Η μεσαιωνική ζωή ενός δήμιου και το θανατηφόρο σώου για τις μάζες

Τα βιβλία πιστοποιούν πως η πιο δύσκολη δουλειά του δεν ήταν η ανθρώπινη ζωή που έπρεπε να αφαιρέσει, αλλά το θέαμα που έπρεπε να προσφέρει.

24 SHARES

Από τον Κώστα Χρήστου 


Μπορεί να έχουμε μεγάλα ιστορικά κενά για τη ζωή διαφόρων βασιλιάδων και πολιτισμών, να έχουμε αινίγματα για το πώς εξαφανίστηκαν ή το πώς κυριάρχησαν, αλλά αν υπάρχει ένα κομμάτι της ανθρώπινης ιστορίας για το οποίο έχουμε μπόλικες αναφορές, αυτό είναι σίγουρα οι εκτελέσεις. Από τον Σωκράτη και το κώνειο του, μέχρι το ρωμαϊκό poena cullei και τις σταυρώσεις, η αρχαία εποχή είχε πολλά και διάφορα παραδείγματα τιμωρίας για τους απείθαρχους. Φυσικά άλλες για τους σκλάβους και άλλες για τους πολίτες. Όμως ο Μεσαίωνας ήταν όπως και να ‘χει μια πιο άγρια εποχή. Ακόμη ωστόσο και στην εποχή αυτή, υπήρχαν κανόνες και συγκεκριμένα βήματα γύρω από μία εκτέλεση, όπως και συγκεκριμένα όπλα που θα έκαναν τη δουλειά πιο απλή και αποτελεσματική. Γιατί; Γιατί στο Μεσαίωνα η εκτέλεση μετατράπηκε από τιμωρία σε θέαμα. Ένα θέαμα τόσο οπιούχο, που έκανε τον κόσμο να διψά για περισσότερο. 

Το όπιο του λαού

Το αποκορύφωνα της μεσαιωνικής περιόδου, το High Middle Ages, όπως το αναφέρουν οι ιστορικοί, η ανθρωπότητα έχει έναν ακόμη μεγάλο λόγο για τις δημόσιες καταδίκες. Τη θρησκεία. Αιρετικοί, προδότες, κατηγορούμενοι για μαγεία και άλλοι περίεργοι, καταλήγουν κυριολεκτικά στα χέρια δήμιων-χασάπηδων που θα τους κάψει, θα τους κρεμάσει, θα τους αποκεφαλίσει, θα τους κόψει κομμάτια. Όσο περισσότερο το αίμα, τόσο μεγαλύτερη η ικανοποίηση του κόσμου. Δεν υπάρχουν κανόνες και πρακτικές, παρά μόνο τιμωρία και προηγουμένως βασανιστήρια. Όμως στις αρχές του 15ου αιώνα, στην εποχή που οι πρώτες επιστήμες και οι τέχνες βρίσκουν ρίζες για να φυτρώσει η Αναγέννηση, τα τελειώματα του Μεσαίωνα και οι λόρδοι που βρίσκονται σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, θέλουν περισσότερο την παραδειγματική τιμωρία παρά το αίμα. Όχι επειδή ξαφνικά λυπήθηκαν τον κόσμο, αλλά αναρχία σημαίνει απώλεια εσόδων και ανασφάλεια. Και κάπως έτσι, οι δήμιοι αρχίζουν και εκπαιδεύονται. Επιδιώκουν καθαρά χτυπήματα και όχι να κόψουν το κρέας όπως ο χασάπης στο κρεοπωλείο. Γίνονται τόσο καλοί που οι λόρδοι τους αποκαλούν masters (ή meisters στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) γιατί κατέχουν την τέχνη. Εκείνοι με την σειρά τους εκπαιδεύουν νέους στην τέχνη αυτή και οι λόρδοι φτάνουν στο σημείο να έχουν προσωπικό εκτελεστή που θα επιβάλει το νόμο στην αυλή τους. Οι πιο θρησκευόμενοι δε, θέλουν να βλέπουν τον κόσμο να μετανοεί και ζητούν συγχώρεση από τα θύματα. Το τοπίο δεν αλλάζει, αλλά γίνεται πιο ενδιαφέρον.

