. Ο διάολος μπαίνει μέσα σου και λες πω ρε φίλε κάτι πρέπει να πω, να αντιδράσω, να τους αναφέρω το πρόβλημα μου, δεν μπορώ να δουλέψω, τι θα γίνει; Θα κάθομαι και θα παίρνω μάτι τις Γερμανίδες εσαεί;

Κι έρχεται τελικά η νύχτα, το 'να φέρνει τ' άλλο, καμπερνέ σαβινιό στο ποτήρι και τσιγαρούμπα στο χέρι, μόνο η ρόμπα μου λείπει και θα ήμουν σκέτο είδωλο, κρέμομαι από το παράθυρο σαν την Ιουλιέτα αξύριστη, και να που βγαίνουνε αγκαζέ οι αδερφούλες Βρουχίλδες και αράζουν στο μπαλκονάκι τους.

rear window 1954 1

«That plant needs more water» λέω εγώ σαν Εγγλέζος από τα Γιαννιτσά προς το γερμανικό μπαλκόνι.

«Yes we know, it’s dying» λένε σαν χορωδία οι αδερφές.

Και κάπου εκεί τελειώνει το έπος. Εγώ ρουφάω το κρασί μου μέχρι πάτο κι εκείνες μπαίνουν μέσα για να συνεχίσουν ότι έκαναν πιο πριν.

Τελικά δεν μπόρεσα να τους πω πως πρέπει να τραβήξουν καμιά κουρτίνα διότι μου έχουν πεταχτεί έξω τα μάτια και δεν μπορώ να δουλέψω ο άνθρωπος.

Από την άλλη θα μου πεις, ρε φίλε, μην κοιτάς κι εσύ όλη την ώρα προς τα εκεί.

Κι εδώ έρχεται το ηθικό δίδαγμα, βαρύ σαν τσιμεντόλιθος στα πόδια κάποιου άτυχου που πέφτει στο νερό από την μαφία της πραγματικότητας:

Όποιος είναι έξω από το χορό πολλά τραγούδια λέει, που στην περίπτωση μας μεταφράζεται σαν…

…Όποιου δεν του έχει τύχει να πάρει μάτι, καλύτερα να μη μιλάει, γιατί πραγματικά είναι βάσανο να είσαι ματάκιας. 



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved