Όταν τον γνώρισα ήταν κοντά στα 75. Μου τον είχε αναθέσει ο αρχισυντάκτης μου για ένα αντρικό περιοδικό που συνεργαζόμουν τότε, επειδή ο συνάδελφος που θα τον έκανε είχε αρρωστήσει με γαστρεντερίτιδα. Είχαμε προγραμματισμένη φωτογράφηση στο σπίτι του και πολύ λίγο χρόνο για να βγει το τεύχος, οπότε η διεύθυνση αποφάσισε να μου τον εμπιστευτεί. Άλλωστε κατέληξε να τους αρέσει περισσότερο η ιδέα ότι ένας πιτσιρικάς που δεν είχε περάσει τα 25 θα μιλούσε για την ζωή και τις γυναίκες με έναν από τους κατεξοχήν πιο ωραίους τύπους που πέρασαν από τον ελληνικό κινηματογράφο. Από την Ελλάδα γενικότερα.
Ο Κώστας Βουτσάς δεν είχε τότε προβλήματα υγείας. Είχε την ευγενική φυσιογνωμία ενός καλοσυνάτου παππού που θα σε χαιρετούσε στο δρόμο, αλλά πίσω από τα μάτια έβλεπες εκείνη την σπιρτάδα και την ενέργεια του «φσσς μπόινγκ». Έβλεπα πολύ διαφορετικά τα πράγματα από εκείνη την ηλικία, αλλά αναγνώριζα ότι κάποια πράγματα δεν τελειώνουν επειδή απλά περνάει ο χρόνος. Αυτό ήταν αξιοθαύμαστο στον Κώστα Βουτσά. Η αδερφή της μάνας μου, την δεκαετία του ’60, έβγαινε με μία παρέα σαν πιτσιρίκα στην οποία βρισκόταν και ο Βουτσάς. Όταν έμαθε πως θα τον κάναμε συνέντευξη για το περιοδικό μου είπε αυτή την ατάκα. «Ίσως να μην ήταν ο ωραιότερος άντρας που θα έβλεπες εκεί έξω, αλλά δεν υπήρχε γυναίκα που να μην θέλει να κοιμηθεί μαζί του. Ούτε μία».
Έπινε καφέ, χαμογελούσε πλατιά και η φωτογράφηση ήταν γήινη και προσιτή προς τον χαρακτήρα ενός αστέρα που παρέμενε στα καλύτερα του. Αυτό ήταν βασικό. Ο Κώστας Βουτσάς δεν υπήρξε ποτέ κακομοίρης. Υπήρξε ο 70χρονος -τότε- που σε έκανε να λες «μακάρι να φτάσω στην ηλικία του και να είμαι έτσι». Είχε πλήρη επίγνωση και σχολίαζε τα πάντα. Από την πολιτική μέχρι τις γυναίκες. Βέβαια αυτό δεν είναι δα και κάτι σπουδαίο σαν αντικείμενο στα αντρικά περιοδικά. Όποιο πρόσωπο και αν κάνεις συνέντευξη, κάποια στιγμή θα καλεστούν να απαντήσουν σε τέτοιες ερωτήσεις. Ο Κώστας Βουτσάς όμως ήταν αυθεντικός. Άνηκε σε εκείνη την γενιά των ανθρώπων που γνώριζαν τι έχουν ζήσει και είχαν καλεστεί να συνεχίσουν με αυτό το σκεπτικό χωρίς να χρειάζεται να εντυπωσιάσουν. «Ποτέ δεν μπήκα σε ένα πλατό, σε ένα θέατρο, σε έναν χώρο σαν να είμαι σταρ. Ήμουν αυτός που ήμουν πάντα. Ο Κώστας. Νομίζω ότι γι’ αυτό ο κόσμος με αγαπούσε τόσο» μου είχε απαντήσει όταν τον ρώτησα γιατί πιστεύει ότι λαμβάνει μέχρι και σήμερα ανιδιοτελή αγάπη από κάθε είδους ηλικία. Το σημαντικότερο όμως, ήταν πως ο Κώστας Βουτσάς των 60s, ο διάσημος αυτός ηθοποιός, ήταν η απόδειξη όλων εκείνων των χαρακτηριστικών που πρέπει να υιοθετήσει ένας άντρας καθώς μεγαλώνει. Την αφοσίωση στην καριέρα. Στο στυλ του – και ο συγκεκριμένος ήταν από τους στιλάτους άντρες της εποχής του. Στην αδιανόητη αγάπη που είχε στα παιδιά του. Στο πως ενεργούσε και πως συμπεριφερόταν. Αυτό που οι παλιοί έλεγαν «άντρας παλαιάς κοπής» αλλά και ταυτόχρονα με ανοιχτό μυαλό.
Και φυσικά οι γυναίκες. Ήταν άλλωστε ένας από τους κύριους λόγους που θέλαμε εξαρχής να τον κάνουμε. Εκείνη την εποχή δεν είχε παντρευτεί ακόμη με την Αλίκη Κατσαβού. Μιλούσαμε για τις παλιές εποχές και τον τρόπο που συνήθιζαν να φλερτάρει ο κόσμος. «Αυτό που μου άρεσε πάντα, ήταν πως την εποχή που ήμουν νέος το φλερτ ήταν πιο απλό. Είχαμε μία πιο συνεσταλμένη κοινωνία όσον αφορά τις σχέσεις, αλλά τα πράγματα ήταν απλά. Αρκούσε να σου άρεσε και να της άρεσες. Δεν υπήρχαν εγωισμοί και περιέργειες. Τόσο απλά». Και παρότι προσπαθήσαμε πολύ να του βγάλουμε την εικόνα του «γυναικά» σε ένα πιο Marlon Brando στυλ, εκείνος παρέμενε ταπεινός. «Καταλαβαίνω το ότι άρεσα. Το ξέρω πως πήγαινε συνώνυμο με την επιτυχία. Ποτέ μου όμως δεν το χρησιμοποίησα με δόλο. Ήθελα πάντα να θυμάμαι ποιος είμαι».
Πέρα από τις χιλιάδες ωστόσο συνεντεύξεις και όλα όσα έχει πει κατά καιρούς στα media, οφείλουμε να θυμόμαστε και αυτό: ότι ο Κώστας Βουτσάς ήταν αγαπητός, όχι μόνο γιατί ήταν το παιδί της διπλανής πόρτας που θα μπορούσες να κάνεις την δεκαετία του ’60, αλλά και για όλα όσα εκπροσώπησε στη ζωή του. Για να φτάσεις στο σημείο να πεις πως ένας άνθρωπος αποτέλεσε σταθμό για τον ελληνικό κινηματογράφο, πρέπει να καλεστείς και να αντιληφθείς πως ήταν πολλά περισσότερα από ένας καλός ηθοποιός. Ήταν ένα σύμβολο μίας ολόκληρης γενιάς, που κατάφερε να φτάσει μέχρι τις επόμενες γενιές, να τις επηρεάσει και να τις αγγίξει. Να τις κάνει να γελάσουν, να προβληματιστούν, να παραδειγματιστούν από πράγματα που έκανε και να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση και για τις γενιές των ηθοποιών που ήρθαν μετά από εκείνον.
Είναι όμως μοναδικό να είσαι 50 χρονών, 40 χρονών, 30 ή ακόμη και 20 και να νιώθεις το vibe του «φςς μπόινγκ» μέχρι σήμερα. Να αντιλαμβάνεσαι τον Κώστα Βουτσά, ως τον πιο αγαπημένο Κώστα που έβγαλε ο ελληνικός κινηματογράφος. Αυτό το παιδί με το χαμογελαστό πρόσωπο που εξελίχθηκε σε έναν πραγματικά υπέροχο τύπο που θα λείψει σε πολύ κόσμο. Το κληροδότημά του, το αληθινά πραγματικό, είναι πως πάντα θα τον θυμόμαστε νέο αλλά με την σοφία των τελευταίων χρόνων της ζωής του. Εκεί που η αθανασία αγγίζει τις ψυχές των ανθρώπων και τους μετατρέπει σε σύμβολα.
Και ο Κώστας Βουτσάς ήταν πάντα ένα σύμβολο.