Ένα καταγεγραμμένο συμβάν

Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η ζωή του Φραντς Σμιντ, ο οποίος είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ιστορικά καταγεγραμμένα παραδείγματα εκτελεστή, αποκλειστικά για τον αυτοκράτορα Φερδινάνδο τον 2ο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Σμιντ ανήκει στους ανθρώπους που προσέφεραν θέαμα για το κοινό, μέσα από μία σειρά σχεδόν θεατρικών πρακτικών, που έκανε τον κόσμο να αισθάνεται ότι παρακολουθεί σαπουνόπερα. Το 1577, ο Σμιντ καλέστηκε να εκτελέσει τον Χανς Βόγκελ, έναν μελλοθάνατο που κατηγορήθηκε ότι έκαψε μέσα σε έναν στάβλο έναν άλλο άντρα. Υπήρχε τόσο θεαματικό behind the scenes, που ο κόσμος κατέφθασε από άλλες πόλεις ώστε να παρακολουθήσει την εκτέλεση. Τρεις μέρες πριν την εκτέλεση, ο Σμιντ μετέφερε τον Βόγκελ σε ένα μεγαλύτερο κελί από εκείνα στα οποία βρισκόντουσαν οι υπόλοιποι κρατούμενοι. Ήταν είτε άρρωστος ή έφερνε τραυματισμούς από τις πληγές, οπότε το καθήκον του Σμιντ ήταν να τον κρατήσει ζωντανό μέχρι την εκτέλεση. Η χήρα του αποθανόντα του έφερε πορτοκάλια και ψωμί, ως δείγμα συγχώρεσής της και οι δύο ιερείς της εκκλησίας της Νυρεμβέργης, βρισκόντουσαν συνέχεια μαζί του ώστε να τον μαλακώσουν. Έφαγε ως τελευταίο γεύμα ό,τι ήθελε και στη συνέχεια φόρεσε το λευκό λινό ώστε να ξεκινήσει η εκτέλεση. Η άφιξη του Φραντς Σμιντ ανακοινώθηκε στο κρατητήριο από τον αρχιφύλακα, με τον πρώτο να μπαίνει στα κελιά με την πιο θεαματική του ενδυμασία. Ο Σμιντ ζήτησε από τον μελλοθάνατο να τον συγχωρέσει και ήπιαν μαζί ένα ποτήρι κρασί – παραπομπή στον οίνο του Ιωάννη του Ευαγγελιστή. Στη συνέχεια, ο Σμιντ ρώτησε τον Βόγκελ αν είναι έτοιμος να προχωρήσουν με την εκτέλεση.

Το κατηγορητήριο και οι μελλοθάνατοι

Το δικαστήριο στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν καταδίκαζε, αλλά φρόντιζε να εκτελεστεί η τιμωρία του εκάστοτε πρίγκιπα (ή του ίδιου του αυτοκράτορα). O αυτοκρατορικός γραμματέας διάβασε το κατηγορητήριο και δώδεκα δικαστές τον καταδίκασαν σε θάνατο, ζητώντας από τον Σμιντ να τον οδηγήσει στον προκαθορισμένο χώρο των εκτελέσεων. Ακόμα και εκεί υπήρχε ένα θεατρικό, με τον αρχιδικαστή να διατάζει τον Σμιντ να εκτελέσει την διαταγή στο όνομα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και του ηγεμόνα της. Ο κόσμος άρχισε να ακολουθεί τον δήμιο μαζί με τους υπόλοιπους μελλοθανάτους που καταδικάστηκαν εκείνη την ημέρα με τον Βόγκελ. Άλλωστε βρισκόντουσαν ήδη τρεις μέρες στη Νυρεμβέργη περιμένοντας την εκτέλεση, βρίζοντας και πετώντας σάπια φρούτα και λαχανικά. Κάποιοι από αυτούς προχωρούσαν χωρίς να δημιουργούν προβλήματα και άλλοι έβριζαν τόσο τον δήμιο όσο και τον κόσμο. Δουλειά του Σμιντ ωστόσο, ήταν να μην «χαλάσει» η πομπή που πήγαινε προς τις κρεμάλες. Όταν έφτασε η ώρα, ο Σμιντ έπρεπε να αφήσει τους μελλοθανάτους να πουν τις τελευταίες τους λέξεις, σε ένα κοινό που συνήθως ήταν αγριεμένο και μεθυσμένο. Παρότι βρισκόντουσαν στην αγχόνη, κάποιοι είχαν καταδικαστεί σε κρέμασμα και άλλοι σε αποκεφαλισμό. Ο Βόγκελ ήταν ένας από αυτούς.

Το σόου: Μία καθαρή εκτέλεση, είναι μια καλή εκτέλεση

Ο Σμιντ είχε στο δυναμικό του 187 εκτελέσεις με μακριά σπάθη (longsword) και χρειάστηκε μόλις τέσσερις φορές να δώσει ένα δεύτερο χτύπημα στο σβέρκο. Στα πρώιμα έτη του Μεσαίωνα, οι δήμιοι όταν χρειαζόντουσαν πολλά χτυπήματα, πίστευαν πως είτε ο διάβολος τους έδειχνε πολλά κεφάλια του μελλοθάνατου για να τους μπερδέψει, είτε ότι ο ίδιος ο μελλοθάνατος τους έχει μαγέψει. Σε κάθε περίπτωση ο Σμιντ χτύπησε με ακρίβεια και στη συνέχεια τύλιξε το κεφάλι σε ένα κομμάτι ύφασμα. Κάθε εκτέλεση της εποχής, τελείωνε με τον παρακάτω διάλογο ανάμεσα στον δήμιο και τον δικαστή ή τον εκπρόσωπο της δικαστικής αρχής:

«Λόρδε μου δικαστή, εκτέλεσα σωστά;»
«Εκτέλεσες όπως απαιτεί η κρίση και ο νόμος»
«Γι’ αυτό, ευχαριστώ Τον Θεό και τον δάσκαλό μου που μου έμαθε την τέχνη»

Για το στόρι, ήταν ο πατέρας του ο Χάινριχ που φρόντισε να του μάθει την «τέχνη», αλλά πολύ περισσότερο το πόσο σημαντικό ήταν να ακολουθεί πιστά τα βήματα, ώστε να στείλει αποτελεσματικά ένα μελλοθάνατο στην τελευταία του κατοικία. Και ο κόσμος; Έχανε αμέσως το ενδιαφέρον του με το που έβλεπε το κεφάλι να πέφτει από τους ώμους. Πετούσε στο χώμα τα αυτοκρατορικά διατάγματα που είχαν τοιχοκολληθεί παντού για την εκτέλεση και περίμεναν τα υπόλοιπα. Ο Σμιντ, έπρεπε να φροντίσει να καθαρίσουν οι βοηθοί του το αίμα, να παραδώσει το ακέφαλο σώμα στους ιερείς και να φροντίσει να τους ελέγξει πως δεν είχαν κλέψει τίποτα από το νεκρό.

Όσο μακάβριο και αν ήταν το θέαμα, υπήρχε πάντα η ανάγκη για ένα καλό δήμιο.

Πηγές:

A Hangman’s Diary: Being the Authentic Journal of Master Franz Schmidt, Public Executioner of Nuremberg 1573–1617, C. Calvert - A.W. Gruner.
Germany and the Holy Roman Empire: Volume I, Joakim Whaley.


24 SHARES
©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved