Kevin Winter | Getty Images Εκείνη η μέρα που είδα live τον Chris Cornell

Ένας συντάκτης θυμάται έναν μουσικό που δεν πουλούσε σταριλίκι. 

Η Αγγλία του 1997 ήταν φανερά επηρεασμένη από τον grunge ρεύμα της εποχής. Ακόμη και αν ο Cobain δεν υπήρχε πια, υπήρχαν ακόμη τα παλικάρια με τα μακριά ατίθασα μαλλιά και τα καρό πουκάμισα, που έβρισκαν παρηγοριά στον Mark Lanegan, τον Mark Arm, τον Layne Staley και τον Chris Cornell. Δεν είχα ιδέα ποιοι ήταν οι Soundgarden. Μέσα σε μία μέρα, σε ένα σπιτάκι στο Paddington όπου μας φιλοξενούσε ο θείος μου, έμαθα ότι ο Cornell θα εμφανιζόταν σε ένα venue της περιοχής. Χωρίς την μπάντα του. Ο ξάδερφος μου είχε βγάλει εισιτήρια για όλη την οικογένεια και, κάπως έτσι από το πουθενά και χωρίς να γνωρίζουμε ποιος είναι, βρεθήκαμε σε live εμφάνιση του Cornell.


Θα ακουστεί περίεργο, αλλά το ομορφότερο πράγμα στη μουσική είναι η άγνοια. Αυτό που δεν γνωρίζεις αλλά που σε περιμένει. Η φάση εκείνη δηλαδή, που έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με κάτι καινούργιο και μπαίνεις προοδευτικά μέσα στον κόσμο του. Άλλωστε αν τα γνώριζες όλα πως θα μπορούσες να εκτιμήσεις το κάθε τι ξεχωριστά; Δεν είχα ιδέα για την συνεισφορά του Cornell στη grunge σκηνή. Ότι υπήρξε ένας από τους αρχιτέκτονες της σχολής του Seattle, ότι τα τραγούδια του επηρέασαν μία σειρά από διάσημες μπάντες που ήρθαν μετά και που υπήρξε μία παρηγοριά για κάθε ανήσυχο νέο που έψαχνε τους κατάλληλους ήχους και τις μελωδίες για να περιγράψει τις σκέψεις του.

Εκείνη την ημέρα, ο Cornell δεν χρειάστηκε τους Soundgarden για να εντυπωσιάσει. Εδώ που τα λέμε, όπως έδειξε η ιστορία, ο Cornell δεν χρειαζόταν κανέναν για να εντυπωσιάσει. Ήταν ο τύπος που απλά έπαιρνε την κιθάρα και άφηνε τον εαυτό του ελεύθερο να χαθεί στη μουσική. Κάπως έτσι έγινε και τότε. Με την ιδιαίτερη φωνή του που έσπαγε το φράγμα από τέσσερις διαφορετικές οκτάβες και δείχνοντας ότι, ένας καλός τραγουδιστής, δεν χρειάζεται καλύτερη παρέα από μία ακουστική κιθάρα. Ήταν η πρώτη φορά που παρακολουθούσα acoustic session κάποιου διάσημου και παρότι δεν ήξερα ποιον ακριβώς έβλεπα και τι ακριβώς άκουγα, η μουσική έμεινε αποτυπωμένη στο μυαλό μαζί με τις υπόλοιπες όμορφες παιδικές αναμνήσεις.  

Ήμουν ήδη σε ωδείο εκείνη την εποχή, αλλά ο Cornell με έκανε να κοιτάξω  την κιθάρα με ένα πολύ διαφορετικό τρόπο από ότι το έκανε ο Carulli με τον Paganini. Και δεν χρειάστηκαν παρτιτούρες. Χρειάστηκε περίπου 1,5 ώρα αφοσίωσης και προσοχής, σε έναν άνθρωπο που καταλάβαινες την ευδαιμονία που ένιωθε από τον τρόπο που έπαιζε. Δεν ξέχασα ποτέ αυτή την εμφάνιση του Cornell, γιατί φρόντισε ο ίδιος να μείνει αξέχαστος. Γιατί όπως είδα πολύ αργότερα, αν και διάσημος υπήρξε πάντα ένας αντι-στάρ. Ένας τύπος που το μοναδικό πράγμα που τον ενδιέφερε ήταν να παίζει καλή μουσική. Και άλλωστε αυτό δεν ήταν πάντα το πλεονέκτημα των grunge μουσικών; Ο Cornell το πήγε πιο πέρα. Το έκανε τρόπο ζωής. 

CHRIS CORNELL 2

Η απώλεια του, δεν σημαίνει μόνο το τέλος ενός μεγάλου μουσικού για τον οποίο έχει μιλήσει ο Jimmy Paige, ο Carlos Santana και τόσοι άλλοι καλλιτέχνες. Είναι η τρίτη κατά σειρά μεγαλύτερη απώλεια για τον νοσταλγικό κόσμο του grunge, μετά τον Kurt Cobain και τον Layne Staley. Ένας μουσικός που με την δημιουργία των Audioslave απέδειξε το πόσα είχε ακόμα να δώσει στον χώρο της μουσικής και πόσα πολλά θα μπορούσαμε να δούμε και στο μέλλον. Στο δικό μου το μυαλό, ο θάνατος του Cornell σηματοδοτεί το τέλος του ροκ με το οποίο μεγαλώσαμε και επηρέασε δικές μας μπάντες όπως τους Ενδελέχεια και τα Ξύλινα Σπαθιά.


Όμως από όλα τα κομμάτια, τους στίχους, την μοναδική φωνητική ικανότητα που διέθετε και τα τόσα ακόμα που δεν γνωρίζω, θέλω να κρατήσω εκείνη την στιγμή. Αυτή την ταπεινή και συνάμα τόσο αρχοντική παρουσία του στο Λονδίνο με την κιθάρα αγκαλιά, που σε τραβούσε από το χέρι στον δικό του ξεχωριστό μουσικό κόσμο. Μία εμπειρία από αυτές που νιώθουμε σήμερα μετά τις αγαπημένες συναυλίες όταν φεύγουμε με ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη με το μυαλό μας να παίζει τα τραγούδια στο repeat.

Και το repeat των τραγουδιών του Chris Cornell, στο δικό μου το κεφάλι, συνεχίζει αδιάκοπα από το 1997. 



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved