Τις τελευταίες εβδομάδες, η κατάσταση στη Λίβερπουλ έχει πάρει μια τροπή που κανείς δεν περίμενε, ειδικά μετά τον περσινό θρίαμβο που σημάδεψε την ιδανική πρώτη χρονιά του Άρνε Σλοτ στον πάγκο. Η ομάδα, που πριν λίγους μήνες έμοιαζε να βαδίζει με βεβαιότητα προς μια νέα εποχή επιτυχίας, παρουσιάζει τώρα τη χειρότερη εικόνα της σεζόν και ίσως μια από τις πιο προβληματικές περιόδους της τελευταίας δεκαετίας. Οι πρόσφατες ήττες, όχι μόνο από ομάδες κορυφής αλλά και από αντιπάλους που παλεύουν για την παραμονή τους, έχουν δημιουργήσει εύλογα ερωτήματα για το αν η θέση του Σλοτ μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση – έστω και θεωρητικά στη δεδομένη στιγμή.
Σε αντίθεση με προηγούμενες ήττες όπου η Λίβερπουλ έχανε στα τελευταία λεπτά, οι τελευταίες εμφανίσεις χαρακτηρίζονται από πλήρη αδυναμία ανταγωνισμού. Τα διαδοχικά 3-0 από τη Μάντσεστερ Σίτι και τη Νότιγχαμ Φόρεστ δεν μοιάζουν απλώς με «κακές μέρες», αλλά με συμπτώματα βαθύτερων προβλημάτων. Η φόρμα των Κόκκινων είναι τόσο κακή που, στην κατάταξη των τελευταίων έξι αγωνιστικών, βρίσκονται σχεδόν στον πάτο, έχοντας μαζέψει μόλις περισσότερο από μια ομάδα. Η σύγκριση με τη Σίτι της περσινής περιόδου, που είχε επίσης καταρρεύσει για λίγες εβδομάδες, μοιάζει αναπόφευκτη αλλά και παραπλανητική. Η ομάδα του Πεπ Γκουαρδιόλα τότε είχε ένα σαφές ελαφρυντικό: την απουσία του καθοριστικού Ρόδρι και έναν προπονητή που, παρά τις δυσκολίες, είχε χρόνια παρουσίας και αμέτρητες αποδείξεις ότι μπορεί να αναστρέψει μια κρίση. Ο Σλοτ, όσο ικανός κι αν θεωρείται, δεν έχει ακόμη «χτίσει» αυτό το επίπεδο εμπιστοσύνης. Κι ενώ κανείς μέσα στο σύλλογο δεν δείχνει να αμφιβάλλει δημόσια για τις δυνατότητές του, η εικόνα της ομάδας στο γήπεδο αφήνει χώρο για απορίες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι μόνο οι ήττες, αλλά ο τρόπος που έρχονται. Η Λίβερπουλ δεν έχει κερδίσει ούτε έναν βαθμό από παιχνίδι όπου βρέθηκε πίσω στο σκορ. Αυτό δείχνει έλλειψη αντίδρασης, έλλειψη ψυχικής αντοχής και αδυναμία διαχείρισης της πίεσης. Οι παίκτες φαίνεται σαν να μην έχουν ενέργεια, πάθος ή αποφασιστικότητα — στοιχεία που χαρακτήριζαν τη Λίβερπουλ για χρόνια. Σε πολλούς παρατηρητές δίνεται η εντύπωση ότι ορισμένοι ποδοσφαιριστές δεν παίζουν με την ίδια ένταση, σαν να μην ακολουθούν πλήρως τις οδηγίες ή να μην μπορούν να τις εφαρμόσουν. Αυτή η εικόνα, δίκαια ή άδικα, φέρνει πάντα στο μυαλό το ενδεχόμενο ότι ο προπονητής δεν έχει απόλυτο έλεγχο στα αποδυτήρια.
Διάβασε επίσης: Τι θα μας έλεγε σήμερα ο Μπιλ Σάνκλι για την Λίβερπουλ
Πρέπει όμως να τονιστεί ότι τίποτα από αυτά δεν προκύπτει από αξιόπιστες πληροφορίες εντός του συλλόγου. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι οι ιδιοκτήτες της Λίβερπουλ εξετάζουν αλλαγή προπονητή ή ότι έχουν μειωθεί η εμπιστοσύνη ή η υποστήριξή τους προς τον Σλοτ. Η FSG δεν φημίζεται για βιαστικές αποφάσεις ― το αντίθετο μάλιστα. Έξι μόλις μήνες πριν, ο Σλοτ θεωρούνταν ιδιοφυΐα μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος στην πρώτη του χρονιά. Αυτή η επιτυχία του έχει προσφέρει σημαντικό «απόθεμα εμπιστοσύνης», το οποίο δεν εξαντλείται εύκολα. Ωστόσο, η πραγματικότητα στο γήπεδο δεν μπορεί να αγνοηθεί. Μεταγραφές αξίας σχεδόν μισού δισεκατομμυρίου ευρώ δεν έχουν ακόμη αποδώσει, ενώ αρκετοί νέοι παίκτες μοιάζουν να δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη φιλοσοφία και τις απαιτήσεις του Σλοτ. Συνάμα, η απώλεια του Ντιόγκο Ζότα, όχι μόνο ως ποδοσφαιριστή αλλά ως προσώπου πολύ αγαπητού στα αποδυτήρια, έχει αφήσει βαθύ ψυχολογικό αποτύπωμα που δύσκολα μετριέται ή περιγράφεται.
Το πρόγραμμα που ακολουθεί είναι επικίνδυνο. Η Λίβερπουλ πρέπει να αντιμετωπίσει τη φορμαρισμένη Γουέστ Χαμ εκτός έδρας και τη Σάντερλαντ που έχει ήδη κάνει μεγάλες ζημιές σε ισχυρούς αντιπάλους. Αν τα αποτελέσματα δεν βελτιωθούν, δεν είναι αδιανόητο να βρεθεί η ομάδα στα χαμηλά της βαθμολογίας όταν μπει ο Δεκέμβρης – κάτι που φυσιολογικά θα φέρει ένταση και εξωτερική πίεση.
Παρ’ όλα αυτά, η χρονιά είναι ακόμη ασταθής και οι αποστάσεις μικρές. Με λίγες καλές εμφανίσεις, η Λίβερπουλ θα μπορούσε να επιστρέψει άμεσα στις θέσεις της Ευρώπης. Μπορεί να είναι απλώς μια περίεργη κοιλιά φόρμας. Μπορεί όμως να είναι και σημάδι βαθύτερης δυσλειτουργίας. Το μόνο σίγουρο είναι πως, αν και η θέση του Σλοτ δεν κινδυνεύει άμεσα, η συζήτηση για το μέλλον του θα ενταθεί όσο η ομάδα παραμένει αγνώριστη.